Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

Η νοτιοευρωπαϊκή κρίση της Covid-19 μόλις αρχίζει

Η νοτιοευρωπαϊκή κρίση της Covid-19 μόλις αρχίζει

Για πολλές κυβερνήσεις στην Νότιον Ευρώπη, η αντιμετώπιση της COVID-19 τις προσεχείς εβδομάδες ημπορεί να αποδειχθεί το πλέον… εύκολο κομμάτι της επχαθούς προσπαθείας. Μετά την επιδείνωση της αμέσου κρίσεως της υγείας στην περιοχή, θα ακολουθήσουν γρήγορα πολύ μεγαλύτερα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα κατά το δεύτερον εξάμηνο του έτους. Χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Ελλάς και η Πορτογαλία θα βιώσουν βαθείαν ύφεση και σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις θα επιδεινωθούν από την επιστροφή της «πολιτικής ασταθείας», ενώ ευλόγως και όχι ευχολογιακώς αναμένεται ενίσχυση εθνικιστικών κομμάτων της αντιπολιτεύσεως.

Οι χώρες της Νοτίου Ευρώπης εστιάζουν επί του παρόντος τις προσπάθειές τους στη συγκράτηση της πανδημίας και στην άμβλυνση των αρνητικών οικονομικών επιπτώσεων των μέτρων απομονώσεως. Αλλά, αυτό θα συμβεί εις βάρος των επιδεινουμένων ελλειμμάτων και υπέρ των υψηλοτέρων επιπέδων χρέους, που με την πάροδο του χρόνου θα καταστήσουν ευλόγως τους επενδυτές αρκούντως «νευρικούς», σχετικώς με την βιωσιμότητα του χρέους στην Νότιον Ευρώπη και εν τέλει θα προκαλέσουν νέες χρηματοπιστωτικές κρίσεις σε ολόκληρη την Ήπειρο.

Βαθεία ύφεση

Οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι χώρες της Νοτίου Ευρώπης θα ευρίσκονται εφέτος σε ύφεση λόγω των μέτρων απομονώσεως που εφαρμόζονται για να αντιμετωπισθεί η COVID-19. Πολλές οικονομίες στην περιοχή είχαν επιβραδυνθεί και μειωθεί, ήδη πριν από την πανδημία. Το τέταρτο τρίμηνο του 2019, η οικονομία της Γαλλίας υπεχώρησε κατά 0,1%, της Ιταλίας κατά 0,3% και της Ελλάδος κατά 0,7%. Χώρες όπως η Ισπανία (+0,5%) και η Πορτογαλία (+0,7%) εσημείωσαν κάποιαν ανάπτυξη, αλλά ολότελα αδύναμη.

Τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο του 2020 θα είναι αρνητικά, αλλά τα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο θα είναι πολύ χειρότερα. Οι χώρες της Νοτίου Ευρώπης εισήγαγαν τα «βαρύτερα» μέτρα της καραντίνας τους τον Μάρτιο, πράγμα που σημαίνει ότι η κανονική οικονομική δραστηριότης τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο θα μετριάσουν κάπως τον αντίκτυπο της COVID-19 κατά το πρώτο τρίμηνο. Ωστόσον, με τα μέτρα καραντίνας που θα τεθούν σε πλήρη ισχύ τον Απρίλιο και με την προοδευτική άρση των μέτρων που ενδεχομένως θα ξεκινήσει το ενωρίτερον κατά τον Μάϊο, το δεύτερο τρίμηνο πιθανότατα θα παρουσιάσει βαθύτερες συστολές του ΑΕΠ στη Νότιο Ευρώπη.

Είναι αδύνατον να γνωρίζουμε την ακριβή διάρκεια και το βάθος των περιόδων της υφέσεως, καθώς αυτά θα εξαρτώνται από την εξέλιξη των μεταδοτικών ασθενειών και την προοδευτική άρση των εγκλεισμών. Ωστόσον, επειδή πολλές εταιρείες έχουν παύσει να παράγουν και να επιχειρούν κατά την διάρκεια της καραντίνας και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων έχουν απωλέσει την εργασία τους, η παραγωγή, η κατανάλωση και οι επενδύσεις θα παραμείνουν αδύναμες κατά το τρίτο και πιθανώς ακόμη και κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2020.

Υψηλοτέρα ανεργία

Μετά από την παρελθούσα κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσεως στις αρχές του 2010, τα ποσοστά ανεργίας εμειώθηκαν σταθερά στη Νότιον Ευρώπη. Στις αρχές του 2020, η ανεργία ευρίσκετο υπό το 10% στην Πορτογαλία, την Γαλλία και την Ιταλία, και περίπου 14% στην Ισπανία και 16% στην Ελλάδα. Αυτά τα ποσοστά θα αυξηθούν πλέον σημαντικώς στους ερχομένους μήνες, επειδή πολλοί από τους εργαζομένους που έχασαν την εργασία τους κατά την διάρκεια της καραντίνας δεν θα εύρουν άμεσο απασχόληση μόλις τελειώσει η επιδημία.

Τα μέτρα απομονώσεως καταστρέφουν εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Ευρώπη. Στην Ισπανία, σχεδόν 900.000 θέσεις εργασίας (σε εργατικό δυναμικό περίπου 23 εκατομμυρίων) εχάθησαν μεταξύ απολύσεων και αναστολών εργασίας μόνον στο δεύτερο ήμισυ του Μαρτίου. Στην Γαλλία, περίπου τέσσερα εκατομμύρια εργαζόμενοι (σε εργατικό δυναμικό περίπου 30 εκατομμυρίων) ήσαν σε κρατικώς επιδοτούμενες άδειες περιωρισμένων αποδοχών στις αρχές Απριλίου. Στην Πορτογαλία, μέχρι το τέλος Μαρτίου, οι εταιρείες εζήτησαν κρατική άδεια για την απόλυση περισσότερων από 500.000 εργαζομένων (σε εργατικό δυναμικό ολιγότερο των 6 εκατομμυρίων). Τα επιδόματα ανεργίας και οι κρατικές επιχορηγήσεις δεν αποτελούν πλήρες υποκατάστατο του μισθού, γεγονός που μειώνει την ικανότητα των εργαζομένων να καταναλώνουν, οπότε συνεπώς αποδυναμώνουν περαιτέρω την οικονομία.

Υψηλότερα επίπεδα ελλείμματος και χρέους

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι εθνικές κυβερνήσεις προσαντλούν τεράστια χρηματικά ποσά στην οικονομία με τη μορφή κρατικών δανείων για εταιρείες, καθυστερήσεις στις πληρωμές φόρων για νοικοκυριά, καθώς επίσης και ως βοήθεια για τους εργαζομένους που έχασαν την δουλειά τους. Ένα μεγάλο μέρος αυτών των μέτρων θα χρηματοδοτηθεί με την ανάληψη προσθέτου χρέους. Μέχρι στιγμής, οι νοτιοευρωπαϊκές κυβερνήσεις κατάφεραν να αναλάβουν νέο χρέος με χαμηλά επιτόκια, εν μέρει λόγω της παρεμβάσεως της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης στις αγορές χρεογράφων. Αλλά όταν η επίδραση της COVID-19 έχει τελειώσει, αυτές οι χώρες θα ευρεθούν με υψηλότερα επίπεδα χρέους εν μέσω βαθείας υφέσεως.

Το ιταλικό επιχειρησιακό λόμπι Confindustria υπελόγισε προσφάτως ότι το χρέος της χώρας θα ημπορούσε να φθάσει το 147,2% του ΑΕΠ το 2020, από το 134,8% όπου ευρίσκετο το 2019. [Η Confindustria, είναι η ιταλική Εθνική Ομοσπονδία Εργοδοτών και Εθνικό Εμπορικό Επιμελητήριο, η οποία ιδρύθη το 1910. Συνενώνει περισσότερες από 113.000 εταιρείες εθελοντικά -μέλη, που αντιπροσωπεύουν περίπου 4.200.000 άτομα.] Η Goldman Sachs, εν τω μεταξύ, εδήλωσεν ότι το χρέος της Ιταλίας θα ημπορούσε να φθάσει το 160% του ΑΕΠ εφέτος. Συμφώνως προς την ελβετικήν εταιρεία χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών Credit Suisse, το δημόσιον χρέος της Ισπανίας θα φθάσει το 105,3% του ΑΕΠ το 2020 από 94,4% το 2019. Και η μεγαλυτέρα ιταλική τράπεζα «Unicredit» (η UniCredit ουσιαστικώς είναι μια ιταλική εταιρεία παγκοσμίων τραπεζικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών) προέβλεψεν ότι το χρέος της Πορτογαλίας θα ημπορούσε να φθάσει το 145,7% από 117,6% πριν από ένα έτος.

Το βασικόν ερώτημα που οι αγορές θα προσπαθήσουν να απαντήσουν μετά την πανδημία της COVID-19 είναι το αν αυτά τα επίπεδα χρέους είναι βιώσιμα. Ένα από τα μέρη όπου θα αναζητηθούν αψευδείς απαντήσεις είναι τα δημοσιονομικά ελλείμματα και εκεί η κατάσταση δεν θα είναι καθησυχαστική. Πριν από την τρέχουσα υγειονομική κρίση, ορισμένες χώρες της Νοτίου Ευρώπης ηγωνίζοντο να μειώσουν τα ελλείμματά τους υπό το κατώτατο όριο της ΕΕ ήτοι το 3% του ΑΕΠ. Αλλά η εργώδης πορεία τους έβαινε ακόμα προς συμμόρφωση με τα ανελαστικά αιτήματα προσαρμογής. Ωστόσον, τα μαζικά πακέτα τονώσεως στη Νότιον Ευρώπη θα οδηγήσουν σε ελλείμματα τα οποία, αναλόγως προς τον υπολογισμό, θα ημπορούσαν να κυμανθούν μεταξύ 5 και 10% του ΑΕΠ το 2020 (ορισμένοι δε αναλυτές υποδεικνύουν ότι θα ημπορούσαν να υπάρξουν ακόμη υψηλότερα ελλείμματα).

Οι «οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητος» οι γνωστοί μας «ΟΙΚΟΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ» θα ημπορούσαν να αντιδράσουν σε αυτά τα επίπεδα χρέους και ελλείμματος υποβαθμίζοντες τις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Αυτό θα καθιστούσε δαπανηρότερο για τις κυβερνήσεις να δανείζονται, ενώ σε χώρες όπως η Ιταλία θα έφερναν το χρέος επικίνδυνα κοντά σε «κατάσταση αποβλήτου» – σκουπιδιού, πράγμα που σημαίνει ότι πολλοί επενδυτές δεν θα ημπορούσαν να αγοράσουν ιταλικό χρέος λόγω των εσωτερικών τους κανόνων έναντι της αγοράς των επικινδύνων περιουσιακών στοιχείων.

Η υποβάθμιση της ποιότητος των ομολόγων θα είχεν επίσης αρνητικό αντίκτυπο στο χαρτοφυλάκιο των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών που τα κατέχουν – ένα πρόβλημα που είναι ιδιαίτερα έντονο στην Ιταλία, όπου οι τράπεζες διαθέτουν χρέη δισεκατομμυρίων ευρώ από την εθνική κυβέρνηση.

Ένα χρέος μεγαλυτέρου βάρους, σε συνδυασμόν με υψηλότερον κόστος δανεισμού, θα περιόριζε επίσης την δυνατότητα στις Κυβερμνήσεις της Νοτίου Ευρώπης να δαπανήσουν σωτηριακώς εγχώριες συνεισφορές, επειδή ένα σημαντικό μέρος των δημοσίων εσόδων θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για την εξυπηρέτηση του χρέους. Με την πάροδο του χρόνου, οι εθνικές κυβερνήσεις ημπορεί να χρειασθεί να εφαρμόσουν περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων, ώστε να αυξήσουν τα κρατικά έσοδα και να μειώσουν το έλλειμμα τους, κατ΄αυτόν τον τρόπον περιορίζουσες συνάμα την ικανότητά τους να εξέλθουν από την ύφεση.

Η οικονομική κρίση θα δημιουργήσει επίσης προβλήματα για τις τράπεζες που κατέχουν ιδιωτικό χρέος. Βεβαίως τα τελευταία χρόνια, οι τράπεζες στη Νότιον Ευρώπη έχουν μειώσει με ταχείς ρυθμούς την έκθεσή τους σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ωστόσον, ο κίνδυνος των νοικοκυριών και των εταιρειών που εμφανίζουν αδυναμία αποπληρωμής των δανείων τους θα αυξηθεί παραλλήλως με την αύξηση της ανεργίας και την συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητος. Τα τέσσερα κράτη μέλη της ΕΕ με τον υψηλότερο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι όλα τους νότια: η Ελλάς, η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιταλία. Αυτές είναι οι χώρες όπου καλούμεθα να εξετάσουμε τις πιθανές συνιζήσεις, τις δυνητικές καταρρεύσεις των τραπεζών λόγω της οικονομικής υφέσεως.

Οι χώρες της Νοτίου Ευρώπης θα υποστούν βαθειές υφέσεις επί πολύ καιρό μετά την αποδρομή της πανδημίας COVID-19, η οποία θα ημπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε ένα άλλο αποσταθεροποιητικό κύμα την καθεστωτική πολιτική: να οδηγήσει δηλαδή σε ισχυρά εθνικιστικά κινήματα.

Επίκειται άραγε άλλο ένα εθνικιστικό «κύμα»;

Η κρίση της COVID-19 επέφερε μια στοιχειώδη προσωρινή πολιτική σταθερότητα σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Οι πολιτικοί σε όλη την ήπειρο έθεσαν σε δευτέρα μοίρα τις ιδεολογικές τους διαφορές για να στηρίξουν τα αποφασισθέντα έκτακτα μέτρα, αυξάνοντες έτσι την δημοτικότητα πολλών κυβερνήσεων.

Αλλά όταν το χειρότερο μέρος της υγειονομικής κρίσεως θα έχει τελειώσει, τότε οι προϋπάρχουσες πολιτικές διαφωνίες θα επιστρέψουν δριμύτερες. Και οι κυβερνήσεις που ήσαν είτε εύθραυστες (όπως της Ιταλίας) είτε μη δημοφιλείς (όπως της Γαλλίας) θα ιδουν τα παλαιά τους προβλήματα να επιστρέφουν. Μόλις περάσει η έκτακτη ανάγκη, το παίγνιο των συνεχών κατηγοριών θα εκκινήσει πάλιν, καθώς τα διάφορα κόμματα της αντιπολιτεύσεως θα εστιάζουν την κριτική τους στα πράγματα που οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να είχαν πράξει διαφορετικά. Εθνικιστικά, «εθνικιστικά», αλλά ακόμη και ευρωσκεπτικιστικά κόμματα στον ευρωπαϊκόν Νότο θα επιτεθούν επίσης στις χώρες του Βορρά, λόγω της καθολικής ελλείψεως αλληλεγγύης τους και επίσης θα επικρίνουν την Ευρωπαϊκή Ένωση για την αργή αντίδρασή της στην κρίση.

Προφανώς τα μέτρα λιτότητος θα ημπορούσαν να περιπλέξουν περαιτέρω την πολιτική κατάσταση. Κατά την διάρκειαν της οικονομικής κρίσεως στις αρχές της δεκαετίας του 2010, οι περισσότερες κυβερνήσεις οι οποίες επραγματοποίησαν μη δημοφιλείς περικοπές δαπανών, ετιμωρήθησαν από τους ψηφοφόρους στις γενόμενες εκλογές. Η κρίση συνέβαλε επίσης στην εμφάνιση αντικαθεστωτικών κομμάτων, μερικά από τα οποία είχαν θέσεις και κατά της παρατύπου μεταναστεύσεως και κατά της ΕΕ. Μέχρι στιγμής, τα εθνικοπατριωτικά κόμματα όπως o Συνασπισμός του Βορρά – Lega Nord στην Ιταλία και ο Εθνικός Συναγερμός – Rassemblement national, της Γαλλίας έχουν αγωνιστεί δεόντως ώστε να επωφεληθούν από την πανδημία του κορονοϊού.

Ωστόσον, όπως καταδεικνύει σαφώς η ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία, αυτά τα πολιτικά σχήματα ευδοκιμούν σε περιόδους υφέσεως, πράγμα που σημαίνει ότι η «θύρα» παρεμβάσεως θα είναι ανοικτή για τα υπάρχοντα ή και για νέα εθνικοπατριωτικά, λαϊκιστικά, εθνικοδημοκρατικά, αλλά κυρίως ακραιφνώς Εθνικιστικά κόμματα, ώστε να εγκύψουν δραστήρια στο νέο δρώμενο, ως αποτέλεσμα της νέας οικονομικής κρίσεως που μόλις αρχίζει να ξεκινά στην Ευρώπη. Βεβαίως εδώ ομιλούμε για γνήσιες πατριωτικές οντότητες, φορείς εθνικών και εθνικιστικών ιδεών, όχι όμως για κατασκευασμένα καθεστωτικά ανδρείκελα που αποτελούν βολικούς νάρθηκες των κρατούντων.

Εις ότι αφορά την πολιτική δυναμική των κοινωνικών ομάδων και συναθροισμάτων, δεν πρέπει να λημονούμε πως σε όλη την νεωτέρα ιστορία του Έθνους, υπάρχουν ως συστατικές συνιστώσες του ελληνικού πληθυσμού και διάφοροι χομπίστες ηλίθιοι ή επ’ αμοιβή ανοηταίνοντες. Αυτοί φρονούν περιπαθώς ότι η νυν κυβέρνηση είναι τάχα αλάνθαστη και λειτουργεί ως ασπίς προστασίας του Λαού μας, χάρη δε σε αυτήν έχουμε ακόμη… την ζωή μας και οι περισσότεροι εξ ημών την υγειά μας. Επομένως, ότι και αν επιφέρουν στο Έθνος οι αποφάσεις της, την οιανδήποτε κατέρρειψη και εμβροντησία αν υποστούμε από τα οικονομικά μέτρα της, θα οφείλουμε ευγνωμονούντες να την δικαιολογήσουμε.

Δηλαδή, να λησμονήσουμε τις υπάρχουσες προηγούμενες μεταμνημονιακές ελλείψεις, να μην προβληματισθούμε για την πενία και την πείνα που έρχονται καλπαστικώς και να είμεθα συναινετικοί στην γερμανοκρατουμένη βόρειον Ευρώπη, που «σπεύδει βραδέως», συνεισφέρουσα δυσφορούσα τα ανεπαρκή ελάχιστα για την σωτηρία εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών.

Να είμεθα δουλικώς προσηνείς προς την πλουτοκρατική Γερμανία, η οποία ελέγχει την πολύφερνη «Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα», ο εκπρόσωπός της οποίας ημπόδισεν αποφασιστικώς την αναστολή των πλειστηριασμών για την πρώτη κατοικία. Σε μια συνάντηση όπου, (όπως κατέγραψεν η εφημερίς ΠΑΡΟΝ της 12ης Απριλίου, για να μην λησμονούμε,) παρίσταντο δίχως αντίφωνο στους δανειστές, οι κατ΄ αποστολήν και καθήκον προστάτες του Λαού μας…. οι Υπουργοί Σταϊκούρας και Γεωργιάδης, καθώς και οι Υφυπουργοί Ζαβός και Σκυλακάκης.

Συνέλληνες συμπατριώτες μην πάψετε να επαγρυπνείτε!

Μη λησμονείτε πως κάθε προσπάθεια πολιτικής ασφυξίας της αντιθέτου γνώμης είναι σκόπιμη εξαφάνιση της αληθείας, είναι δηλαδή εχθροπραξία κατά του Λαού και της Πατρίδος.

Καλή Ανάσταση!

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Exit mobile version