Από την Δευτέρα 4 Μαΐου μπήκαμε και επισήμως στην δεύτερη περίοδο της πανδημίας του κορωνοϊού. Σύμφωνα με το κυβερνητικό αφήγημα της ΝΔ, πρόκειται για την προσπάθεια σταδιακής επαναφοράς της οικονομικής – κυρίως – δραστηριότητας, καθώς και η σύνδεση με το νήμα-νόημα της προηγούμενης «κανονικότητας».
Προχωρώντας, λοιπόν, την «επανεκκίνηση» της οικονομίας και την περεταίρω αντιμετώπιση της πανδημίας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα επιχειρήσει εκ νέου να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα, χρησιμοποιώντας καταλλήλως τα «μπουκωμένα» από αυτήν ΜΜΕ. Ανάλογα με την περίσταση, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ακολουθεί μια διπλή τακτική. Από την μια, περιγράφει την επιστροφή στην «νέα κανονικότητα» ως μία ωραία και αισιόδοξη επιστροφή, που μάλιστα θα απαλλάξει πολλούς Έλληνες από την… κόπωση της εργασίας και των μετακινήσεων (επέκταση της τηλε-εργασίας, της μερικής/εναλλάξ απασχόλησης, με κορυφαία πράξη την… απόλυτη ξεκούραση που προσφέρει η ανεργία).
Από την άλλη, φροντίζει να μας θυμίζει την περιβόητη «ατομική ευθύνη» και την «καταπολέμηση του λαϊκισμού», δικαιολογώντας, εμμέσως πλην σαφώς, την «ανάγκη» περικοπών, αύξησης της ανεργίας, ανατιμήσεων και κανιβαλικού ανταγωνισμού για την εύρεση μιας πολύ κακοπληρωμένης θέσης «εργασίας». Η πρώτη βασική αδυναμία της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι ότι της λείπει εντελώς (κι αυτής) μια οπτική στρατηγικού σχεδίου διεξόδου της Χώρας και επομένως ο κατάλληλος σχεδιασμός με τον οποίο θα την πετύχει.
Η όλη διαχείριση της ΝΔ βρίσκεται εντός των πλαισίων που έχουν χαράξει η ΕΕ και τα εθνοκτόνα Μνημόνια, άρα ο προσανατολισμός της και η οικονομική πολιτική είναι υποταγμένες σε αυτούς ακριβώς τους σχεδιασμούς. Αυτός ο ορίζοντας είναι εντελώς περιορισμένος για να μπορέσει να προσδώσει έστω και ελάχιστα περιθώρια Κυριαρχίας στην Χώρα και να δρομολογήσει μια έστω και στοιχειωδώς σθεναρή αντιμετώπιση των καυτών Εθνικών και Κοινωνικών ζητημάτων. Μέσα σ’ αυτά τα προκαθορισμένα πλαίσια είναι προσαρμοσμένα και τα «δώρα» που (και) αυτή η κυβέρνηση φροντίζει να δίνει στον βασικό κορμό του «Συνταγματικού τόξου»: εφοπλιστές, μεγαλοεπιχειρηματίες, καναλάρχες, μεγαλοεργολάβοι, κτλ.
Η διαχείριση του χρήματος προς την Κοινωνία και την αγορά γίνεται με αυτά τα συγκεκριμένα κριτήρια. Καταιγισμός διαφημίσεων «παροχών» και «επιδομάτων», χωρίς ουσιαστική πρακτική εφαρμογή προς τον δοκιμαζόμενο Λαό. Δεν πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, πολύ ήπια και χωρίς την παραμικρή αντίδραση, φέρθηκε ξανά ως πειθήνιο όργανο της ΕΕ και αποδέχτηκε τις αποφάσεις της (με το να τις συνυπογράψει), που δημιουργούν όρους ξεκάθαρης επιβολής νέων εξοντωτικών Μνημονίων στην Ελλάδα, σε μια στιγμή μάλιστα που το «σχίσμα» ανάμεσα σε Βορά και Νότο ενισχύεται και βαθαίνει.
Η δεύτερη βασική αδυναμία της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι πως δεν έχει δεσμευτεί με συγκεκριμένο τρόπο για το πώς και το πόσο θα στηριχτεί το Δημόσιο Σύστημα Υγείας και ιδιαίτερα ο νευραλγικός χώρος των ΜΕΘ. Ακόμα κι αν ισχύει ο κυβερνητικός ισχυρισμός ότι υπάρχουν 1.200 ΜΕΘ, οι ανάγκες της χώρας είναι υπερδιπλάσιες, για 25.000 ΜΕΘ, γι’ αυτό θα έπρεπε ταχύτατα να εξοικονομηθούν χρήματα και να τεθεί ως πρώτη προτεραιότητα η ταχεία αύξηση των ΜΕΘ.
Η τρίτη βασική αδυναμία της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι ότι δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός για την απεξάρτηση από την «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού, που αποτελεί σήμερα την «ραχοκοκαλιά» του ΑΕΠ της Χώρας. Η πρωτογενής παραγωγή έχει υποβαθμιστεί σημαντικά (πχ. ο τζίρος τριών τηλεφωνικών εταιριών είναι μεγαλύτερος από τον τζίρο του αγροτικού τομέα). Τι γίνεται, λοιπόν, σε μια Χώρα όταν, για κάποιον «απρόβλεπτο» λόγο, ο τουρισμός θα γνωρίσει κατακόρυφη πτώση; Οι θριαμβολογίες του παρελθόντος, πως «ο τουρισμός είναι η βαριά μας βιομηχανία», δίνουν την θέση τους τώρα στην προχειρότητα και το «κενό» του κράτους, την χρόνια κλίση προς τον παρασιτισμό και την έλλειψη μιας πραγματικά Εθνικής προοπτικής για την Πατρίδα και τον Λαό.
Η τέταρτη βασική αδυναμία της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι η γενική έλλειψη ενός μελετημένου σχεδίου για τις άμεσες και γενικότερες ανάγκες της Χώρας και η συνειδητά παραπλανητική πληροφόρηση προς τον Ελληνικό Λαό ότι μπορεί φέτος να έχουμε ύφεση και δυσκολίες, αλλά το 2021 θα εκτοξευθούμε και θα έχουμε τεράστια ανάπτυξη… Που, όμως, στηρίζει αυτή την (συνειδητά ψευδή) εκτίμηση η ΝΔ; Σε ποια δεδομένα; Γιατί τόσα χρόνια δεν παρουσιάστηκε στην Ελλάδα ή σε κάποια άλλη Ευρωπαϊκή χώρα ένα τέτοιο φαινόμενο; Σοβαρές μελέτες τοποθετούνται λέγοντας πως θα φτάσουμε στο επίπεδο του 2019 μόλις το 2023, αν βεβαίως νωρίτερα όλα πάνε «ομαλά»…
Στο ενδιάμεσο διάστημα, η ζοφερή πραγματικότητα θα χτυπήσει βάναυσα την Ελλάδα. Στην κυβέρνηση της ΝΔ το ξέρουν πολύ καλά και το έκρυβαν επιμελώς μέχρι χθες, θα το δικαιολογήσουν στην δεύτερη φάση που διανύουμε, θα το επιβάλλουν στην συνέχεια. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν «είμαστε όλοι μαζί». Όλο το συστημικό πολιτικό φάσμα, όλα αυτά τα χρόνια, δεν έκανε καμία διαθρωτική αλλαγή στην παραγωγή και την οικονομία, υποτάσσοντας την Ελλάδα ακόμη περισσότερο στον σχεδιασμό μετατροπής της Χώρας σε χώρο και του Ομοιογενούς Λαού της σε ετερογενή πληθυσμό. Η ανάληψη άμεσων κοινωνικών και πολιτικών πρωτοβουλιών από το πλέον Συνειδητοποιημένο τμήμα του Ελληνικού Λαού, τους Εθνικιστές, αποτελεί κάτι παραπάνω από επιτακτική ανάγκη.
ΖΗΤΩ Η ΝΙΚΗ!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ
Reblogged this on Macedonian Ancestry.