Ζήσαμε λοιπόν και τις ημέρες καραντίνας. Κάτι ιδιαίτερο και πρωτόγνωρο για όλους μας. Ζήσαμε ημέρες που έπρεπε να πάρουμε άδεια για να βγάλουμε βόλτα το σκύλο μας, ή για να επισκεφθούμε τους γέροντες γονείς μας. Ζήσαμε ημέρες που απαγορευόταν να επισκεφθούμε τους δικούς μας ανθρώπους σε νοσοκομεία ή οίκους ηλικιωμένων, ή στο πατρικό στο χωριό.
Πέραν των πολιτικών προεκτάσεων μιας τέτοιας καταστάσεως και πέραν των επιπτώσεων στην δημόσια υγεία από την πανδημία, υπάρχει και μια άλλη πτυχή στο θέμα, αυτή της κοινωνικής επαναξιολόγησής μας.
Τι εννοώ. Μέχρι την καραντίνα, η κοινωνία μας, λειτουργούσε προβάλλοντας και προωθώντας, διαφημίζοντας και αναγάγοντας σε πρότυπα, κάποια «είδωλα» κάποια ‘idols’ για να μιλήσω κοσμοπολίτικα…
Αυτοί που «μέτραγαν» αυτοί που «είχαν σημασία» αυτοί που γέμιζαν την καθημερινότητα της κοινωνίας μας, οι «ξύπνιοι» οι «μάγκες», ήταν οι τηλεπερσόνες, οι τραγουδιστές/ριες, οι παρουσιαστές, οι δημοσιογράφοι, οι ποδοσφαιριστές, οι μπασκετμπολίστες, τα μοντέλα, οι ηθοποιοί, οι «influencers» (τελευταίο φρούτο) και γενικώς όλοι αυτοί που συνέθεταν την «wow κουλτούρα» της κοινωνίας μας. Τουλάχιστον της σύγχρονης κοινωνίας μας.
Αυτοί κέρδιζαν το μερίδιο του λέοντος από την δημοσιότητα, αυτών τα τραγούδια βάζαμε τα παιδιά μας να τραγουδάνε και καμαρώναμε, αυτών τα ρούχα, το «style» και το «life styling» αντιγράφαμε, ως κοινωνία. Άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο, αλλά αυτή είναι η αλήθεια.
Και ξαφνικά, έπρεπε να κλειστούμε σπίτια μας, για να μην πεθάνουμε. Τουλάχιστον αυτή είναι η δικαιολογία. Και ξαφνικά όλα αυτά τα είδωλα, μίκρυναν και έσβησαν. Έγιναν από υπεράνθρωποι-ατμομηχανές της κοινωνίας, απλοί καθημερινοί άνθρωποι που κρύφτηκαν κι εκείνοι, για να μην κολλήσουν τον ιό.
Και ως υπεράνθρωποι, αναγορεύτηκαν άλλοι. Και δεν τους αναγόρευσε καμία influencer, κανένας όμιλος ΜΜΕ, κανένα life styling. Ως υπερανθρώπους τους αναγόρευσε η «ταπεινή» εργασία τους. Μια εργασία στην οποία δεν δίναμε ποτέ πριν, ως κοινωνία σημασία. Παλαιότερα ήταν αδύνατον να συγκριθούν αυτοί με τα «idols».
Δηλαδή, ποιος θα συνέκρινε ποτέ, την glamorous παρουσιάστρια του πρωινάδικου , με την υπέρογκη αμοιβή, με τον ντελιβερά του καφέ στην γωνία; Ή με την υπάλληλο στο τυράδικο του σούπερ μάρκετ;
Όμως εν μέσω απαγόρευσης κυκλοφορίας. Εν μέσω ψαλιδίσματος της καθημερινότητας από τον φωτεινό και πλάνο κόσμο της τηλεόρασης, ξαφνικά είδαμε ότι αυτοί που μετρούσαν στην ζωή μας, ήταν οι απλοί και καθημερινοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας, σαν εμάς τους ίδιους.
Οι υπάλληλοι των σούπερ μάρκετς, οι υπάλληλοι των καφέ, οι ντελιβεράδες, οι κούριερς, οι φαρμακοποιοί, οι γιατροί, αλλά και οι νοσοκόμες/οι, οι οδηγοί ασθενοφόρων, οι τραυματιοφορείς, οι εργαζόμενοι στο ΕΚΑΒ γενικότερα, οι φρουροί των συνόρων, οι στρατιώτες, οι αστυφύλακες, οι αγρότες, οι φουρναραίοι, οι χασάπηδες, οι μανάβηδες, οι πιτσαδόροι, τα συνεργεία καθαρισμού των πολυκατοικιών μας, τα καθαριστήρια ρούχων, οι σκουπιδιάρηδες, οι οδοκαθαριστές, οι βενζινάδες, οι οδηγοί τρόλεϊ-λεωφορείων, οι ταξιτζήδες, οι περιπτεράδες και οι ψιλικατζήδες.
Όλοι αυτοί των οποίων η εργασία, ακούγεται τόσο τετριμμένη, τόσο ταπεινή, τόσο δεδομένη, αλλά τελικά είναι τόσο χρήσιμη και απαραίτητη για την καθημερινότητά μας. Κανέναν πρωινάδικο δεν τους πήρε ποτέ συνέντευξη, κανένα περιοδικό δεν τους φωτογράφισε. Αλλά τελικά χωρίς αυτούς, χωρίς την δική τους έκθεση στον κίνδυνο, θα ήταν αδύνατη η δική μας προστασία.
Κι αυτή είναι μια σπονδυλική αλήθεια της κοινωνίας μας. Έχουμε ανάγκη από επαγγέλματα που προσφέρουν, που αποτελούν λειτούργημα κι όχι από «γκλαμουριές» και «φούσκες». Τελικά φάνηκε ότι η κοινωνία μας περισσότερο έχει ανάγκη από βιοτεχνίες για μάσκες και αντισηπτικά, από αγρότες και φουρναραίους και λιγότερο από εισαγωγείς iphone ή bmw κι από τραγουδιάρες, εισαγόμενες ή μη.
Ελπίζω κάτι να μάθαμε. Ελπίζω κάτι να αξιολογήσαμε.
Ζητώ ειλικρινά συγγνώμη, αν από λάθος, ξέχασα κάποιο επάγγελμα που εργάστηκε για την εξυπηρέτηση κι ασφάλεια της κοινωνίας μας.
Μυρμιδόνας