Πριν από 2 ημέρες συμπληρώθηκε ένας χρόνος από τις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές και την έναρξη μιας σειράς από εκλογικές αναμετρήσεις σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεδομένου ότι η δημοτική παράταξη της Χρυσής Αυγής για το Δήμο Θεσσαλονίκης δεν κατάφερε να λάβει μέρος στις εκλογές για την ανάδειξη νέου δημάρχου και με αφορμή τα τεκταινόμενα σε ότι αφορά το λαϊκό εθνικιστικό κίνημα και τον νέο κύκλο προπαγάνδας περί «διάλυσης» του, οφείλω να καταθέσω τα πραγματικά περιστατικά ως απάντηση στους αιώνια δυσαρεστημένους «πατριώτες» αλλά και ως προειδοποίηση στους καλοπροαίρετους και αφελείς που τους εμπιστεύονται.
Αρχικά, η αδυναμία συμμετοχής της Ελληνικής Αυγής για τη Θεσσαλονίκη δεν έγινε κατόπιν συνεννόησης, εξαγοράς ή σκόπιμου λάθους από πλευράς του επικεφαλής της, αλλά κατόπιν απόφασης του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, το οποίο παρά τους όποιους νομικούς χειρισμούς, δεν ήρε την αρχική απόφαση περί απαγόρευσης συμμετοχής στις εκλογές. Ο λόγος της απαγόρευσης έγκειται σε μία πρόταση στα δικαιολογητικά την οποία οι αρμόδιοι θεώρησαν ως λάθος διατύπωση κι ενώ είχαν τη δυνατότητα ενημέρωσης για την τυπική αντικατάσταση του επίμαχου εγγράφου, περίμεναν έως τη λήξη της προθεσμίας, ώστε να καταστεί άκυρος ο συνδυασμός. Φαίνεται πως η πενταετής παρουσία της Ελληνικής Αυγής για τη Θεσσαλονίκη αποτελούσε πρόβλημα για το σύστημα, αφού πέραν των δυναμικών της παρεμβάσεων ήταν και η μοναδική παράταξη που έφερε πρόταση προς ψήφισμα για την διατύπωση επίσημης θέσης από το Δημοτικό Συμβούλιο για το εάν η Μακεδονία είναι ελληνική ή όχι. Την πρόταση απέρριψαν ΟΛΕΣ οι παρατάξεις, συμπεριλαμβανομένης κι αυτής της ΝΔ, γεγονός για το οποίο ο πρώην δήμαρχος Μπουτάρης εξέφρασε την ικανοποίηση του.
Όσο για τα «ανταλλάγματα» τα οποία υποτίθεται ότι εξέλαβα ως αμοιβή για την απουσία μου από το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης αρκούμαι στις ανακοινώσεις του Κινήματος για τις οικονομικές καταστάσεις τόσο του κόμματος, όσο και της ηγεσίας και των στελεχών της. Αντί να αναρωτηθούν για την ύποπτη στάση των «πατριωτών» αντικαταστατών μου και για το εξαιρετικά φιλικό κλίμα που επικρατεί στις συνεδριάσεις, αντί να ενοχληθούν από την πλήρη αφωνία των «πατριωτών» που δεν είχαν τον χρόνο να δημοσιεύσουν μισή ανακοίνωση για το μείζον ζήτημα της Μακεδονίας στην ίδια αίθουσα που η Ελληνική Αυγή για τη Θεσσαλονίκη είχε οργανώσει μέχρι και παρέμβαση διαμαρτυρίας ενάντια στην προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών, ανακαλύπτουν κάθε τρεις και λίγο «στοιχεία» που «αποδεικνύουν» τη συστημικότητα της Χρυσής Αυγής.
Κατά τα πέντε χρόνια παρουσίας στο Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης η Χρυσή Αυγή διένυε την τέταρτη δεκαετία ιδεολογικού και την τρίτη δεκαετία πολιτικού αγώνα, έχοντας δώσει αμέτρητες μάχες τόσο για την Μακεδονία όσο και για υπόλοιπα εθνικά θέματα. Σε ότι με αφορά προσωπικά, ενημερώνω τους πάσης φύσεως επικριτές ότι συμμετέχω στους αγώνες της Χρυσής Αυγής από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 κι έχω γαλουχηθεί με κινηματική συνείδηση η οποία δε μου επιτρέπει να κάνω εκπτώσεις στις ιδέες μου και να προβαίνω σε συνδιαλλαγές με άτομα που θεωρώ υπαίτια για την καταστροφή της πατρίδας. Πολύ περισσότερο, η Ηγεσία της Χρυσής Αυγής με δίδαξε με το παράδειγμα της την έννοια του ήθους, ώστε σε περίπτωση διαφωνίας να έχω το σθένος της γνώμης στο πλαίσιο της προσωπικής ευθύνης αντί της σιωπηλής συναίνεσης και της μετατόπισης ευθυνών σε τρίτους εξαιτίας καταστάσεων που δεν εξυπηρετούν προσωπικές φιλοδοξίες.
Άραγε, αυτοί που ενοχλούνται από το δήθεν «σκόπιμο λάθος» της Ελληνικής Αυγής για τη Θεσσαλονίκη ώστε να μη συμμετάσχει στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές αλλά δεν ενοχλούνται από τον σφετερισμό εδρών που ανήκουν στο κόμμα από τους «πρώην» και τους «ανεξάρτητους» έχουν τη στοιχειώδη λογική να αντιληφθούν ότι ο μόνος που ωφελείται από την φίμωση της εθνικιστικής φωνής και τη συκοφαντία εις βάρος στελεχών της Χρυσής Αυγής είναι το σύστημα και οι υπάλληλοι του; Αν όχι, ας συνεχίσουν την γνώριμη τακτική της πολιτικής παράνοιας κρύβοντας κάτω από το ίδιο χαλί αυτούς που αντιδρούν στο ξεπούλημα της χώρας με αυτούς που την ξεπουλούν, στο όνομα του «ακομμάτιστου» πολιτισμένου διαλόγου, στον οποίο η Χρυσή Αυγή δε μπορεί και δε θέλει να έχει συμμετοχή.