“Βοσκοί, στη μάντρα της Πολιτείας οι λύκοι! Οι λύκοι!
Στα όπλα, Ακρίτες! Μακριά και οι φαύλοι και οι περιττοί,
καλαμαράδες και δημοκόποι και μπολσεβίκοι,
για λόγους άδειους ή για του ολέθρου τα έργα βαλτοί.”
Το 1928 ο Ελευθέριος Βενιζέλος πρότεινε νόμο διώξεως κατά του κομμουνισμού ως κίνδυνο ανατροπής αξιών και κοινωνικών δικαιωμάτων όπως η πατρίδα, η οικογένεια και η ατομική ιδιοκτησία. Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε τελικά το 1929. Στις 9 Μαϊου του 1928 ο Ριζοσπάστης δημοσίευσε άρθρο στο οποίο στοχοποιούσε τον εθνικό ποιητή και τον εξύβριζε επειδή δεν δήλωνε αν είναι υπέρ ή κατά του νομοσχεδίου. Η απάντησή του στους κομμουνιστές ήταν: «Δεν μπορώ, δεν μπορώ, δεν ξαίρω … δεν ξαίρω. Δεν ανακατεύουμαι στα πολιτικά, δεν μ’ ενδιαφέρουν».
Τότε ο Ριζοσπάστης έβγαλε όλη του την χολή κατά του Παλαμά:
«ΑΝΑΓΟΥΛΑ ! Μεγάλος ποιητής ο κ. Κωστής Παλαμάς; Γιαυτό θα μιλήση η αύριο. Η αύριο που έρχεται, ενώ ο κ. Παλαμάς φεύγει – θα έχει ήδη φύγει. Μα εκείνο που μπορεί οποιοσδήποτε να πη από σήμερα – αστός ή προλετάριος – είναι το ότι όταν κανείς δεν έχει μούτρα να πη ότι είναι με την αντίδραση, αλλά ούτε και το σθένος να πη ξάστερα ότι είναι ενάντια στην τρομοκρατία, τι μικρός άνθρωπος πρέπει να είναι αυτός – κι ακριβώς όταν συμβαίνει να είναι ο Παλαμάς – τι τιποτένιος !»
Ο Παλαμάς τον Ιούλιο του 1931 έγραψε στα Πολιτικά Φύλλα την γνώμη του για την Σοβιετική Ρωσία:
«Οι τόποι που κινούνται τα Σοβιέτ και οι τρόποι με τους οποίους πολιτεύονται, όσο κι αν ευρίσκομ’ έξω και ολόμακρα, μου είναι αντιπαθητικοί. Χορείες δυσκολοξεχώριστες μέσα στ’ ολόγοργο δαιμονισμένο πέρασμά τους από τα εκστατικά μάτια μου, τσαρισμοί και μπολσεβικισμοί. Σοβιετικές δημοκρατίες και τσαρικές απολυταρχίες μου είναι σχεδόν το ίδιο μ’ όλες τις τρανές των ίσως διαφορές εις τα καθέκαστα και τη Χριστιανική – να μια λέξη όλως διόλου αντισοβιετική – συμπάθεια που μου εμπνέει ο τραγικός εξαφανισμός της προσοβιετικής Ρωσίας από το θέατρο του κόσμου». Περ. Πολιτικά Φύλλα Ιούλιος 1931
Το 1936 ο Ελευθέριος Μιχόπουλος έγραψε ένα μυθιστόρημα με τίτλο Δυστυχώς επλανήθημεν και ζήτησε από τον Παλαμά να του γράψει την γνώμη του. Ο Παλαμάς διάβασε το χειρόγραφο και του απάντησε στις 27 Σεπτεμβρίου 1936: «είναι αδύνατο κανείς να μην εκτιμήση και να μη τιμήση με κάποιο θαυμασμό την επίμονη και την ακατάβλητη εργασία σας για την πατριωτική του ειλικρίνεια και την εθνικιστική του ενέργεια…»
Ο ήρωας του μυθιστορήματος είναι ένας μπολσεβίκος ονόματι Βασίλη Ντοροσέγκο. Ο Παλαμάς σχολιάζει: «..από τους πρωτοστάτες των απάτριδων μπολσεβίκων που κατέλαβαν, κυβερνούν και λυμαίνονται τη μεγάλη Ρωσσία».
Για το βιβλίο συνολικά κρίνει δίνοντας ανοιχτά και για το τι νιώθει για τον μπολσεβικισμό:
«Κυρίως έχει την ψυχική ευπάθεια και την ακαταμάχητη πεποίθησι του συγγραφέα που φέρνει την προσήλωσιν ως να είναι η αλήθεια, καθώς και την αντίδραση, την αντιπάθεια, το μίσος προς τις ιδέες, προς τα τεχνάσματα, την τυρανία και τα ανοσιουργήματα των μπολσεβίκων…Σαν ακούμε τη λέξη μπολσεβίκοι, κομμουνιστές, ταραζόμαστε και αντιπαθούμε, σε ότι βλέπομε, σε ότι ακούμε τριγύρω μας, σε ότι κινεί την απιστία, την κακοπιστία, την έχθρα, το μίσος.
Αυτό είναι η δύναμη εκείνου που μας περιβάλλει, εκείνο είναι η πραγματικότης, η αλήθεια, το αξίωμα, η κάθαρση της αστικής ψυχολογίας. Και η ψυχή που εσπείρατε στο μυθιστόρημά σας, και παρ’ όλη τη καλλιτεχνική του προβληματικότητα, είναι πλήρως και θρεμμένη από τους δόλους και από τα αίσχη του κομμουνισμού. Ώστε δυσκολότατα μπορεί να απιστούμε και ν’ αμφιβάλουμε προς τη πλησμονή, την ακρίβεια, προς την τέχνη και την αλήθεια των πληροφοριών σας, και να μην επισφραγίσουμε τα γραφόμενά σας κάτω από τις δύο λέξεις βία και σφαγή που είναι καθώς φαίνεται, όλη η πολιτική των μπολσεβίκων και που σφραγίζει και που εμπνέει και που γεμίζει το μυθιστόρημά σας.
Βία και σφαγή με εκεί ξετυλίγεται και η ζωή και η δράση και τα αισθήματα και τα φρονήματα του ήρωά σας. Είναι ο Βασίλη Ντοροσέγκο όσο και αν άλλαξε, όσο κι αν αναγκάστηκε να στραφή από τους αριστερούς προς τους δεξιούς, όσο κι αν μας ζωγραφίζετε πως άλλαξε κάποιος του έρωτας και πως έγινε με το παραπάνω ρομαντικός ποιητής, όσο κι αν ο πάππος του ο Μυρόνωφ ένας Άγιος άνθρωπος, ένας ευσεβής ιερέας, όσο κι αν η οικογένειά του, πατέρας, μητέρα, αδερφάδες είναι αγαθοί, τίμιοι και χρηστοί άνθρωποι, όσο κι αν μελλοθάνατος υποστηρίζει εύγλωτα και παραστατικά σ’ αυτούς που τον συλλαμβάνουν, τον υποπτεύονται για την κίνησή του προς τα δεξιά, τον συλλαμβάνουν, τον δικάζουν και τον καταδικάζουν σε θάνατο, όσο κι αν υποστηρίζει στο τέλος της ζωής του την οικογένεια, την γυναίκα, την μητέρα, και την θρησκεία, τη θεωρία, τη μεταρρύθμιση, όχι τη σφαγή και βία σε όλους ανεξαιρέτως τους αντιθέτους, σε όλη προ πάντων τη μπουρζουαζία, όσο κι αν θέλη να πεθάνη μ’ ανοικτά τα μάτια, κυτάζοντας τους δημίους του και με όλα τα ιδανικά που αποτελούν το κύρος και το κράτος μας.
Το Σύντροφοι επλανήθημεν που είναι περισσότερον εισαγγελική δημηγορία παρά λογοτεχνική ψυχανάλυσις είναι ίσως η πρώτη, επίμονη και αδιάλλαχτη, μυθιστορηματική εργασία που μας έρχεται για την αποκάλυψη της κρατικής αρχής ή της αναρχίας των μπολσεβίκων».
Στην ψυχολογική ανάλυση του κεντρικού προσώπου του μυθιστορήματος, ο Παλαμάς δίνει το μεγάλο χτύπημα:
«Πιστεύω πως δεν είναι άξιος ν’ αλλάξη, να μεταβληθή κρύβοντας την μάσκα του, σε συντηρητικό εθνικιστή σοσιαλιστή, να κλείση τα μάτια χριστιανικά προσευχόμενος…»
Όσο για το ποια ήταν η κύρια ιδεολογία του έργου του, είχε απαντήσει στον Ελεύθερο Λόγο στις 21 Ιουνίου του 1923: «Η Πατρίδα. Η φυλή. Η αντίληψη των καινούριων ιδεών (κομμουνισμός) ίσως δεν είναι τόσο κοντά σ’ εμέ. Σ’ εμέ το μεγάλο Ιδανικό είναι άλλο. Είναι η «Μεγάλη Ιδέα». Ναι. Καθαυτό η Μεγάλη Ιδέα. Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς. Επειδή είμαι τόσο πατριδολάτρης όλες οι κρίσιμες στιγμές του Έθνους μας έχουν αποτυπωθή στους στίχους μου».