Σε λίγες ημέρες θα συμπληρωθεί ένας χρόνος από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση, αναμέτρηση στην οποία η Χρυσή Αυγή έλαβε μέρος διεξάγοντας έναν τιτάνιο αγώνα, αλλά για λίγες χιλιάδες ψήφους δεν κατάφερε να εισέλθει στην ελληνική βουλή.
Το παρασκήνιο αυτής της εκλογικής αναμέτρησης είναι πλέον γνωστό κι αποδεικνύει σε όλους εκείνους που διαθέτουν κοινό νου ότι υπήρξαν μεθοδεύσεις, αλλά και μύχιες προθέσεις από ανθρώπους που όχι μόνο δεν είχαν το σθένος να αγωνιστούν για την εθνικιστική ιδέα, αλλά, αντίθετα, προετοίμαζαν το έδαφος για έναν μεγάλο συμβιβασμό, ώστε να επέλθει ομαλά η μετάλλαξη και μετέπειτα ενσωμάτωση τους στο σύστημα που υποτίθεται ότι πολεμούσαν.
Ένας χρόνος παρά λίγες ημέρες πέρασαν από τις τελευταίες εκλογές κι όμως, η εμμονή και η εμπάθεια κατά της Χρυσής Αυγής και της ηγεσίας της όχι μόνο δεν έχει καταλαγιάσει, αλλά εκφράζεται με ακόμα μεγαλύτερο μίσος από τα φερέφωνα της εξουσίας, είτε αριστερά, είτε «ακροδεξιά», είτε ψευτοεθνικιστικά.
Για του λόγου το αληθές, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται ένας συντονισμένος επικοινωνιακός πόλεμος από έναν ετερόκλητο όχλο που απαρτίζεται από δυσαρεστημένους, απογοητευμένους, αγανακτισμένους και κάθε λογής συνωμοσιολόγους που δήθεν ανακαλύπτουν στοιχεία… εκφυλισμού στη Χρυσή Αυγή κι ως εκ τούτου αποχωρούν για να κρατήσουν ψηλά την αξιοπρέπεια και την ιδεολογική τους ακεραιότητα.
Το ερώτημα που προκύπτει, πέρα από το προφανές που έχει να κάνει με την ταυτότητα αυτών των δήθεν απογοητευμένων με τη Χρυσή Αυγή είναι το εξής απλό: εάν ένας εθνικιστής αδυνατεί να ταυτιστεί ιδεολογικά με τη Χρυσή Αυγή, τότε ποιος χώρος ή ποιο πρόσωπο τον εκφράζει;
Και σε αυτό το σημείο αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι της συστημικής προπαγάνδας που κατάφερε να προκαλέσει ιδεολογική σύγχυση στις μάζες με το να ταυτίσει τον εθνικισμό της Χρυσής Αυγής με τον πατριωτισμό του μνημονίου, της λαθρομετανάστευσης, του νεοφιλελευθερισμού, του ελεύθερου εμπορίου και της αγοράς, της διπλωματίας της υποχώρησης, αλλά και του πατριωτισμού του στείρου αντικομμουνισμού, που στην ουσία αποτελεί άλλοθι για στήριξη στην Νέα Δημοκρατία και την ψευτοδεξιά που εκπροσωπεί.
Σε αυτό το μωσαϊκό από «προσωπικότητες» και «ηγέτες» ο κάθε ένας από τους δήθεν απογοητευμένους με τη Χρυσή Αυγή προσέρχεται για να προσθέσει κι από ένα όνομα της αρεσκείας του, αφού σύμφωνα με τα λεγόμενα τους η Χρυσή Αυγή δεν αξίζει καμία εμπιστοσύνη επειδή απέτυχε… να μπει στη βουλή. Την ίδια στιγμή τα κόμματα που προτείνουν ως εναλλακτική λύση όχι μόνο δεν κατάφεραν να μπουν κι αυτά στη βουλή, αλλά ακόμα χειρότερα επέτυχαν ποσοστά που κυμαίνονται μεταξύ του μηδενός και της μονάδας, αλλά αυτό δε φαίνεται να ενοχλεί τους κατά τ’ άλλα αυστηρούς αντιχρυσαυγίτες.
Σε καμία περίπτωση δεν υπαινισσόμαστε ότι όποιος μας ψήφισε (εάν μας ψήφισε) οφείλει να μας στηρίζει δια βίου, αφού η ψήφος είναι προσωπική υπόθεση και ως τέτοια την αντιλαμβανόμαστε κι εμείς. Άλλο, όμως, ο ψηφοφόρος που ελεύθερα μετακινείται από το ένα κόμμα στο άλλο κι άλλο ο αντιχρυσαυγιτισμός που εκπροσωπούν οι δήθεν απογοητευμένοι, οι κάθε λογής «πρώην» και οι αντιφασίστες ψευτοπατριώτες που νομίζουν ότι μπορούν να έχουν δικαίωμα λόγου για μια υπόθεση που δε τους αφορά.
Με τον ψηφοφόρο, ακόμα και με αυτόν που μας χωρίζει ιδεολογική άβυσσος ενδεχομένως να μπορούμε να εκφράσουμε και τον σεβασμό μας σε περίπτωση συνέπειας και ιδεολογικής προσήλωσης. Με τον καιροσκόπο αντιχρυσαυγίτη, όμως, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο διαλόγου και γι’ αυτό ας μην ελπίζει σε μετάνοιες για επιστροφή στην περίπτωση που η Χρυσή Αυγή επανέλθει ακόμα πιο δυναμικά στην πολιτική σκηνή.
Με όλους αυτούς δεν θέλουμε να έχουμε καμία απολύτως σχέση και καλό θα είναι να γνωρίζουν ότι η Χρυσή Αυγή τιμάει τις «κόκκινες γραμμές» της και πως στη σχέση εμπιστοσύνης που έχει αναπτύξει με τους πραγματικούς ιδεολόγους εθνικιστές δε χωράνε ούτε οι υποκριτές, ούτε και οι επαγγελματίες πολιτευτές.
ΑΡΤΕΜΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΠΟΥΛΟΣ