“Εκ των αιχμαλωτισθέντων 2.250 αξιωματικών μόλις 750 επέζησαν. Όσον αφορά δε εις τους στρατιώτας, τούτων σώζονται μόλις 14.000 ενώ κατά το τουρκικόν ανακοινωθέν ηχμαλωτίσθησαν 32.000 και κατά τους ελληνικούς υπολογισμούς εξηφανίσθησαν 54.000 άνδρες.”
Η Στρατιά Σμύρνης, με την επιστροφή της στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1922, σύμφωνα με ελληνικούς υπολογισμούς είχε απωλέσει 54.000 άνδρες και άνω των 2.000 αξιωματικών, ενώ οι τουρκικές ανακοινώσεις έκαναν λόγο για σύλληψη 32.000 αιχμαλώτων στρατιωτών. Κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνδιάσκεψης Ειρήνης στην Λωζάννη, άρχισαν να γίνονται γνωστές λεπτομέρειες από την τύχη των αιχμαλώτων στρατιωτών. Στον αθηναϊκό τύπο διαβάζουμε:
4 Δεκεμβρίου 1922: «Προ είκοσι δύο ημερών απέδρασε εξ Άγκυρας και κατέφυγεν ενταύθα ο Στυλιανός Αγαπίδης του Χαραλάμπους. Καταγόμενος εκ Κιουταχείας, είχε στρατολογηθή υπό των κεμαλικών, υπηρέτει δε εν Άγκυρα ως στρατιωτικός πιλοποιός. Επωφεληθείς της αποστρατεύσεως των Τούρκων, των αγόντων ηλικίαν μεγαλειτέραν του 41ου έτους, κατόρθωσε να διαφύγη και έφθασεν εδώ. Υποβληθείς ενταύθα εις εξέτασιν υπό των στρατιωτικών Αρχών, κατέθεσε τα εξής λυπηρά περί της καταστάσεως των αιχμαλώτων μας εν Μικρασία.
Ευρίσκονται εγκατεσπαρμένοι εις ολόκληρον την Ανατολήν, αποθνήσκουν αθρόοι, άλλοι υποκύπτοντες εις τας κακουχίας και τας ασθενείας και άλλοι φονευόμενοι από τους Τούρκους.”
Εφημερίδα Εμπρός 6 Ιανουαρίου 1923: «Κατόπιν πολλών περιπετειών αφίχθησαν ενταύθα, αποδράσαντες εκ Μ. Ασίας οι αιχμάλωτοι στρατιώται Μαυράκης Αθανάσιος εκ Ραιδεστού Θράκης, κλάσεως 1919 και Καβίλης Κωνστ. εκ Χρυσομέρου Θράκης κλάσεως 1916, αμφότεροι υπηρετούντες εις το τέως 18ο σύνταγμα πεζικού. Εξετασθέντες δια μακρών οι εν λόγω στρατιώται κατέθεσαν μεταξύ άλλων τα εξής: Ολόκληρος η Ιωνία έχει μεταβληθή εις αληθή κόλασιν δια τους υποδούλους Έλληνας και τους αιχμαλώτους μας. Αι Χριστιανικαί συνοικίαι Σμύρνης έχουν μεταβληθή εις απέραντον νεκροταφείον. Δεν απομένουν πλέον ειμή ελάχισται Ιταλικαί και Γαλλικαί οικογένειαι, αι οποίαι και αυταί αναχωρούν βαθμηδόν εκ Σμύρνης. Είνε προφανές ότι ο Κεμάλ επιζητεί την πλήρη εκδίωξη όλων των Ευρωπαίων δια να εκτουρκίση τελείως την Μ. Ασίαν. Αι γυναίκες και οι έφηβοι των υποδούλων Ελλήνων υφίστανται την βδελυρωτέραν ατίμωσιν υπό τα βλέμματα των συγγενών των ή των Ελλήνων αιχμαλώτων. Ήδη τα γυναικόπαιδα, όσα δεν είχον προλάβει ν’ αναχωρήσουν εξετοπίσθησαν εις το εσωτερικόν προς άγνωστον διεύθυνσιν. Οι Τούρκοι στρατιώται διατάσσουν τους Έλληνας αιχμαλώτους να ζητωκραυγάζουν υπέρ του Κεμάλ. Οι αρνούμενοι τουφεκίζονται αμέσως. Οι Έλληνες αξιωματικοί καταδιώκονται και εξοντούνται περισσότερον ή οι στρατιώται. Απειρία πτωμάτων Ελλήνων αιχμαλώτων ή υποδούλων σήπονται έξω των πόλεων της Ιωνίας. Ο στρατιώτης Μαυράκης Α. βεβαιοί ότι έθαψε μόνος του εις μαγγανοπήγαδα έξω της Μαγνησίας άνω των 200 πτωμάτων, ο δε στρατιώτης Καβέλης Κ. άνω των 100. Εις Τούρκος της Μαγνησίας, επιδεικνύων προσφάτως μάχαιραν δίκοπον, εκαυχάτο ότι έχει σφάξει δι΄ αυτής άνω των 300 Χριστιανών.”
13 Φεβρουαρίου 1923: “Η Ερυθρά Ημισέληνος διεβίβασε προς τον ενταύθα Ερυθρόν Σταυρόν τους καταλόγους των εν Μ. Ασία κρατουμένων στρατιωτικών αιχμαλώτων. Ούτοι ανέρχονται εις 52.000 οπλίτας και 1.200 αξιωματικούς.”
Η ανταλλαγή αιχμαλώτων ολοκληρώθηκε στις 23 Ιουνίου 1923 οπότε απελευθερώθηκε το σύνολο των Τούρκων στρατιωτικών αιχμαλώτων που μόλις ξεπερνούσε τις 10.000 άνδρες και αξιωματικούς και ίσο αριθμό Ελλήνων. Οι υπόλοιποι είχε συμφωνηθεί ότι θα απελευθερώνονταν με την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης. Ωστόσο μετά τις καταγγελίες για μεγάλους αριθμούς κρατουμένων που φυλάσσονταν από τους Τούρκους σε απόμερα μέρη, ανάγκασε την ελληνική πλευρά να συστήσει επιτροπή για την διερεύνηση του θέματος η οποία υπέβαλε έκθεση 60 σελίδων. Διαβάζουμε σχετικά:
4 Ιουλίου 1923: “Η Διεθνής Επιτροπή η διορισθείσα υπό του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού προς έρευναν της καταστάσεως των Ελλήνων στρατιωτικών αιχμαλώτων εν Τουρκία αποτελούμενη εκ πέντε προσωπικοτήτων: του Στρατηγού Γκαντίνι, Ιταλού, του Ταγματάρχου Ντάραν, Άγγλου, του Λούνοβοργκ, Σουηδού, και του κ. Πετί-Μερμέ, Ελβετού, ως και του ημετέρου καθηγητού Α. Ανδρεάδου επεράτωσε τας εργασίας υποβάλουσα έκθεσιν εξ εξήκοντα μεγάλων δακτυλογραφημένων σελίδων.
Η έκθεση αύτη βασιζόμενη επί εκατοντάδος σχεδόν μαρτυριών και επί αναμφιρρήστων γεγονότων, καταλήγει εις φρικιαστικά όντως συμπεράσματα.
Εκ ταύτης φαίνεται ότι εκ των αιχμαλωτισθέντων 2.250 και πλέον αξιωματικών μόλις οι 750 επέζησαν. Όσον αφορά δε εις τους στρατιώτας, τούτων σώζονται μόλις 14.000 ενώ κατά το τουρκικόν ανακοινωθέν ηχμαλωτίσθησαν 32.000 και κατά τους ελληνικούς υπολογισμούς εξηφανίσθησαν 54.000 άνδρες. Η Επιτροπή υπολογίζει ότι περί τους 20.000 άνδρες εσφάγησαν υπό του τουρκικού στρατού ή υπό του τουρκικού όχλου μεταξύ της αιχμαλωσίας και της συγκεντρώσεως εις τα στρατόπεδα, εκ δε των 30.000 ους αναφέρει το τουρκικό ανακοινωθέν πλείονες των ημίσεων απέθανον εις τα στρατόπεδα είτε εκ σφαγής είτε εξ ασθενείας.
14 Νοεμβρίου 1923: «Κατ’ ασφαλείς πληροφορίας εν Μ. Ασία εφονεύθησαν υπό των Τούρκων και απέθανον συνεπεία κακουχιών 32.000 Έλληνες πολιτικοί και στρατιωτικοί αιχμάλωτοι. Εις μίαν χαράδραν της Μαγνησίας, παρά το Μεσουντιέ, ευρέθη σωρεία σκελετών δεμένων ανά τέσσαρας δια σχοινιών. Κατά τας αυτάς πληροφορίας, εις το Αϊδίνιον ευρίσκονται εισέτι αρκετοί στρατιωτικοί αιχμάλωτοι».