Ήταν το 490 π. Χ. και αμέσως μετά την Νίκη των Αθηναίων στον Μαραθώνα, όταν το Ιερατείο της Αφαίας Αθηνάς στην Αίγινα παρουσίασε και θέσπισε το νόμισμα της Δραχμής, ως συναλλακτική μονάδα ανταλλαγής υπηρεσιών και εμπορευμάτων.
Πόση εξυπνάδα αλήθεια πρέπει να έχει κανείς για να καταλάβει ότι, ένα νόμισμα «ηλικίας» πάνω από 2.500 χρόνια δεν πετάγεται έτσι απλά στο καλάθι των αχρήστων; Τι μας εμποδίζει να διατηρηθεί αυτό το ιστορικό νόμισμα σε άλλες μορφές όπως, για παράδειγμα, σε χρυσά ή ασημένια «συλλεκτικά» νομίσματα, αντί της ξενόφερτης χρυσής λίρας;
Προφανώς η απίστευτη αδιαφορία μας για τον τεράστιο εθνικό πλούτο της πατρίδας μας, μέσω του οποίου, κάνοντας απλά τις σωστές κινήσεις, θα μπορούσαμε πολύ εύκολα να ξεφύγουμε από την κρίση. Ως «παράλληλο χρυσό» βέβαια δεν θα μπορούσε να απαγορευθεί από κανέναν, αφού δεν θα ήταν αντίθετο με τους κανόνες της Ευρωζώνης – όπως τουλάχιστον διδάσκει η εμπειρία, από ορισμένες Πολιτείες των Η.Π.Α.
Ανεξάρτητα όμως από αυτό, μετά την υποθήκευση ολόκληρης της χώρας στους δανειστές της, όπως συνέβη με την υπογραφή του PSI, είναι προφανές ότι «εγκλωβισθήκαμε» στο ευρώ – αφού, εάν τυχόν αποφασίζαμε να το εγκαταλείψουμε, η χώρα μας θα πνιγόταν κυριολεκτικά στο εξωτερικό χρέος της, δημόσιο και ιδιωτικό (περί τα 440 δισ. €). Η αιτία είναι το ότι, μέχρι την υπογραφή της διαγραφής (haircut) μέρους του χρέους, όπου χρεοκοπήσαμε εμείς οι ίδιοι τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά μας ταμεία, τους Έλληνες ιδιοκτήτες ομολόγων, αρκετούς δικούς μας οργανισμούς κοκ., το εξωτερικό χρέος μας μπορούσε να μετατραπεί σε δραχμές, σε ένα ποσοστό της τάξης του 90% – μία δυνατότητα που ξεπουλήσαμε στους δανειστές μας, στην κυριολεξία έναντι «τριάντα αργυρίων».
Εάν υποθέσουμε βέβαια ότι θα διαπραγματευόμαστε σήμερα την έξοδο μας από το ευρώ, έναντι της μείωσης του δημοσίου χρέους μας κατά 200 δισ. € (καμία μικρή χώρα δεν επιβιώνει εκτός μίας νομισματικής ένωσης, με χρέος πάνω από το 50% του ΑΕΠ της – πόσο μάλλον όταν η παραγωγική της βάση είναι εντελώς κατεστραμμένη), της ενίσχυσης των τραπεζών μας, καθώς επίσης της προστασίας του νέου νομίσματος από την ΕΚΤ για ένα έτος, επί πλέον της μετατροπής του ιδιωτικού χρέους σε δραχμές, τότε θα έπρεπε να φύγουμε υποχρεωτικά, με βάση τη σύμβαση της Ευρωζώνης, και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ακόμη όμως και αν μπορούσαμε να επιβάλλουμε την παραμονή μας στην ΕΕ, δεν θα ήταν πιθανότατα προς το συμφέρον μας, επειδή η αναβίωση της παραγωγικής βάσης της Ελλάδας προϋποθέτει την επιδότηση, καθώς επίσης την προστασία των νέων βιομηχανιών – ενέργειες που δεν είναι συμβατές με τους κανόνες της ΕΕ. Επομένως, θα έπρεπε μόνοι μας να επιλέξουμε την απομόνωση της χώρας μας, τον περιορισμό της ελεύθερης διακίνησης των χρημάτων κοκ. – ενώ θα έπρεπε να σκεφθούμε τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο, από γεωπολιτικής πλευράς.
Βέβαια, η Ευρωζώνη δεν μπορεί να μας επιβάλλει νόμιμα την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, να μας διώξει δηλαδή, αφού απαγορεύεται από τις συμβάσεις. Εν τούτοις, με απλά λόγια, μπορεί να μας υποχρεώσει να πεθάνουμε από την πείνα (όπως ήδη συμβαίνει), μεταξύ άλλων σταματώντας τη χρηματοδότηση των τραπεζών – οπότε θα ζητούσαμε μόνοι μας να φύγουμε. Υπάρχουν φυσικά πολλές άλλες σημαντικές λεπτομέρειες – όπως τα βοηθητικά πακέτα της ΕΕ (υπολογίζονται στα 40 δισ. € για τα επόμενα χρόνια), τα οποία θα έπαυαν να υφίστανται, εάν την εγκαταλείπαμε ή το ποιός θα είχε τις ικανότητες να χειρισθεί τη νομισματική πολιτική,ειδικά επειδή η κεντρική μας τράπεζα ανήκει σε ξένους.
Δυστυχώς όμως, η δημαγωγία που επικρατεί στην πολιτική ζωή της χώρας, οι αυθαιρεσίες η άγνοια, η χειραγώγηση από ορισμένα ΜΜΕ και πολλά άλλα, δεν επιτρέπουν τη σωστή ενημέρωση των Ελλήνων – χωρίς την οποία είναι εντελώς απίθανη η έξοδος μας από την κρίση, η εκδίωξη των εισβολέων, καθώς επίσης η ανάκτηση της εθνικής μας κυριαρχίας. Η κατάσχεση της δημόσιας περιουσίας της Ελλάδας, από τους δανειστές, γίνεται με τη βοήθεια των αποκρατικοποιήσεων – με τις εκποιήσεις, σε τιμές ευκαιρίας, να οδηγούνται εξ ολοκλήρου στην «εξυπηρέτηση» ενός «αέναου» χρέους. Οι «μπράβοι» των δανειστών δεν είναι άλλοι από τα στελέχη της Τρόικα – αποκλειστικός σκοπός των οποίων είναι αφενός μεν η καταναγκαστική είσπραξη των οφειλών, αφετέρου η εξαγορά των κερδοφόρων επιχειρήσεων της χώρας, σε εξευτελιστικές τιμές, από τους εντολείς της.
Η κατάσχεση της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων γίνεται με τη βοήθεια των φόρων, των χαρατσιών, των διοδίων, των τελών, των πλειστηριασμών ακινήτων, της μεταφοράς του κόστους υγείας και παιδείας στους πολίτες κοκ. – ποσά που, μέσω του δημοσίου, κατευθύνονται επίσης στους δανειστές. Οι προσοδοφόροι δε τομείς του δημοσίου, όπως η υγεία και διάφορα άλλα, ιδιωτικοποιούνται από τους εισβολείς – με τη συνδρομή της ενδοτικής πολιτικής και οικονομικής εγχώριας εξουσίας.
Όταν κατάσχεται βέβαια ολόκληρη η περιουσία σου, χωρίς να αντιδράσεις, δεν αποφεύγεις την πτώχευση αλλά, αντίθετα, εξαθλιώνεσαι και χρεοκοπείς στο διηνεκές. Φυσικά, έχοντας χρεοκοπήσει, παύεις να είσαι μέλος της νομισματικής ένωσης – στην καλύτερη των περιπτώσεων παραμένεις μη ισότιμο μέλος, αποικία μίας ισχυρότερης χώρας, με τους πολίτες σου σκλάβους χρέους. Οι Πολίτες δεν αντιδρούν επειδή ελπίζουν, έχουν αυτοενοχοποιηθεί, ενώ τους έχουν πείσει, μέσω της διεφθαρμένης ή απλά δειλής πολιτικής, καθώς επίσης της πληρωμένης χειραγώγησης των ΜΜΕ, πως δεν υπάρχει καμία εναλλακτική λύση. Απλούστερα ότι, τα «μέτρα» που τους προτείνουν είναι μονόδρομος – χωρίς να συνειδητοποιούν ότι, είναι πράγματι μονόδρομος, με τελικό προορισμό την κόλαση.
Παναγιώτης Π. , οικονομικός αναλυτής