Είχαν περάσει σχεδόν 50 χρόνια από τότε που ο Μέγας Αλέξανδρος ο Μακεδών άφηνε την τελευταία του πνοή στην γη της Βαβυλώνας το 323 π.Χ., αφήνοντας πίσω του έναν τελείως καινούργιο κόσμο. Στα επόμενα χρόνια διάδοχοι και επίγονοι αλληλοεξοντώνονταν με σκοπό την εξουσία.
Στην Ήπειρο υπήρχε ένας συγγενής του Αλεξάνδρου που ήθελε να κάνει παρόμοια πράγματα με τον Αλέξανδρο, ο Πύρρος, ο βασιλιάς της Ηπείρου. Ήθελε να εκστρατεύσει κατά της Δύσης και συγκεκριμένα στην Ιταλία για να βοηθήσει τους Έλληνες της περιοχής εναντίον των Ρωμαίων. Πριν εκστρατεύσει όμως στην Ιταλία, έστειλε σαν προπομπό του στρατού του τον Κινέα τον Θεσσαλό, έναν επικούρειο φιλόσοφο που ήταν σύμβουλός του. Ο Κινέας θα διαπραγματευόταν με τον Τάραντα, την μεγάλη Ελληνική πόλη της νοτίου Ιταλίας, για το πώς θα συνεργαζόταν με τον Πύρρο. Ο Κινέας ήταν ένας πολύ καλός ρήτορας και μάγευε τον κόσμο με τις ομιλίες του και κατάφερνε να τον πάρει τα πλήθη με το μέρος του.
Ο στρατός του Πύρρου αποτελούνταν από 20.000 άνδρες βαρύ πεζικό, 3.000 ιππείς, 2.000 τοξότες, 500 σφενδονηστές και 20 ελέφαντες. Οι στρατιώτες του ήταν από όλα τα Ελληνικά φύλα της Μητροπολιτικής Ελλάδας και των αποικιών της στην Ιταλία. Το βαρύ πεζικό αποτελούνταν από Μακεδόνες φαλαγγίτες με τις περίφημες σάρισές τους, Μολοσσοί, Χάονες, Αθαμάνες, Ακαρνάνες, Αιτωλοί, Θεσπρωτοί και Ταραντίνοι και το ιππικό από επίλεκτους Θεσσαλούς και Μακεδόνες.
Η Ρώμη σαν ηγετική δύναμη ήταν ακόμα στα σπάργανά της και μπορούσε να παρατάξει 35 με 40.000 άνδρες.
Ο Κινέας από την πρώτη στιγμή είχε συμβουλέψει τον βασιλιά να μην εκστρατεύσει κατά της Ρώμης, γιατί οι Ρωμαίοι ήταν άξιοι πολεμιστές, ο Πύρρος όμως δεν τον άκουσε και στα τέλη της Άνοιξης του 280 π.Χ. επιβίβασε τα στρατεύματά του σε ιππαγωγά και κατάφρακτα πλοία και ξεκίνησε για την Ιταλία. Κακοκαιρία όμως τον έριξε στην ακτή του Τάραντα. Εκεί τον υποδέχθηκε ο Κινέας με πλήθος κόσμου.
Η πρώτη μάχη μεταξύ Ρωμαίων και Πύρρου δόθηκε τον Ιούλιο του 280 π.Χ., κοντά στην πόλη Ηράκλεια. Η σύγκρουση των δυο στρατών ήταν σφοδρή! Οι Μακεδόνες φαλαγγίτες τρύπαγαν με τα δόρατά τους τις πρώτες γραμμές των λεγεώνων. Δόρατα και ασπίδες συντρίβονταν κατά την διάρκεια της μάχης και άλογα μαζί με τους ιππείς τους έπεφταν σφαδάζοντας. Ο Πύρρος νίκησε κατά κράτος τους Ρωμαίους, οι οποίοι άφησαν πίσω τους σχεδόν 7.000 νεκρούς και πλήθος αιχμαλώτων. Οι Έλληνες είχαν 4.000 νεκρούς, μεγάλος αριθμός για έναν στρατό που δεν είχε εφεδρείες και δυσαναπλήρωτο κενό από την άποψη της εμπειρίας των στρατιωτών.
Ο Κινέας συμβούλεψε τον Πύρρο να απελευθερώσει ένα τμήμα των αιχμαλώτων χωρίς να καταβάλλουν λύτρα οι Ρωμαίοι ως ένδειξη καλής θελήσεως στις διαπραγματεύσεις με την ρωμαϊκή σύγκλητο, όπως επίσης και να θάψει τα σώματα των Ρωμαίων με Τιμές. Αυτή η ένδειξη μεγαλοψυχίας του Πύρρου εντυπωσίασε τους Ρωμαίους και μάλιστα ο εθνικός ποιητής Έννιος έγραψε ένα ποίημα γι’ αυτήν την μεγαλόψυχη κίνηση του Πύρρου. Κάνοντας αυτά ο βασιλιάς, έστειλε τον Κινέα με μια πρεσβεία στην Ρώμη για να διαπραγματευτεί. Εκεί δίνοντας δώρα, αλλά κυρίως με την ρητορική του δεινότητα έγινε φίλος με επιφανείς ρωμαϊκές οικογένειες. Ο Κινέας εντυπωσίασε με την παρουσία του και με τα λόγια του κατάφερε να πείσει τους Ρωμαίους να δεχτούν τους όρους του Πύρρου που έλεγαν ότι οι ρωμαϊκές λεγεώνες θα απομακρύνονταν από τα εδάφη των Ελληνικών πόλεων της Μεγάλης Ελλάδας και των συμμάχων λαών. Όταν πια ήταν στο τέλος της διαπραγμάτευσης σηκώθηκε ο υπέργηρος Άππιος Κλαύδιος Κάϊκος και έδωσε ευχή και κατάρα να μην δεχτούν τους όρους του Πύρρου. Τότε οι Ρωμαίοι άλλαξαν άρδην την στάση τους απέναντι στον Κινέα και του ζήτησαν να αποχωρήσει άμεσα από την Ρώμη και δεν θα διαπραγματεύονταν μαζί του αν ο Πύρρος δεν εκκένωνε την Ιταλία.
Έτσι συνεχίστηκαν οι μάχες με τους Ρωμαίους. Σε μια στιγμή μάλιστα ο Πύρρος ανέφερε πως ο Κινέας με τα καλά του λόγια κατέκτησε περισσότερες πόλεις από τι εκείνος με τα όπλα. Ο Κινέας άφησε την τελευταία του πνοή στην γη της Ιταλίας, όταν ο Πύρρος εξεστράτευσε στην Σικελία.
Ο Κινέας εκτός από επικούρειος φιλόσοφος ήταν και συγγραφέας. Μερικά από τα έργα του που μας έχουν σωθεί οι τίτλοι είναι τα «Θεσσαλικά», έργο στο οποίο περιέγραφε την ιδιαίτερη πατρίδα του, καθώς και μια επιτομή στα «τακτικά» του Αινεία. Η φήμη του δεν περιορίστηκε στα όρια της Μητροπολιτικής Ελλάδας και της Ιταλικής χερσονήσου, αλλά έφτασε μέχρι και την μακρινή Βακτρία και Σογδιανή στο σημερινό Αφγανιστάν, στην Ελληνιστική πόλη Al-Khanoum (μάλλον πρόκειται για την Αλεξάνδρεια του Οξειανή η Ευκρατίδεια), όπου και βρέθηκαν στο γυμνάσιο της πόλης επιγραφές μαζί με δελφικά παραγγέλματα και ρητά του Κινέα.