O ιδρυτής της Κυρήνης, της Ελληνικής Μητρόπολης της Βόρειας Αφρικής
Η Θήρα, ένα άγονο και πετρώδες νησί του Αιγαίου Πελάγους, είχε πληγεί γύρω στο 640 π.Χ., από μια επταετή περίοδο ανομβρίας και ξηρασίας. Οι Θηραίοι απελπισμένοι από την κατάσταση που επικρατούσε, έκαναν ό,τι και όλοι οι Έλληνες όταν ήταν μπροστά σε ένα πρόβλημα που δεν μπορούσαν να λύσουν με την κοινή λογική. Κατέφυγαν στους Δελφούς για να ζητήσουν την συμβουλή του Απόλλωνα.
Η Πυθία μετά από το τελετουργικό που έκαναν οι ιερείς, έδωσε χρησμό στους Θηραίους, πως αν ήθελαν να σωθεί το νησί τους από την ξηρασία, έπρεπε να αποικήσουν την Λιβύη. Οι Θηραίοι δεν έχασαν χρόνο κι έτσι γυρίζοντας πίσω στο νησί τους, έστειλαν αντιπροσωπεία να ερευνήσει για τον γρηγορότερο δρόμο προς την Λιβύη.
Στην βορειοανατολική Κρήτη, στην πόλη Ίτανο βρήκαν τον Κορόβιο, έναν ψαρά, που τους ανέφερε ότι ήξερε τον δρόμο, καθώς παλαιότερα είχε παρασυρθεί από τους ανέμους σε μια νησίδα, την Πλατέα που βρισκόταν απέναντι από την ακτή της Λιβύης. Ο Κορόβιος έφτασε στην Θήρα και εξήγησε στους κατοίκους της πώς θα γινόταν το ταξίδι.
Μαζί του σάλπαρε και ο Αριστοτέλης, γιος του Πολύμνηστου, απόγονος του αργοναύτη Εύφημου. Με μια μικρή συνοδεία από ναυτικούς εξερεύνησαν τις ακτές ψάχνοντας την καλύτερη τοποθεσία. Ο Αριστοτέλης επέβλεπε την τοποθεσία που θα κτιζόταν η αποικία και άφησε τον Κορόβιο με ποσότητα τροφίμων ώσπου να ξαναγυρίσουν. Μόλις επέστρεψε στην Θήρα, ο Αριστοτέλης οργάνωσε την αποστολή των αποίκων. Οι Θηραίοι αποφάσισαν πως κατόπιν κληρώσεως, ένας στους δυο αδελφούς θα έφευγε για την αποικία και κάθε μία από τις 7 κοινότητες του νησιού θα προμήθευε με συγκεκριμένο αριθμό αποίκων. Ο Αριστοτέλης αφού επέβλεψε και τις τελευταίες ετοιμασίες, έδωσε εντολή να αποπλεύσουν 2 πεντηκόντοροι (50 σειρές κουπιών) για την Λιβύη.
Εν τω μεταξύ είχαν αργήσει να πάνε στην Λιβύη και τα τρόφιμα του Κορόβιου είχαν τελειώσει, αλλά για καλή του τύχη περνούσε από εκεί ο Σάμιος Θαλασσοπόρος και έμπορος Κωλαίος και τον προμήθευσε με τα αναγκαία σώζοντάς του έτσι την ζωή. Ο Αριστοτέλης μαζί με τους αποίκους έμεινε για 2 χρόνια στο νησάκι Πλατέα με κακουχίες και στερήσεις. Έτσι αποφάσισαν να στείλουν πρεσβεία στους Δελφούς για να ρωτήσουν γιατί δεν ευημερούσε η αποικία τους. Η Πυθία τους απάντησε πως έπρεπε να χτίσουν την αποικία στην στεριά της Λιβύης και όχι σε ένα νησάκι που βρίσκεται απέναντί της.
Ο Αριστοτέλης πέρασε στην απέναντι ακτή τους συντρόφους του, στην τοποθεσία Άζιρι, στην όχθη ενός μικρού ποταμού. Εκεί έμειναν για 7 χρόνια και ήρθαν σε επαφή με τους Λίβυες. Ο Αριστοτέλης τούς ζήτησε να τούς οδηγήσουν σε μια πιο εύφορη τοποθεσία. Οι Λίβυες συμφώνησαν, αλλά με τον όρο να ταξιδεύουν μονάχα νύχτα. Αυτό το έκαναν για να μην δουν οι Θηραίοι τις ωραιότερες τοποθεσίες και θέλουν να ιδρύσουν εκεί την αποικία τους.
Το 631 π.Χ., μετά από 150 χιλιόμετρα πεζοπορίας προς δυσμάς, οι Λίβυες τούς πήγαν σ’ ένα εύφορο οροπέδιο, 15 χιλιόμετρα από τις ακτές της Μεσογείου. Ο Αριστοτέλης ευχαριστήθηκε από την τοποθεσία μιας και ήταν εύφορη και είχε πηγές γλυκού νερού. Εκεί οριοθέτησε την αποικία, ορίζοντας πού θα ήταν οι ναοί και τα ιερά των θεών, η αγορά, το γυμνάσιο και τα άλλα δημόσια κτήρια, καθώς και τα σπίτια. Χώρισε τα αγροτεμάχια και τα μοίρασε στους αποίκους. Την αποικία την ονόμασε Κυρήνη λόγω της πηγής Κύρα η Κυράνα που υπήρχε εκεί. Έχτισε ναούς προς τιμήν του Απόλλωνα του ιδρυτή που τον έχτισε δίπλα στην πηγή της Κυρήνης, καθώς και ναό του Δία. Οι ναοί αυτοί δεσπόζουν μέχρι και σήμερα στην γη της Λιβύης. Η αποικία ήταν ένα μικρό χωριό ακόμη στα χρόνια του Αριστοτέλη και την κυβερνούσε με Σοφία και μετριοπάθεια για σχεδόν 40 χρόνια, ως το 590 π.Χ. περίπου. Ο Αριστοτέλης ονομάστηκε Βάττος ο Α’ κατά μια ερμηνεία λόγω της γενετήσιας τραυλότητάς του (βατταρίζω = τραυλίζω) ή γιατί Βάττος αποκαλούσαν οι Λίβυες τους βασιλείς τους. Έτσι ο Αριστοτέλης έγινε ο γενάρχης της δυναστείας των Βαττιαδών που κυβέρνησαν την Κυρήνη για 200 χρόνια. Για να συνδέσει την Κυρήνη με τον υπόλοιπο Ελληνικό κόσμο της Μεσογείου, άνοιξε δρόμο μήκους 16 χιλιομέτρων προς τα βορειοανατολικά για να είναι σε επαφή με την θάλασσα.
Όταν πέθανε ο Αριστοτέλης μετά από 40 χρόνια, άφησε κληρονόμο του θρόνου τον γιο του Αρκεσίλαο Α’. Ο Αριστοτέλης τάφηκε έξω από τα τείχη της πόλης.
Καθώς η αποικία μεγάλωνε με τον καιρό, οι νεότερες γενεές έχτισαν την αγορά δίπλα στον τάφο του και τον τιμούσαν ως οικιστή της πόλης. Η Κυρήνη με τα χρόνια εξελίχτηκε σε μια αυτόνομη πόλη-κράτος που τον καιρό της ακμής της έφτασε να έχει 100.000 κατοίκους που προερχόταν από όλες της γωνιές του Δωρικού κόσμου, όπως κυρίως από την Πελοπόννησο, Κρήτη, νότιες Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα.