Στις 20 Νοεμβρίου του 2020 η πρόεδρος του “Centro Studi Pino Rauti” («Κέντρο Μελετών Pino Rauti») και γερουσιαστής Isabella Rauti [1], κόρη του πρώην γραμματέα του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος Pino Rauti [2], ανακοίνωσε τη δημιουργία “Fondo Pino Rauti”. Πρόκειται για έναν ειδικό χώρο στην Εθνική Κεντρική Βιβλιοθήκη της Ρώμης με 2.880 βιβλία καθώς και ένα σημαντικό αριθμό περιοδικών, άρθρων και αρχειακού υλικού που προέρχονται από την προσωπική βιβλιοθήκη του Πίνο Ράουτι, και δωρίθηκαν από την ίδια στη Βιβλιοθήκη της ιταλικής πρωτεύουσας. Στα βιβλία περιλαμβάνονται τόμοι που ξεκινούν από το 1866 (το παλαιότερο) και φθάνουν μέχρι το 2016. Υπάρχουν ιστορικά βιβλία, βιβλία πολιτικής και οικονομίας, βιβλία φιλοσοφίας, λογοτεχνικά βιβλία, βιογραφίες, βιβλία Τέχνης κ.λπ., καθώς και πολλά σπάνια βιβλία. Κάποια από αυτά δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατο του Ράουτι και αναφέρονται στο πρόσωπο και το έργο του σημαντικού αυτού Ιταλού διανοούμενου και πολιτικού.
Το πλούσιο αρχειακό υλικό, σύμφωνα με την κα Ράουτι, θα αποτελέσει πρωτογενή πηγή πληροφοριών, πρωτίστως για την πολιτική ιστορία της Ιταλίας σε μια περίοδο ενός αιώνα περίπου, καθώς και ένα έγκυρο σημείο αναφοράς πολιτιστικής φύσεως. Πρώτα απ όλα για την ιστορία της ριζοσπαστικής Δεξιάς στην Ιταλία, από την πρώτη μεταπολεμική περίοδο και μετά.
Τα εικονικά εγκαίνια του “Fondo Pino Rauti” της Κεντρικής Βιβλιοθήκης της Ρώμης πραγματοποιήθηκαν στις 19 Νοεμβρίου 2020 (ημερομηνία της γέννησης του πατέρα της, Pino Rauti) ενώ η διάσκεψη παρουσίασης που είχε προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί στο Αμφιθέατρο της Βιβλιοθήκης αναβλήθηκε λόγω των μέτρων που είχαν ληφθεί κατά της πανδημίας του Covid-19.
Σε μια σχετικά πρόσφατη συνέντευξή της, η Γερουσιαστής Ιζαμπέλλα Ράουτι αναφέρθηκε στις οικολογικές δράσεις του πατέρα της: « Ήδη στο XII συνέδριο του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (MSI) που πραγματοποιήθηκε στη Νάπολη το 1979 [3], ο πατέρας μου με την πρόταση “Spazio Nuovo” («Νέος Χώρος»), έθεσε το περιβαλλοντικό και οικολογικό ζήτημα στο Κόμμα. Εκείνη την εποχή, οι «Πράσινοι» δεν είχαν ακόμη γνωρίσει μελλοντικές πολιτικές επιτυχίες και το θέμα ήταν απολύτως πρωτοποριακό αλλά η θέση του δεν έγινε αποδεκτή απ’ όλους. Ο πατέρας μου πήρε συνέντευξη από τον ηθολόγο Konrad Lorenz [4] για την εφημερίδα “Linea”, όταν κανείς στην Ιταλία γνώριζε τον Lorenz, και το 1982 υπέβαλε στη Βουλή ένα νομοσχέδιο με θέμα “Κανονισμοί για την προστασία της φυσικής κληρονομιάς και την πρόληψη των περιβαλλοντικών επιπτώσεων”…»
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στις πολυποίκιλες δραστηριότητες που προώθησε ο Ράουτι εντός του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί, πολιτιστικά κέντρα, βιβλιοπωλεία, οργανώσεις νέων κ.λπ.) ήταν και η συγκρότηση των «Ομάδων Οικολογικών Ερευνών» (“GRE, Gruppi di Ricerca Ecologica”).
Οι Ομάδες Οικολογικής Έρευνας ιδρύθηκαν τη δεκαετία του εβδομήντα από τον βιολόγο Alessandro Di Pietro [5], ηγετικό στέλεχος του Μετώπου Νεολαίας (της «γραμμής Rauti») του MSI. Βασικά καθήκοντα των Ομάδων Οικολογικής Έρευνας ήταν: η προστασία του περιβάλλοντος, η δημόσια διοίκηση, η προστασία των ζώων, η πολιτική προστασία, η προστασία των δασών από τις πυρκαγιές και τη ρύπανση, η οικολογική γεωργία και κτηνοτροφία, η προστασία της ιστορικής και πολιτισμικής κληρονομιάς.
Κατά τη διάρκεια της δραστηριότητάς τους τα μέλη των GRE – ως επί το πλείστον νεαροί εθνικιστές της «γραμμής Rauti» – είχαν διακριθεί σε πολλές περιβαλλοντικές εκστρατείες και δραστηριότητες σε συνεργασία με σχολεία και άλλους φορείς, όπως π.χ. το project “Arcobaleno” (“Ουράνιο Τόξο”) για την παρακολούθηση της όξινης βροχής, το project “Città verde” (“Πράσινη Πόλη”) , το project “Lattina Trophy” για την ενθάρρυνση της ανακύκλωσης αλουμινίου κ.λπ.
Οι Ιταλοί εθνικιστές ακτιβιστές υπήρξαν οι πρόδρομοι της μάχης ενάντια στο πλαστικό σε μια εκστρατεία που απευθύνονταν προς τους πολιτικούς όλων των κομμάτων, καθώς και προς τον τότε Πρόεδρο της ιταλικής δημοκρατίας Φραντζέσκο Κοσίγκα, για να επιστήσουν την προσοχή τους στον άμεσο κίνδυνο της αδιάκριτης χρήσης του πλαστικού.
Σήμερα, οι Ομάδες Οικολογικής Έρευνας (GRE) συνιστούν μια περιβαλλοντική οργάνωση, αναγνωρισμένη από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, σύμφωνα με το άρθρο 13 του νόμου 349/1986, η οποία δραστηριοποιείται στην Ιταλία με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος, την πολιτική προστασία και τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.
[1] Η Isabella Rauti γεννήθηκε το 1962 στη Ρώμη. Σπούδασε Φιλολογία και Παιδαγωγικά στο Πανεπιστήμιο Maria Santissima Assunta και στη συνέχεια απέκτησε το διδακτορικό της στις Επιστήμες της Αγωγής από το Πανεπιστήμιο της Ρώμης 3.
Από μικρή ηλικία εντάχθηκε στο Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (MSI). Mετά τη διάλυση του MSI το 1995, ακολούθησε τον πατέρα της στο κίνημα “Τρίχρωμη Φλόγα”), (Fiamma Tricolore) και στη συνέχεια (2004) εντάχθηκε στην “Εθνική Συμμαχία” (Alleanza Nazionale). Το 2009 έγινε μέλος του “Λαού της Ελευθερίας” (Popolo della Libertà) και το 2010 εξελέγη Περιφερειακή Σύμβουλος στο Λάτσιο.
Το 2014 προσχώρησε στο κόμμα «Αδελφοί της Ιταλίας» (“Fratelli d’ Italia”) με το οποίο εξελέγη Γερουσιαστής στις ιταλικές πολιτικές εκλογές του 2018. Υπήρξε σύζυγος του Τζάννι Αλεμάνο (Gianni Alemanno), πρώην στελέχους της Ordine Nuovo (Νέα Τάξη) και ακολούθως του MSI, πρώην υπουργού στην κυβέρνηση Μπερλουσκόνι (2001-2006) και πρώην Δημάρχου της Ρώμης (2008-2013). Το ζευγάρι χώρισε το 2017, ύστερα από 25 χρόνια γάμου. Δυστυχώς, ο Αλεμάννο ακολούθησε την ίδια πολιτική πορεία του Τζιανφράνκο Φίνι, του αχυράνθρωπου που διέλυσε το MSI. Ξεκίνησε ως «φασίστας», μετεξελίχτηκε σε μεταφασίστα και κατέληξε αντιφασίστας.
[2] Ο Pino Rauti (Giuseppe Umberto Rauti), γεννήθηκε στην Cardinale της Καλαβρίας στις 19 Νοεμβρίου του 1926 και απεβίωσε στη Ρώμη στις 2 Νοεμβρίου του 2012. Σε ηλικία μόλις 16 ετών κατατάχθηκε στις δυνάμεις των Ιταλών εθνικιστών της «Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας», γνωστής και ως «Δημοκρατίας του Σαλό» (1943). Το 1946 συμμετείχε στην ίδρυση του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (MSI, Movimento Sociale Italiano), ενώ στις αρχές του 1950 συνέβαλε στη συγκρότηση της νεοφασιστικής οργάνωσης FAR (Fasci di Azione Rivoluzionaria) η οποία διαλύθηκε στις 24/5/1951. Σπούδασε Νομικά και εργάσθηκε ως δημοσιογράφος και ειδικός ανταποκριτής για την εφημερίδα “Il Tempo”.
Το 1954 ιδρύει το Κέντρο Μελετών «Νέα Τάξη» (Centro Studi Ordine Nuovo) εντός του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (MSI). Δύο χρόνια αργότερα ο Ράουτι μαζί με άλλα ιστορικά στελέχη του «Νέας Τάξης», όπως oι Κλεμέντε Γκρατσιάνι, Φάουστο Τζιανφραντσέσκι, Φράνκο Πετρόνιο, θα αποχωρήσουν από το MSI διαφωνώντας με την αστική, φιλοκαπιταλιστική και φιλοαμερικανική πολιτική που κυριαρχούσε εντός του κόμματος.
To 1972 ο Ράουτι προσχωρεί ξανά στο Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα και εκλέγεται βουλευτής. Θα συνεχίσει να εκλέγεται μέχρι το 1992. Τεράστια υπήρξε η επιρροή του στην Νεολαία του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος «Μέτωπο της Νεολαίας» (Fronte della Gioventu). Για τον Ράουτι και τους συναγωνιστές της ιδεολογικής γραμμής του, η φιλελεύθερη αστική δημοκρατία, ο σοσιαλμαρξισμός και οι Η.Π.Α. αποτελούν τους κυριότερους εχθρούς που οδηγούν στον εκφυλισμό και τη διάλυση των ευρωπαϊκών λαών.
Ο Ράουτι έγραψε εκατοντάδες βιβλία, δοκίμια και άρθρα πολιτικού, φιλοσοφικού και ιστορικού περιεχομένου και υπήρξε ιδρυτής και διευθυντής των ιδεολογικών περιοδικών “Ordine Nuovo”, “Civiltà”, “Imperium” και “Presenza”, καθώς και της εφημερίδας “Linea”.
Διετέλεσε εθνικός γραμματέας του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος – Εθνική Δεξιά (1990-1991), του Κοινωνικού Κινήματος-Fiamma Tricolore (1995-2002) και του Κινήματος «Κοινωνική Ιδέα» (2004-2012).
Περισσότερες πληροφορίες για την τον σπουδαίο αυτόν Πολιτικό και Στοχαστή, οι αναγνώστες μπορούν να βρουν στο παλαιότερο άρθρο μου με τίτλο «ΠΙΝΟ ΡΑΟΥΤΙ ΠΑΡΩΝ! – Απεβίωσε ο ιδρυτής της Ordine Nuovo» που είχα γράψει λίγες μέρες μετά το θάνατό του και δημοσιεύτηκε στην Εθνικιστική Ιδεολογική Επιθεώρηση ΜΑΙΑΝΔΡΟΣ της Χρυσής Αυγής (τεύχος 2, Φεβρουάριος 2013). Μπορούν επίσης να ανατρέξουν στο λήμμα ΠΙΝΟ ΡΑΟΥΤΙ της Metapedia στο διαδίκτυο. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι συντάκτης του άρθρου-λήμματος (προφανώς ένας από τους «εθνικόφρονες» που πολέμησαν λυσσαλέα τη Χρυσή Αυγή), παρόλο που έχει αντιγράψει ολόκληρες παραγράφους από το άρθρο μου, φρόντισε να αποφύγει κάθε αναφορά στο περιοδικό ΜΑΙΑΝΔΡΟΣ τόσο στους εξωτερικούς συνδέσμους όσο και στις βιβλιογραφικές παραπομπές.
[3] Ο γράφων είχε παρευρεθεί στο 12ο Συνέδριο του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος που πραγματοποιήθηκε στη Νάπολη από 5 έως 7 Οκτωβρίου του 1979. Στην Αίθουσα Τελετών του Μεγάρου των Μεσογειακών Αγώνων της Νάπολης συμμετείχαν πάνω από 1000 αντιπρόσωποι απ’ όλη την Ιταλία, καθώς και αρκετοί ξένοι σύνεδροι, μεταξύ των οποίων ο Jean Louis Tixier-Vignancour του γαλλικού Ordre Nouveau, οι Pascal Cauchon και Alain Robert, μέλη του Πολιτικού Γραφείου των Forces Nouvelles (Νέες Δυνάμεις), ο Ισπανός Εθνικιστής Blas Piñar, ιδρυτής της “Fuerza Nueva” κ.α.
Στην ομιλία του ο Ράουτι, αφού καταφέρθηκε εναντίον του Κομμουνισμού και του Καπιταλισμού, επέκρινε την επίσημη φιλοαμερικανική πολιτική της συντηρητικής δεξιάς που εκφραζόταν από τη «γραμμή Almirante». Στο πλαίσιο του πολιτικού προγράμματος “Spazio Nuovo” («Νέος Χώρος») εξέθεσε πρωτοποριακές προτάσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και την οικολογία, ενώ αναφέρθηκε στη δράση των «Ομάδων Οικολογικών Ερευνών», που απαρτίζονταν κυρίως από νεαρούς εθνικιστές της «γραμμής Ράουτι».
Ο γράφων θυμάται τις έντονες αντιδράσεις των συντηρητικών συνέδρων κατά την διάρκεια της ομιλίας του Ράουτι που είχε ως αποτέλεσμα την άγρια συμπλοκή με χειροδικίες μεταξύ μελών της «γραμμής Ράουτι» και της «γραμμής Αλμιράντε», καθώς και τη διακοπή της ομιλίας μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Μετά το τέλος της ομιλίας του Ράουτι, τον λόγο έλαβε ένας συντηρητικός Γερουσιαστής ο οποίος αποκάλεσε τον Ράουτι και τους υποστηρικτές του «εθνικοσοσιαλιστές» και τους ακτιβιστές των «Ομάδων Οικολογικών Ερευνών» «προσκόπους».
Οι ξέφρενες διαμάχες και λογομαχίες συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του Συνεδρίου. Απ’ όλα τα συνέδρια του MSI, τo 12o Συνέδριο ήταν ίσως το πλέον επεισοδιακό και διχαστικό.
[4] Κόνραντ Λόρεντζ (1903-1989): Αυστριακός ιατρός, ζωολόγος-ορνιθολόγος και στοχαστής. Θεωρείται ο πατέρας της Ηθολογίας (η επιστήμη που μελετά τη συμπεριφορά των ζώων στο περιβάλλον τους, καθώς και τα αίτια στα οποία οφείλεται η εξέλιξη της συμπεριφοράς). Ο Λόρεντζ πειραματίστηκε για πολλά χρόνια με νεοσσούς πάπιας και χήνας και ανακάλυψε ότι τα ζώα αυτά, λίγο μετά την εκκόλαψη, ακολουθούν το πρώτο ζωντανό πλάσμα που δουν μόλις γεννηθούν (imprinting ή εγχάραξη). Επιπλέον, ο Λόρεντζ πραγματοποίησε ένα μεγάλο αριθμό πειραμάτων και παρατηρήσεων για το ένστικτο και την ικανότητα μάθησης των ζώων καθώς και για την επιθετικότητα ως μέσο που βοηθά την επιβίωση των ειδών του ζωικού βασιλείου. Ο Λόρεντζ πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής στη φύση, παρατηρώντας και μελετώντας τα ζώα (ιδιαίτερα τα πτηνά) που τόσο αγαπούσε. Το 1973 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Ιατρικής και Φυσιολογίας μαζί με τους Νικολάας Τίνμπεργκεν και Καρλ φον Φρις. Όπως και άλλοι σπουδαίοι βιολόγοι (Σόκλεϊ, Γουότσον κ.α.), ο Λόρεντζ υπήρξε θύμα της παράνοιας των εκφραστών της «πολιτικής ορθότητας» για τους οποίους η Γενετική, η Ευγονική, η Κοινωνιοβιολογία και η Ηθολογία συνιστούν «ναζιστικές επιστήμες». Τον Δεκέμβριο του 2015, το πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ του αφαίρεσε τον τίτλο του «επίτιμου διδάκτορα» που του είχε απονείμει το 1983 λόγω του «ναζιστικού παρελθόντος» του.
Ο Λόρεντζ είχε εκφράσει συχνά τον θαυμασμό του για τις πρωτοβουλίες του Πίνο Ράουτι σχετικά με την «οικολογική πολιτική» του, καθώς και για τη δράση των «Ομάδων Οικολογικών Ερευνών».
Τα σημαντικότερα έργα εκλαΐκευσης της Ηθολογίας του Λόρεντζ έχουν κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80 («Τα 8 θανάσιμα αμαρτήματα του πολιτισμού μας», «Η πίσω πλευρά του καθρέπτη» από τις εκδόσεις Θυμάρι, «Η επιθετικότητα» από τις εκδόσεις Χατζηνικολή κ.λπ.). Τον Αύγουστο του 1989 εκδόθηκε το εξαιρετικό βιβλίο του Γάλλου Φιλοσόφου, Αλαίν ντε Μπενουά με τίτλο «Κόνραντ Λόρεντζ και σύγχρονη Ηθολογία» από τις εκδόσεις «Ελεύθερη Σκέψις».
[5] O Alessandro di Pietro γεννήθηκε στη Ρώμη το 1945. Το 1969 αποφοίτησε από τη Σχολή Επιστημών της Ρώμης με πτυχίο στις Βιολογικές Επιστήμες και την ίδια χρονιά έγινε μέλος του CNR ως ερευνητής. Υπήρξε επικεφαλής διάφορων οργανώσεων νεολαίας του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (MSI) στη δεκαετία του 1970 και διετέλεσε γραμματέας του εθνικιστικού περιβαλλοντικού συλλόγου «Ομάδες Οικολογικών Ερευνών» (“Gruppi di Ricerca Ecologica”, GRE) . Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 εργάσθηκε στη δημόσια και ιδιωτική ιταλική τηλεόραση, παρουσιάζοντας προγράμματα επιστημονικής και οικολογικής φύσεως, καθώς και προγράμματα για την προστασία των καταναλωτών. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων και άρθρων που αφορούν κυρίως την Οικολογία.
Παύλος Γκάσταρης