Ο Μελιγαλάς έπεσε και μαζί του σφαγιάστηκαν οι περισσότεροι κάτοικοι και όσοι είχαν καταφύγει εκεί για προστασία. Τα νέα μαθεύτηκαν στην Σπάρτη και όλοι ήξεραν ότι αργά η γρήγορα οι κομμουνιστοσυμμορίτες θα χτυπουσαν κι εδώ.
Το Τάγμα Ασφαλείας Σπάρτης υπό τον Αντισυνταγματάρχη Ζαρουχλιώτη, που απαρτιζόταν από τρεις Λόχους, (1ος Λόχος Σπάρτης 2ος Λόχος Ανωγείων και 3ος Λόχος Μυστρά), μαζί με άλλους εθνικόφρονες, περισσότεροι από 500 ένοπλοι άντρες με τις οικογένειες τους, πήραν την απόφαση στο δεύτερο μισό του Σεπτέμβρη, να οχυρωθούν στο Μυστρά.
Οι τρεις Λόχοι αναπτύχθηκαν από τα όρια του Παρορίου με το Μυστρά προς το μπεζεστενι και Βόρεια του Μυστρά προς την πλευρά του κάστρου. Οργάνωσαν φυλάκια τα οποία έχτισαν με πέτρες και εκμεταλλεύτηκαν ορύγματα που είχαν φτιάξει οι Ιταλοί κατά την διάρκεια της κατοχής.
Μετά από λίγες ημέρες εμφανίστηκαν και οι συμμορίτες, οι οποίοι έταξαν τα πυροβόλα τους και έστησαν τους όλμους τους. Το πρώτο διάστημα περιορίστηκαν σε σποραδικες αψιμαχίες μέχρι την 11η Οκτωβρίου.
Το απόγευμα της 11ης Οκτωβρίου 1944 ξεκίνησε η μάχη του Μυστρά. Η μάχη διήρκησε όλη την νύχτα και κράτησε μέχρι το σούρουπο της επόμενης ημέρας, όταν με παρέμβαση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου,υπουργού της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, αποφασίστηκε από τον Αντισυνταγματάρχη Ζαρουχλιώτη η παράδοση του Κάστρου και του οπλισμού.
Απόφαση με την οποία διαφώνησε ο Άγις Κοκκορός, που ήταν διμοιρίτης από το χωριό των Γοράνων και ως τομέα ευθύνης είχε την περιοχή “ξεροβούνα”, αφενός γιατί οι αμυνόμενοι δεν υστερούσαν σε τίποτα από τους συμμορίτες, αντίθετα ερχόταν δύναμη προς υποστήριξη από το Τάγμα Ασφαλείας Γυθείου, αφετέρου δεν είχε καμία εμπιστοσύνη στο οτι οι Ελασίτες θα τηρούσαν την συμφωνία.
Εκείνη την ώρα οι αμυνόμενοι μετρούσαν μόλις πέντε νεκρούς και κάποιους τραυματίες, όταν στον αντίποδα οι συμμορίτες είχαν περισσότερους από τριάντα νεκρούς. Μετά την ρήξη που υπήρξε, ο Κοκκορός αποχώρησε μαζί με 28 ένοπλους άντρες, σε μια διαδρομή μέσα από τον Ταΰγετο προς το χωριό των Γοράνων, συγκρότησε δε την μοναδική αξιόμαχη δύναμη στην γύρω περιοχή κατά των συμμοριτών, μετά την παράδοση του Μυστρά.
Η συνθηκολόγηση έγινε με το σούρουπο της 12ης Οκτωβρίου αλλά για ευνόητους λόγους η παράδοση θα γινόταν το ξημέρωμα της επομένης.
Το επόμενο πρωί περισσότεροι από 400 άνδρες κατέθεσαν τα όπλα και οδηγήθηκαν ανα τρεις στο Μπεζεστένι. Στην διαδρομή οι συμμορίτες δεν κράτησαν τον λόγο τους και με ρόπαλα που είχαν καρφιά, με μαχαίρια, ακόμα και με τον οπλισμό τους, χτυπούσαν τους ανυπεράσπιστους αιχμαλώτους από τους οποίους αρκετοί έπεσαν νεκροί στον δρόμο, ανάμεσα τους ο τραυματίας Μοίραρχος Δριβάκος.
Την ίδια ώρα από το φυλάκιο στην περιοχή Ζάβατο, απέναντι από την ιερά μονή της Φανερωμένης, κατέβαινε το τελευταίο ένοπλο τμήμα της άμυνας του Μυστρά.. 27 άνδρες από το χωριό του Αγίου Ιωάννη.
Στην διαδρομή συνάντησαν μια ομάδα Ελασιτών, από τους οποίους αφοπλίστηκαν και αφού οδηγήθηκαν σε μία καλύβα, σφαγιάστηκαν ένας-ένας με μαχαίρι, για να μην ακουστεί κάποιος πυροβολισμός και τα κορμιά τους πετάχτηκαν στο γκρεμό.
Πίσω στο Μπεζεστένι που είχαν συγκεντρωθεί οι αιχμάλωτοι πλέον, υπερασπιστές του Μυστρά, έφτασε ένα τζιπ με Άγγλους, που είχαν ειδοποιηθεί νωρίτερα, από την Τρίπολη. Οι Άγγλοι ήρθαν σε διαπραγματεύσεις με την ηγεσία των Ελασιτών και αποφάσισαν την καταγραφή περισσοτέρων απο 400ων αιχμαλώτων.
Επέστησαν δε την προσοχή στους Ελασίτες για την υπευθυνότητα τους, όσον αφορά την σωματική ακεραιότητα των αιχμαλώτων. Με αυτό τον τρόπο απετράπει μια σφαγή ανάλογη της σφαγής του Μελιγαλά.
Περισσότερα από 120 ήταν τα θύματα που άφησαν πίσω τους οι κομμουνιστοσυμμορίτες εκείνο το διήμερο.
Άγις Φωτόπουλος