Σε ένα καθεστώς φύσει και θέσει ανθελληνικό, όπου η συνειδητή και στοχευμένη πράξη της διαστρέβλωσης των ιστορικών γεγονότων από μαρξιστές και φιλελεύθερους αποτελεί επίσημη κρατική πολιτική, η εξιστόρηση της αλήθειας ανάγεται σε κυρίαρχο ζήτημα για την προάσπιση τόσο του Ελληνικού Πνεύματος, όσο και του ίδιου του Γένους των Ελλήνων. Εάν η μεταπολιτευτική ελίτ των ψευδοδιανοούμενων (ανεπιτυχώς) επιδίωξε ελέω “ελληνοτουρκικής φιλίας” να μετατρέψει την σφαγή του 1922 στην Σμύρνη σε συνωστισμό, τότε η έξοδος του Μεσολογγίου το 1826, έρχεται να στοιχειώσει δια παντός τις ψυχές εκείνων οι οποίοι απεμπόλησαν το Αίμα της Φυλής για τα τριάντα αργύρια των βαρβάρων.
Ο Απρίλιος του 1826 βρίσκει τους πολιορκημένους του Μεσολογγίου σε κατάσταση άθλια. Η πείνα, οι αδιανόητες στερήσεις, ο λιμός και οι αρρώστιες θερίζουν τους Έλληνες. Η φρουρά της πόλεως και ο άμαχος πληθυσμός υποχρεώνονται να τρώνε σκυλιά, γάτες και ποντίκια, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την έλλειψη τροφίμων. Κοντεύει ένας μήνας από την στιγμή κατά την οποία οι δυνάμεις του Ιμπραήμ έχουν σφίξει τον κλοιό γύρω από τους πολιορκημένους, στερώντας τους από τα βασικά είδη, τα λίαν απαραίτητα ώστε να αντέξουν την πολιορκία. Δυο προσπάθειες του Μιαούλη να σπάσει τον αποκλεισμό αποτυγχάνουν και οι οχυρωμένοι στο Μεσολόγγι δείχνουν καταδικασμένοι.
Οι πολιορκημένοι δεν έχουν επιλογές. Τα τρόφιμα έχουν τελειώσει, ενώ στερεύουν και τα πολεμοφόδια. Το συμβούλιο των οπλαρχηγών και των προκρίτων, λαμβάνει την μεγάλη απόφαση: θα αποτολμήσουν έξοδο από την πόλη! Η ηρωική απόπειρα εξόδου ορίστηκε για το βράδυ της 10ης προς την 11η Απριλίου. Είναι Σάββατο του Λαζάρου και ξημερώνει η Κυριακή των Βαΐων. Η επιχειρούμενη έξοδος, έχει σχεδιασθεί να υποβοηθηθεί από αποπροσανατολιστική επίθεση του Γεώργιου Καραϊσκάκη και των ανδρών του, από τις πλαγιές του Ζυγού προς τους πολιορκητές. Οι προοπτικές επιτυχίας του εγχειρήματος είναι δυσοίωνες, το σχέδιο χωλαίνει και δείχνει αυτοκτονικό, παρ’ όλα αυτά η έξοδος είναι μονόδρομος, αλλιώς το τέλος λόγω της έλλειψης τροφής και λοιπών εφοδίων είναι προδιαγεγραμμένο.
Ο Καραϊσκάκης δεν κατορθώνει να δημιουργήσει σύγχυση στις ορδές των τούρκων και των αιγυπτίων οι οποίοι πολιορκούν το Μεσολόγγι. Λέγεται πως το σχέδιο της εξόδου και η επίθεση αποπροσανατολισμού από τον Καραϊσκάκη, αποκαλύφθηκε στον Ιμπραήμ από κάποιον ξένο (βούλγαρο) ο οποίος αυτομόλησε από τις ελληνικές γραμμές. Οι πολιορκημένοι εν τούτοις, έχουν ήδη οργανωθεί σε τρία ένοπλα τμήματα υπό την αρχηγία των Νότη Μπότσαρη, Δημήτριου Μακρή και Κίτσου Τζαβέλα. Τα τρία αυτά τμήματα, θα αποτελέσουν τις κορυφές ενός τριγώνου, στο εσωτερικό του οποίου θα τοποθετηθούν τα γυναικόπαιδα.
Η ηρωική και τρισένδοξη Έξοδος αρχίζει στις δύο τα ξημερώματα. Οι πολιορκημένοι εξορμούν με επικεφαλής τον Μεσολογγίτη Αθανάσιο Ραζηκώτσικα. Η προδοσία όμως του όλου σχεδίου βρίσκει τα εχθρικά στρατεύματα προετοιμασμένα. Η αντίδραση τούρκων και αιγυπτίων είναι σκληρή με δραματικές συνέπειες για την υλοποίηση του εγχειρήματος. Ενώ η φρουρά των πολιορκημένων αγωνίζεται με παροιμιώδη λύσσα ώστε να ανοιχθεί δίοδος διαφυγής, ο πανικός έχει ήδη καταβάλλει τον άμαχο πληθυσμό. Η κραυγή «πίσω, πίσω, Μεσολογγίτες στα κανόνια σας» δεν αποτέλεσε μόνο μαχαιριά στο ηθικό των πολιορκημένων αλλά αποδείχθηκε και καταστροφική. Δημιουργείται τεράστια σύγχυση και μέσα σε συνθήκες τεράστιου πανικού η μάζα των πολιορκημένων διασπάται. Ενώ η φρουρά προχωρά εμπρός διασπώντας τις τουρκοαιγυπτιακές γραμμές, ανθρώπινες μάζες κινούνται ανεξέλεγκτα προς τα πίσω σε πλήρη αταξία.
Το σώμα το οποίο συνέχισε να μάχεται κινούμενο προς διάσπαση του πολιορκητικού κλοιού κατορθώνει μετά κόπων, βασάνων και τεράστιων απωλειών να φθάσει αποδεκατισμένο στις πλαγιές του Ζυγού, κινώντας από εκεί προς την Άμφισσα. Μεταξύ των χιλίων πεντακοσίων περίπου Ελλήνων αγωνιστών οι οποίοι κατόρθωσαν να διαφύγουν του κλοιού, βρίσκονται οι αρχηγοί των τριών ενόπλων τμημάτων, Ν. Μπότσαρης, Δ. Μακρής και Κ. Τζαβέλας και περίπου 100 γυναικόπαιδα. Φρικτό ήταν όμως το τέλος εκείνων οι οποίοι αποφάσισαν να επιστρέψουν στην πολιορκημένη πόλη. Οι ορδές των οθωμανών τους κατέσφαξαν σε σφοδρές και απέλπιδες οδομαχίες εντός της πόλεως. Ο επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ και ο φιλέλληνας Ιάκωβος Μάγερ θανατώθηκαν από τα στίφη των βαρβάρων, ενώ ορισμένοι προτίμησαν να ανατιναχτούν στις πυριτιδαποθήκες της πόλης ακολουθώντας τον Χρήστο Καψάλη, από το να πέσουν στα χέρια των αιμοδιψών κατακτητών.
Υπολογίζεται πως την Κυριακή των Βαΐων, δηλαδή στις 11 Απριλίου του 1826, περίπου 3 χιλιάδες Έλληνες θανατώθηκαν, 2 χιλιάδες πυρπολήθηκαν και περί τους χίλιους αιχμαλωτίστηκαν. Παρά το βαρύτατο τίμημα της απόφασης για έξοδο, το ηρωικό εγχείρημα και η τελική του έκβαση προκάλεσε κύμα φιλελληνισμού στην Ευρώπη. Η θυσία των πολιορκημένων και οι φρικιαστικές περιγραφές της συγκρούσεως είχαν διττή επίδραση: αφενός ατσάλωσε την θέληση του Ελληνισμού για την αποτίναξη του βάρβαρου και φριχτού οθωμανικού ζυγού, και αφετέρου πλημμύρισε την Ευρώπη με αισθήματα θαυμασμού και συμπάθειας για το δίκαιο του Ελληνικού αγώνος.
Εκείνο το αίμα των υπερασπιστών της πόλεως και των αμάχων, γερόντων, γυναικών και παιδιών, θα κραυγάζει στην αιωνιότητα το μέγεθος της θηριωδίας και του σκότους το οποίο βίωσε ο λαός μας, συνεπεία της οθωμανικής κατοχής τετρακοσίων σχεδόν ετών. Όσο και αν προσπαθεί η σύγχρονη μεταπολιτευτική νομενκλατούρα να μας πείσει για την “ευγενή” φύση των αγαρηνών, όσο κι αν προσπαθούν τα κανάλια της διαπλοκής να μας περάσουν την εικόνα του «εκπολιτισμένου» τούρκου βαρβάρου, είναι η ίδια η αιματοβαμμένη Ιστορία κάθε γωνιάς της Ελληνικής Πατρίδος εκείνη η οποία αποκαλύπτει τον άκρατο μισελληνισμό του ψευδοέθνους των τούρκων, το οποίο διόλου τυχαία χαρακτηρίστηκε ως η μάστιγα της Ασίας.