7 Ιουνίου 1822 – Ο Κανάρης καίει την τουρκική ναυαρχίδα
Διακόσια και ένα χρόνια πέρασαν από την ημέρα κατά την οποία ο Κωσταντίνος Κανάρης πυρπόλησε την τουρκική ναυαρχίδα στην Χίο και βεβαίως κανένα αφιέρωμα δεν υπήρξε για τον μέγα άθλο και ηρωισμό του…! Εάν ήταν κανένας ανήθικος περιθωριακός, τότε το κράτος της ανοικτής κοινωνίας θα έκανε φιέστες και παράτες… Τον Κανάρη όμως δεν τον θυμήθηκε κανείς!
Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κωνσταντίνο Κανάρη στη Χίο (7 Ιουνίου 1822), υπήρξε ένα από τους σημαντικότερους ναυτικούς άθλους της Ελληνικής Επανάστασης.
Μετά την καταστροφή της Χίου (30 Μαρτίου 1822), το ελληνικό ναυτικό θέλησε να πάρει εκδίκηση, προσβάλλοντας τον τουρκικό στόλο. Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκε μία μεγάλη αρμάδα. Τα ελληνικά πλοία συγκεντρώθηκαν στα Ψαρά στα τέλη Απριλίου κι έψαχναν την ευκαιρία να δράσουν.
Ο χρόνος που επελέγη ήταν η μεγάλη μουσουλμανική γιορτή του ραμαζανιού, αλλά απέτυχαν. Στο μεταξύ, εκδηλώθηκε απειθαρχία των πληρωμάτων, εξαιτίας της καθυστέρησης καταβολής της μισθοδοσίας τους. Την ίδια ημέρα, οι Ψαριανοί πήραν την απόφαση να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο με πυρπολικά, επειδή κατέφθασαν πληροφορίες ότι ο αιγυπτιακός στόλος βρισκόταν στην Κρήτη.
Έτσι, την επομένη, 1η Ιουνίου, δύο πυρπολικά, ένα ψαριανό με κυβερνήτη τον Κωνσταντίνο Κανάρη και ένα υδραϊκό με κυβερνήτη τον Ανδρέα Πιπίνο, ξεκίνησαν προς αναζήτηση του τουρκικού στόλου. Τα δύο πυρπολικά πλησίασαν τον τουρκικό στόλο, που ναυλοχούσε στη Χίο και περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία για να δράσουν. Επέλεξαν τη νύχτα της 6ης προς 7η Ιουνίου 1822. Ήταν μία νύχτα χωρίς φεγγάρι και οι αξιωματικοί είχαν συγκεντρωθεί στη φωταγωγημένη ναυαρχίδα του τουρκικού στόλου για να γιορτάσουν τη λήξη του ραμαζανιού. Αν και γνώριζαν την καταστροφική δύναμη των ελληνικών πυρπολικών, δεν φαίνεται να είχαν πάρει ιδιαίτερα μέτρα προφύλαξης.
Το υδραϊκό πυρπολικό υπό τον Πιπίνο γλίστρησε αθέατο προς την υποναυαρχίδα του τουρκικού στόλου, ένα δίκροτο με πλοίαρχο τον Μπεκίρ Μπέη. Επιχείρησε να προσκολληθεί, αλλά παρασύρθηκε από τον άνεμο και αποσπάσθηκε. Η απόπειρα του Πιπίνου απέτυχε, αλλά ο Κανάρης κατόρθωσε να προσδέσει το πυρπολικό του στην τουρκική ναυαρχίδα. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι επιδέξιοι ελιγμοί του έμπειρου πηδαλιούχου Ιωάννη Θεοφιλόπουλου.
Σχεδόν αμέσως το ξύλινο σκαρί του μεγαλοπρεπούς πλοίου λαμπάδιασε και άρχισε να καίγεται σαν πυροτέχνημα. Ο Καρά Αλής έσπευσε να εγκαταλείψει το πλοίο και επιβιβάσθηκε σε λέμβο, αλλά ένα κομμάτι από το φλεγόμενο κεντρικό κατάρτι του πλοίου τον χτύπησε στο κεφάλι και τον τραυμάτισε θανάσιμα. Οι 2.000 άνδρες που βρίσκονταν πάνω στη ναυαρχίδα χάθηκαν σχεδόν όλοι.
Οι 32 άνδρες που συγκροτούσαν τα πληρώματα των δύο πυρπολικών, εκμεταλλευόμενοι τη σύγχυση που επικράτησε, έφθασαν σώοι στα ελληνικά πλοία που τους περίμεναν στ’ ανοιχτά. Για να τιμήσει τα πληρώματα των δύο πυρπολικών, το Μινιστέριον των Ναυτικών (Υπουργείο Ναυτιλίας) πρότεινε στο Εκτελεστικόν (κυβέρνηση) να τους παρασημοφορήσει και να τους χορηγήσει εκτάσεις γης. Το Βουλευτικόν (Βουλή) ενέκρινε την πρόταση, η οποία όμως δεν υλοποιήθηκε ποτέ …
Κανάρης
Όλη η βουλή των προεστών στο μόλο συναγμένη
ειπε πως όξω στη στεριά τους Τούρκους θα προσμένει.
Τότε έβγαλα το φέσι
και να μιλήσω θάρρεψα προβάλλοντας στη μέση
“Τίποτα, αρχόντοι, δε φελά, μονάχα το καράβι”.
Σα μ’ άκουσε ένα απ’ τα τρανά καλπάκια μας, ανάβει
και το φαρμάκι χύνει
“Ποιός είναι αυτός, και πώς τον λεν, που συβουλές μας δίνει;”
Έτσι εχαθήκαν τα Ψαρά. Κι εγώ φωτιά στο χέρι
πήρα, και πέρ’ αρμένισα κατά της Χιος τα μέρη,
κι είπα από κει -δε βάσταξα- με χείλια πικραμένα
“Να, πώς με λεν εμένα!”
Αλέξανδρος Πάλλης