“Δον Κιχώτη” με βρήκε εκείνος ο Μάιος του 2012 όταν ένα ολόκληρο σύστημα είδε το 7% της Χρυσής Αυγής, είδε ένα Κίνημα Επαναστατικό εκτός κατεστημένου να προβάλλει προκλητικά στο πολιτικό προσκήνιο, το οποίο θεωρούσαν δική τους υπόθεση. Υπόθεση του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου, το οποίο έχει υπό τον έλεγχο της την δημόσια ζωή απόλυτα από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. “Δον Κιχώτης”; Αναμφισβήτητα Ναι! Λάθος; Ίσως, αλλά δεν μετανοώ, δεν αλλάζω με τίποτε το γεγονός ότι για μία ολόκληρη δεκαετία στάθηκα απέναντι στο Σύστημα χωρίς συμβιβασμούς, χωρίς να υποχωρήσω ούτε χιλιοστό από τις Ιδέες μου, υπερήφανος χωρίς δηλώσεις μετανοίας, ανυπότακτος. Και την πρόκλησή μου αυτή την εξαπέλυσα από την πρώτη ημέρα με την δήλωσή μου προς τα ΜΜΕ, που με είχαν πολεμήσει σκληρά, είχαν θάψει κυριολεκτικά την Χρυσή Αυγή, λέγοντας τους την φράση “VENI, VIDI, VICI”.
Όταν μπήκαμε στην βουλή το 2012 πολλοί ήταν αυτοί οι οποίοι πίστευαν ότι θα συμβιβαστούμε και το πίστευαν αυτό γιατί έτσι συνήθως γίνεται με όλους όσους παριστάνουν τους επαναστάτες και οι οποίοι όταν ανοίξουν οι θύρες και τα “σαλόνια” της εξουσίας αλλάζουν. Στην περίπτωσή μου έκαναν λάθος. Πράγματι ήμουν “Δον Κιχώτης” και έβλεπα… ως την άκρη του
κονταριού μου, όπου υπερήφανα κυμάτιζε σημαία μου η Ιδέα. Ποιος δεν θυμάται την δήλωση τότε της Γενικής Γραμματέως του ΚΚΕ Αλέκας Παπαρρήγα, η οποία είχε πει αφήστε τους αυτούς, τώρα θα φορέσουν γραβάτες και θα υποταχθούν στο σύστημα. Τελικά αυτό δεν συνέβη, αλλά οι χρεωκοπημένοι ιστορικά μπολσεβίκοι, οι χρήσιμοι ηλίθιοι της παγκοσμιοποίησης, εξ ιδίων έκριναν τα αλλότρια.
Μήπως, όμως, τελικά υπήρξα εξ ανάγκης “Δον Κιχώτης”, μη έχοντας άλλη επιλογή; Κατηγορηματικά όχι! Μήπως υπήρξα τότε (και τώρα!) άκαμπτος ιδεολόγος γιατί δεν είχα άλλη επιλογή ή εάν θέλετε “προσφορά”; Ισχύει ακριβώς το αντίθετο! Επιστολές και προτάσεις από εξέχοντα και “επιφανή” μέλη της ολιγαρχίας, που κυριαρχούν μέχρι σήμερα στην δημόσια ζωή, έλαβα ουκ ολίγες, άλλες ευθέως και άλλες πλαγίως… Άνθρωποι του τάδε “νταβατζή” μου έλεγαν εμπιστευτικά πόσο με συμπαθεί το αφεντικό τους, εγώ σιωπή και καμία ανταπόκριση. Άλλου “νταβατζή” άλλος κολαούζος μου πρότεινε να πιω έναν καφέ με τον μεγαλόσχημο ολιγάρχη, που υπηρετούσε, και πάλι έκανα πως δεν καταλάβαινα και προχωρούσα.
Ήταν προφανές ότι δεν ήμουν δεδομένος και γι’ αυτό έπρεπε να πληρώσω την ανυποταξία μου. Δεν χωρούσα στο κράτος των Αθηνών (Πλατεία Συντάγματος, Κολωνάκι, Χίλτον), στην αμαρτωλή συμμορία που είναι η πραγματική εξουσία αυτής της χώρας. Από τον Μάιο του 2012 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2013 όταν έστησε το παρακράτος του Σαμαρά την σκευωρία, η οποία με οδήγησε στην φυλακή, πολύ άνετα θα μπορούσα να έχω γίνει μέλος του “club” των ισχυρών αυτής της χώρας.
Δεν το θέλησα και εάν το έκανα δεν θα ήμουν μόνο ένας πολιτικός απατεώνας, αλλά και ένας ακόμη άθλιος δημαγωγός, ο οποίος όπως τόσοι άλλοι θα είχα πουλήσει την πίστη όσων με τίμησαν και με ακολούθησαν. Το πόσο τώρα όλοι αυτοί, που σεβάστηκα την θέλησή τους, με σεβάστηκαν, πόσο δεν με πρόδωσαν αυτοί που μου έλεγαν να μη τους προδώσω (και δεν τους πρόδωσα!) αυτό είναι μια άλλη υπόθεση…
Ήταν φανερό και φάνηκε από τις πρώτες ημέρες της παρουσίας της Χρυσής Αυγής στην βουλή και στον δημόσιο λόγο της ότι δεν ήταν εις ουδεμία των περιπτώσεων μία συστημική δήθεν ακροδεξιά, η οποία απλά εξέφραζε τα παράπονα κάποιων δυσαρεστημένων συντηρητικών παλαιάς κοπής έναντι της πάντοτε ανεκτικής προς την αριστερά Νέας Δημοκρατίας. Και το ανεκτικής σίγουρα κατ’ ελάχιστον αντιπροσωπεύει την στάση της Νέας Δημοκρατίας των “δεξιών” έναντι της αριστεράς, μία στάση εντελώς δουλική και ενοχική. Δεν είναι τυχαίο ότι όσα χρόνια ήμουν στην βουλή, λαβαίνοντας τον λόγο ο εκάστοτε πρόεδρος της Ν.Δ. όποτε ήθελε να απευθυνθεί στην αριστερά άρχιζε πάντοτε την αγόρευσή του με την πρόταση “τιμούμε και σεβόμαστε τους αγώνες της αριστεράς”.
Η Χρυσή Αυγή ήταν η πρώτη πολιτική δύναμη από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, η οποία μέσα στην βουλή άρθρωσε έναν ξεκάθαρα αντιμαρξιστικό λόγο και μίλησε για την απαγορευμένη ιστορία, τις προδοσίες και τα εγκλήματα των μπολσεβίκων.