Ο Μητσοτάκης, ο Σούνακ και ο Παπάγος
Φούσκωσαν από υπερηφάνεια οι ραγιάδες γιατί ο Κάρολος συνάντησε τον Ινδό πρωθυπουργό του με γραβάτα που είχε επάνω την Ελληνική σημαία κι έτσι ξεπέρασαν τον εξευτελισμό του Έθνους μας με την άρνηση του Σούνακ να ακυρώσει την συνάντηση με Μητσοτάκη, που δεν ήταν προσβολή προς τον Μητσοτάκη, αλλά προς την Ελλάδα. Την Ελλάδα του Μητσοτάκη που κρατά την “ψυχραιμία” της και δηλώνει με κάθε τρόπο ότι δεν τρέχει τίποτε που φάγαμε κι ένα φτύσιμο από τον Ινδό.
Κάποτε ήταν αλλιώς τα πράγματα κι έγραψε στην εφημερίδα “δημοκρατία” ο Στρατηγός Μπολώσης:
Χρήστος Μπολώσης «Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη -και ο ίδιος προσωπικά- εργάζεται συστηματικά και μεθοδικά τεσσεράμισι χρόνια τώρα και έχει πετύχει μια σειρά πολύ θετικών εξελίξεων στο εθνικό ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα, της διεκδίκησης και της οριστικής επανένωσής τους στο Μουσείο της Ακρόπολης» δήλωσε έμπλεος εθνικής υπερηφάνειας η κυρία Μενδώνη (αμ δεν το είδαμε;).
Ακολουθεί ο ψαλμός «Ευλογημένος ο ερχόμενος ωσαννά» και είτα το «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου. Νίκας τοις Μητσοτάκοις κατά του Σούνακ δωρούμενος». Ακολουθεί αρτοκλασία και ολονυχτία προς τιμή του πορθητού του Λονδίνου.
Όλα αυτά μετά την «πόρτα» του δικού μας από τον ομόλογό του Βρετανό.
Ουδείς χαίρεται για την εθνική αυτή προσβολή και όλοι αναπολούν τον στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο, που ως πρωθυπουργός συνάντησε στη βρετανική πρεσβεία τον Βρετανό ΥΠΕΞ Αντονι Ιντεν, που βρέθηκε στην Αθήνα για λογούς υγείας.
Όταν η κουβέντα ήρθε στο Κυπριακό, ο Ιντεν -και ενώ του μιλούσε ο Παπάγος- πήγε στο παράθυρο και κοίταζε αδιάφορα στον δρόμο. Τότε ο Παπάγος, έξαλλος, του φώναξε «είμαι ο πρωθυπουργός της Ελλάδας και όταν μιλώ με κάποιον, αξιώ να μου δείχνει το πρόσωπό του και όχι τον κ@@ο του» και έφυγε. Ήταν 22 Δεκεμβρίου του 1953.
Άλλες εποχές, άλλοι ηγέτες.