Φόνος αριστερού στην Γερμανία. Κανένας πολιτικός παράγοντας δεν κατηγορήθηκε. Στην Ελλάδα καταδικάστηκαν 18 βουλευτές…
Το πόσο νομικά αβάσιμη ήταν η παραπομπή σε δίκη και καταδίκη των βουλευτών της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ για “εγκληματική οργάνωση” αποδεικνύεται από το γεγονός ότι σε μεγάλα επεισόδια που έγιναν σε συγκέντρωση στην Γερμανία υπήρχε ένας νεκρός και έντεκα τραυματίες, αλλά δεν κατηγορήθηκε και σωστά κανένας πολιτικός του κόμματος AfD και των οργανώσεων που συμμετείχαν στην συγκέντρωση. Μάλιστα, η πρόεδρος του δικαστηρίου δήλωσε ευθέως ότι η υπόθεση δεν είναι πολιτική σε αντίθεση με την Χρυσή Αυγή, που η δίκη ήτα ένα πολιτικό τσίρκο όπου κατέθεσε κάθε πικραμένος… Διαβάστε σχετικά τα παρακάτω:
Στις 11 Δεκεμβρίου, ξεκινάει στο περιφερειακό δικαστήριο του Κέμνιτς η δίκη για τις ταραχές της 1ης Σεπτεμβρίου 2018, που προκάλεσαν τον τραυματισμό 11 πολιτών. Οι επτά κατηγορούμενοι ηλικίας 26 έως 51 ετών κατηγορούνται για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης και διατάραξη της ειρήνης. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο της Γενικής Εισαγγελίας της Δρέσδης, την 1η Σεπτεμβρίου 2018, έπειτα από εκδήλωση που διοργανώθηκε από το AfD, την ακροδεξιά οργάνωση Pegida και το δεξιό λαϊκιστικό Pro Chemnitz, οι κατηγορούμενοι φέρονται να ήρθαν σε βίαιες συγκρούσεις με τους συμμετέχοντες στη διαδήλωση “Herz statt Hetze” στο Κέμνιτς.
Αφορμή ήταν ο θάνατος του 35χρονου Ντάνιελ Χ.: ο Γερμανός με κουβανέζικες ρίζες μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου το βράδυ της 26ης Αυγούστου 2018, έπειτα από καβγά σε μία τοπική γιορτή στο Κέμνιτς.
Λόγω των πολλών κατηγορουμένων – σύμφωνα με πληροφορίες του περιφερειακού δικαστηρίου του Κέμνιτς ερευνώνται 29 εμπλεκόμενοι για αξιόποινες πράξεις – διεξάγονται τρεις δίκες. Μέχρι στιγμής υπάρχουν 43 μάρτυρες.
Μιλώντας στην DW η πρόεδρος του δικαστηρίου Πέτρα Κίρσνερ κατέστησε σαφές ότι η δίκη δεν έχει καμία πολιτική προέκταση. “Δεν πρέπει να γίνει καμία πολιτική εκτίμηση κατά τη δίκη”, ξεκαθάρισε. “Πρέπει να διαπιστώσουμε απλώς εάν οι κατηγορούμενοι έχουν διαπράξει κάποιο ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση ενοχής τους, πώς πρέπει να τιμωρηθεί το εκάστοτε άτομο αναλόγως με την εμπλοκή και την προσωπική ενοχή του”.