“Για τον λόγο αυτό θέλουμε για μια ακόμη φορά σήμερα να κάνουμε δική μας την ομολογία τής πίστεως των αρχαίων όπως αυτή εκφράζεται με τις λέξεις: “Το αίμα των ηρώων είναι ιερότερο από το μελάνι των σοφών και από την προσευχή των πιστών” – κάτι τέτοιο βρίσκεται επίσης στην βάση του παραδοσιακού νοήματος, που σύμφωνα μ’ αυτό δρουν στον “ιερό πόλεμο” περισσότερο από τα μεμονωμένα άτομα οι πρωτογενείς μυστικές δυνάμεις της Φυλής. Αυτές οι δυνάμεις των πηγών δημιουργούν παγκόσμιες αυτοκρατορίες και φέρουν στον άνθρωπο μια νικηφόρα ειρήνη”.
JULIUS EVOLA, Ο ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ, Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΝΙΚΗ
«Το μυστικό του εκφυλισμού»
Όποιος προσφέρεται ν’ απορρίψει τον ορθολογιστικό μύθο της «προόδου» και την ερμηνεία της ιστορίας ως μιας αδιάκοπης θετικής εξέλιξης της ανθρωπότητας, θα βρεθεί σταδιακά να στρέφεται προς την κοσμοαντίληψη που ήταν κοινή σε όλους τους μεγάλους παραδοσιακούς πολιτισμούς και η οποία είχε στο κέντρο της την ανάμνηση μιας διαδικασίας εκφυλισμού, αργής συσκότισης ή κατάρρευσης ενός προηγούμενου ανώτερου κόσμου. Όσο διεισδύουμε βαθύτερα σ’ αυτήν την νέα (και παλαιά) ερμηνεία, συναντάμε διάφορα προβλήματα, μεταξύ των οποίων κυριότερο είναι το ζήτημα του μυστικού του εκφυλισμού.
Στην κυριολεκτική έννοια του όρου, αυτό το ζήτημα δεν είναι καθόλου καινούργιο. Ενώ αναλογιζόμαστε τα υπέροχα κατάλοιπα πολιτισμών των οποίων ούτε καν η ονομασία δεν έφθασε έως εμάς, αλλά τα οποία φαίνεται να μεταφέρουν – ακόμη και στο φυσικό υλικό τους- ένα μεγαλείο και μια δύναμη που είναι κάτι περισσότερο από γήινη, σχεδόν ο καθένας παρέλειψε ν’ αναρωτηθεί για τον θάνατο των πολιτισμών κι ένιωσε την ανεπάρκεια των λόγων που παρέχονται συνήθως για να τον εξηγήσουν.
Πρέπει να ευχαριστήσουμε τον Κόμη ντε Γκομπινώ για την καλύτερη και πιο γνωστή περίληψη αυτού του προβλήματος, αλλά και για μια αριστοτεχνική κριτική των κυρίων υποθέσεων περί αυτού. Η λύση του με βάση την φυλετική σκέψη και την φυλετική καθαρότητα περιέχει επίσης μια μεγάλη δόση αλήθειας, θα πρέπει όμως να επεκταθεί με λίγες παρατηρήσεις σχετικές με μιαν υψηλότερη τάξη πραγμάτων.
Επειδή υπήρξαν πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας πολιτισμός κατέρρευσε ακόμα κι’ αν η φυλή του παρέμενε καθαρή, όπως είναι ιδιαίτερα εμφανές σε ορισμένες ομάδες που έχουν υποστεί αργή, αδυσώπητη εξαφάνιση παρά το ότι παρέμειναν τόσον απομονωμένες φυλετικά σαν να ήσαν νησιά.
Ένα αρκετά πρόσφορο παράδειγμα είναι η περίπτωση των Σουηδών και των Ολλανδών. Αυτοί οι λαοί βρίσκονται σήμερα στην ίδια φυλετική κατάσταση όπως ήταν πριν από δύο αιώνες, αλλά τώρα δεν μπορούν να βρεθούν πολλά από τα χαρακτηριστικά ηρωικής διάθεσης και φυλετικής συνειδητοποίησης που κάποτε κατείχαν .
Άλλοι μεγάλοι πολιτισμοί φαίνεται ότι παρέμειναν απλώς στατικοί σε μουμιοποιημένη κατάσταση : ήταν από καιρό νεκροί εσωτερικά, έτσι ώστε να χρειάστηκε μια ελάχιστη ώθηση για να τους κατεδαφίσει. Αυτή ήταν η περίπτωση, για παράδειγμα, του αρχαίου Περού, αυτής της γιγαντιαία ηλιακής αυτοκρατορίας, που εκμηδενίστηκε από μερικούς τυχοδιώκτες προερχόμενους από τον χείριστο όχλο της Ευρώπης.
Αν κοιτάξουμε το μυστικό του εκφυλισμού από αποκλειστικά παραδοσιακή σκοπιά, γίνεται ακόμα δυσκολότερο να το λύσουμε εντελώς. Είναι λοιπόν θέμα κατανομής όλων των πολιτισμών σε δύο βασικές κατηγορίες. Από την μία πλευρά υπάρχουν οι παραδοσιακοί πολιτισμοί, των οποίων η αρχή είναι ίδια και αναλλοίωτη, παρ’ όλες τις διαφορές που διαπιστώνονται στην επιφάνεια. Ο άξονας αυτών των πολιτισμών κι η κορυφή της ιεραρχικής τάξης τους αποτελούνται από μεταφυσικές, υπερ-ατομικές δυνάμεις κι ενέργειες, οι οποίες χρησιμεύουν για να ενημερώνουν και να δικαιώνουν όλα όσα είναι απλώς ανθρώπινα, παροδικά, υποκείμενα στο γίγνεσθαι και στην «ιστορία». Από την άλλη πλευρά υπάρχει ένας «σύγχρονος πολιτισμός», ο οποίος είναι πραγματικά μια «αντι-παράδοση» κι ο οποίος εξαντλείται σε κατασκευή καθαρά ανθρώπινων και γήινων συνθηκών και στην συνολική ανάπτυξή τους σ’ επιδίωξη μιας ζωής εντελώς αποκομμένης από τον «ανώτερο κόσμο».
Από την άποψη της τελευταίας πλευράς, το σύνολο της ιστορίας είναι εκφυλισμός, γιατί δείχνει την καθολική πτώση των προηγούμενων πολιτισμών του παραδοσιακού τύπου, καθώς και την αποφασιστική και βίαιη άνοδο ενός νέου παγκόσμιου πολιτισμού του «σύγχρονου» τύπου.
Ένα διπλό ερώτημα προκύπτει από αυτό :
Κατ’ αρχάς, πώς ήταν ποτέ δυνατόν να επιτευχθεί αυτό ; Υπάρχει ένα λογικό σφάλμα που διέπει ολόκληρο το δόγμα της εξέλιξης : είναι αδύνατο κάτι το ανώτερο να μπορεί να αναδυθεί από κάτι το κατώτερο και κάτι το μεγαλύτερο από κάτι το μικρότερο. Αλλά μήπως δεν αντιμετωπίζουμε μια παρόμοια δυσκολία στην λύση του δόγματος της υποστροφής; Πώς είναι ποτέ δυνατόν το ανώτερο να καταπέσει ; Αν είχαμε να κάνουμε με απλές αναλογίες, θα ήταν εύκολο ν’ ασχοληθούμε μ’ αυτό το ερώτημα. Ένας υγιής άνθρωπος μπορεί ν’ αρρωστήσει. Ένας ενάρετος μπορεί να μεταστραφεί σε φαύλο. Υπάρχει ένας φυσικός νόμος τον οποίο ο καθένας θεωρεί ως δεδομένο : ότι κάθε ζωντανό ον, ξεκινά με τη γέννηση, έχει ανάπτυξη, αποκτά δύναμη, κατόπιν έρχονται τα γηρατειά, η αποδυνάμωση και η διάλυσή του. Και ούτω καθεξής. Αυτός όμως ο νόμος απλά αφηγείται, δεν εξηγεί, ακόμη κι αν αποδεχθούμε ότι τέτοιες αναλογίες σχετίζονται πράγματι με το ζήτημα που τίθεται εδώ.
Δεύτερον, δεν είναι μόνο ένα θέμα που εξηγεί την πιθανότητα του εκφυλισμού ενός συγκεκριμένου πολιτιστικού κόσμου, αλλά και την πιθανότητα ο εκφυλισμός ενός πολιτιστικού κύκλου να μπορεί να περάσει σε άλλους λαούς και να τους σύρει προς τα κάτω μαζί του. Για παράδειγμα, δεν πρέπει μόνο να εξηγήσουμε πώς κατέρρευσε η αρχαία δυτική πραγματικότητα, αλλά πρέπει επίσης να δείξουμε τον λόγο για τον οποίο στάθηκε δυνατόν ο «σύγχρονος» πολιτισμός να κατακτήσει σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και γιατί είχε την δύναμη να εκτρέψει τόσο πολλούς λαούς από οποιοδήποτε άλλο είδος πολιτισμού και να κυριαρχήσει ακόμη κι όταν κράτη ενός παραδοσιακού είδους φαινόταν να είναι ζωντανά (αρκεί γι’ αυτό να θυμηθούμε απλά την Άρια Ανατολή).
Από αυτή την άποψη, δεν είναι αρκετό να πούμε ότι έχουμε να κάνουμε με μια καθαρά υλική και οικονομική κατάκτηση. Η άποψη αυτή φαίνεται πολύ επιφανειακή, για δύο λόγους. Κατ’ αρχάς, μια χώρα κατακτημένη στο υλικό επίπεδο βιώνει επίσης, μακροπρόθεσμα, επιρροές ενός ανώτερου είδους που αντιστοιχεί στον πολιτιστικό τύπο του κατακτητή. Πράγματι, μπορούμε να δηλώσουμε, ότι η ευρωπαϊκή κατάκτηση σπέρνει σχεδόν παντού τους σπόρους του «εξευρωπαϊσμού», δηλαδή, του «σύγχρονου» ορθολογιστικού, εχθρικού προς την παράδοση, ατομικιστικού τρόπου σκέψης. Δεύτερον, η παραδοσιακή αντίληψη του πολιτισμού και του κράτους είναι ιεραρχική, όχι δυαδική. Οι φορείς της δεν θα υπέγραφαν ποτέ, χωρίς σοβαρές επιφυλάξεις, τις αρχές : «Απόδωτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» και «H εμή βασιλεία ουκ έστιν του κόσμου τούτου».
Για εμάς, «Παράδοση» είναι η νικηφόρα και δημιουργική παρουσία μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο του στοιχείου αυτού το οποίο δεν είναι «αυτού του κόσμου», δηλαδή του Πνεύματος, νοούμενου ως μια δύναμη ισχυρότερη από οποιαδήποτε απλώς ανθρώπινη ή υλική δύναμη.
Αυτή είναι μια βασική ιδέα της αυθεντικά παραδοσιακής άποψης για την ζωή, η οποία δεν μας επιτρέπει να μιλάμε με περιφρόνηση των απλώς υλικών κατακτήσεων. Αντίθετα, η υλική κατάκτηση είναι το σημάδι, αν όχι μιας πνευματικής νίκης, τουλάχιστον μιας πνευματικής αδυναμίας ή ενός είδους πνευματικής «υποχώρησης» στους πολιτισμούς που κατακτήθηκαν κι έχασαν την ανεξαρτησία τους. Παντού όπου το Πνεύμα, θεωρούμενο ως η ισχυρότερη δύναμη, ήταν πραγματικά παρόν, ποτέ δεν εστερείτο μέσων – ορατών ή με άλλο τρόπο- που του επέτρεπαν ν’ αντισταθεί προς ολόκληρη την τεχνική και υλική υπεροχή του αντιπάλου. Αλλά αυτό δεν συνέβη. Έτσι θα πρέπει να γίνει δεκτό, ότι πίσω από την παραδοσιακή πρόσοψη του κάθε λαού τον οποίο μπόρεσε να κατακτήσει ο «σύγχρονος» κόσμος κρυβόταν εκφυλισμός. Συνεπώς η Δύση απλά πρέπει να ήταν ο πολιτισμός στον οποίο μια κρίση που ήταν ήδη καθολική έλαβε την οξύτατη μορφή της.
Εκεί ο εκφυλισμός έφθασε -να το θέσουμε έτσι- σ’ ένα πλήγμα νοκ-άουτ, και όπως επήλθε, παρέσυρε με λιγότερη ή περισσότερη ευκολία άλλους λαούς, στους οποίους σίγουρα η υποστροφή δεν είχε «προοδεύσει» τόσο πολύ, αλλά η παράδοση τους είχε ήδη χάσει την αυθεντική της δύναμη, έτσι ώστε οι λαοί αυτοί δεν ήσαν πλέον σε θέση να προστατεύσουν τον εαυτό τους από μιαν εξωτερική επίθεση.