Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

«Et in Arcadia ego»

Οι Αρκάδες ήσαν από την χαραυγή της εθνικής ιστορίας ελληνικό φύλο, εγκατεστημένο κυρίως στην ορεινή Πελοπόννησο. Θεωρείται το αρχαιότερο ελληνικό φύλο το οποίο εγκατεστάθη στον Ελλαδικό χώρο. Πιθανότατα ήταν φύλο συγγενικό εκείνων των «πρωτοελλήνων» τους οποίους οι αρχαίοι συγγραφείς αποκαλούσαν Πελασγούς.

 Πιστεύεται, ότι πριν από το 1900 π.Χ. κατοικούσαν στην Δυτική Μακεδονία (περισσότερα στοιχεία ευρίσκονται στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», της Εκδοτικής Αθηνών, όπου υπάρχει εκτενέστατη σχετική βιβλιογραφία). Με την κάθοδο και των υπολοίπων ελληνικών φύλων, (κυρίως των «σιδηροφόρων» Δωριέων), οι Αρκάδες περιορίσθηκαν στο κέντρο της Πελοποννήσου και συνδέθηκαν σταδιακώς -κατά τους ιστορικούς χρόνους- σε μία χαλαρή Συνομοσπονδία περιλαμβάνουσα όλες τις αρκαδικές πόλεις, που ονομάστηκε «Κοινό των Αρκάδων». Η χώρα τους περιελάμβανε τις ορεινές περιοχές των Αροανίων, του Αρτεμισίου, της Κυλλήνης, του Λυκαίου, του Μαινάλου, καθώς και την βόρεια πλευρά του Πάρνωνος

 

Ο Όμηρος θεωρούσε βασικό χαρακτηριστικό των Αρκάδων την πολεμική τους ανδρεία, («ανέρες αγχιμαχηταί» Ιλιάς Β’- 604, «επιστάμενοι πολεμίζειν» Ιλιάς Β’- 610 / “Κατάλογος των νεών” ), όπως και ο Σουΐδας το τονίζει στο περιβόητο λεξικό του 10ου αιώνος: «Αρκάδες μαχιμώτατοι Ελλήνων γενόμενοι». Επίσης και η νεοτέρα ιστορία παραθέτει σπουδαία παραδείγματα πολυαρίθμων Αρκάδων πολεμιστών σε όλους τους εθνικούς αγώνες, ιδίως δε στην Εθνεγερσία μας το 1821.

Αδιάκοπη παρουσία σε όλη την ιστορική πορεία της Αρκαδίας έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό, το οποίον είχε επισημάνει ο διάσημος γεωγράφος και ιστορικός Στράβων ο Αμασεύς γράφοντας ότι οι Αρκάδες είναι «έθνος σφόδρα πλανητικόν». Πράγματι σήμερα οι νέες παροικίες – «αποικίες» των Αρκάδων (τις οποίες συναντούμε και στις πλέον απίθανες γωνιές του κόσμου) έχουν διαδεχθεί τις αρχαίες αρκαδικές εγκαταστάσεις σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Επί παραδείγματι, σήμερα, στο Σικάγο των ΗΠΑ μόνον, υπάρχουν, (από τους συνολικά 400.000 Έλληνες που ζουν εκεί), 75.000-80.000 Αρκάδες. Συνολικώς στις ΗΠΑ ζουν περί τους 300.000 Αρκάδες τετάρτης γενεάς.

Στην προσπάθεια ανιχνεύσεως των δεσμών παρελθόντος – παρόντος, κατά τους προϊστορικούς χρόνους τα ίχνη της Ιστορίας αναζητούνται στον περίπλοκο, μαγικό και αποκαλυπτικό δρόμο του Μύθου, όπου αποκαλύπτεται σαφέστατα η αρχέγονη Αλήθεια της Ζωής και της Ιστορίας: Οι Αρκάδες επίστευαν πως ήσαν οι μόνοι αυτόχθονες κάτοικοι της Ελλάδος, (μετά τους Λέλεγες). Θεωρούσαν ως γενάρχη τους τον γιό του Διός Πελασγό και εκαυχώντο πως ήσαν οι πρώτοι άνθρωποι μετά τον Κατακλυσμό. Την αντίληψη αυτήν συμμερίζονται και επιφανείς ιστορικοί της αρχαιότητας, (από τον Ηρόδοτο έως τον Ξενοφώντα και τον Θουκυδίδη), αλλά και ο μέγας φιλόσοφος και «πανεπιστήμων» Αριστοτέλης, ο οποίος υποστηρίζει πως η εγκατάσταση των Αρκάδων έγινε πριν από την εμφάνιση της Σελήνης στο ουράνιο στερέωμα. Πιθανώς γι’ αυτόν τον λόγο ο Παυσανίας ο Περιηγητής αναφέρει πως οι Αρκάδες αυτοχαρακτηρίζονται «προσέληνοι».

Σύμφωνα με αρχαίους ελληνικούς μύθους, οι Αρκάδες ήσαν επίσης οι πρώτοι εποικιστές της Ιταλίας, καθώς δε επεκράτησαν στους αυτόχθονες, μπορούν να θεωρηθούν αβίαστα και ως εν μέρει πρόγονοι των αρχαίων και των σύγχρονων Ιταλών. Εξ άλλου η ίδια μυθολογική ερμηνεία θέλει την Ιταλία και τους Ιταλούς να οφείλουν το όνομά τους στον Ιταλό, γόνο των αρχαίων Αρκάδων. Αρκάδες εισήλασαν στην Σικελία, στην Απουλία και στο Λάτιο, όπου ο Εύανδρος εγκαταστάθηκε στον Παλλατίνο λόφο της Ρώμης. Ο Εύανδρος εξεκίνησε από το Παλλάντιο της Μαντινείας και είχε έναν γιο επονομαζόμενο Πάλλαντα.Η περιοχή της σημερινής Ρώμης που κάποτε κατοικήθηκε από αυτόν και τους Αρκάδες συντρόφους του πήρε το όνομα Παλλάντιον σε ανάμνηση της Αρκαδικής πόλεως. Με τον καιρό το όνομα άλλαξε με έκθλιψη των γραμμάτων λ και ν, οπότε η αρχική λέξη Παλ(λ)ά(ν)τιον έγινε Παλάτιον – Palatium. Έτσι η πόλη – αποικία μετονομάστηκε σε Παλάτιον και από αυτήν πήρε το νεότερο όνομα του ο λόφος ως «Παλατίνος». Λόγω αυτών των ιερών παραδόσεων, o Αυτοκράτωρ Αντωνίνος ο Πίος εχάρισε ειδικά προνόμια στους Παλλαντιείς εποίκους, ανακηρύσσοντας την πόλη τους ανεξάρτητη και προνομιούχο.

Ένας εκφραστής του ιδεοπνευματικού αυτού κλίματος, ο Ιταλός ζωγράφος του Μπαρόκ Γκουερτσίνο (Τζιοβάννι Φραντσέσκο Μπαρμπιέρι), ήδη από τις αρχές του 17ου αιώνος εχάραξε στον πίνακά του το «Et in Arcadia ego», το οποίο επανέλαβε ποικιλοτρόπως μια σωρεία καλλιτεχνών στην ευρωπαϊκή Δύση. Αργότερον, ο ζωγράφος Νικόλας Πουσέν εφιλοτέχνησε έναν ωραιότατο πίνακα με τίτλο «Οι ποιμένες της Αρκαδίας», ο οποίος απεικονίζει ένα ερωτευμένο ζευγάρι που ανακαλύπτει τον τάφο ενός ποιμένος με την επιγραφή «Και εγώ στην Αρκαδία γεννήθηκα» και βρίσκεται στο Μουσείον του Λούβρου. Έκτοτε, το όνομα της Αρκαδίας έχει καταστεί συνώνυμο ενός «ευμενούς τόπου», όπου δεν κάνουν την εμφάνισή τους ούτε χωρούν τα δεινά του υλόφρονος εμπορικού ψευδο«πολιτισμού».

 

Exit mobile version