Η χώρα προσήλθε στις κάλπες την περασμένη Κυριακή έχοντας να αντιμετωπίσει σε συλλογικό επίπεδο τα όποια διλήμματα επιβλήθηκαν στους ψηφοφόρους από τους διεκδικητές της ψήφου τους, ώστε να κάνουν τη καλύτερη δυνατή επιλογή. Το μεγαλύτερο μέρος της προπαγανδιστικής εκστρατείας του κυβερνώντος κόμματος αφορούσε στην πορεία της ελληνικής οικονομίας για την οποία, πρόσφατα, όλοι οι ευρωπαίοι ηγέτες και οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης έκαναν λόγο για «ένα μικρό θαύμα», το οποίο επιτεύχθηκε χάρη στις μεταρρυθμίσεις του Μητσοτάκη και στην σοφή δημοσιονομική του πολιτική. Το αν έπεισε ή όχι, το αποδεικνύει σήμερα η ίδια η πραγματικότητα.
Αρχικά, το τι εννοούν με τη λέξη «θαύμα» οι τοκογλύφοι των Βρυξελλών και της Νέας Υόρκης είναι κάτι που θα έπρεπε να προβληματίσει τους σανοφάγους που καταπίνουν αμάσητα τα χοντροκομμένα ψέματα της κυβέρνησης, οι οποίοι εντυπωσιάζονται από ποσοστά, αριθμούς και δείκτες που δε λένε τίποτα το ουσιαστικό. Γιατί όλοι αυτοί οι περίφημοι ρυθμοί ανάπτυξης και τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού δεν αναιρούν το γεγονός ότι το εξωτερικό χρέος της χώρας ανέρχεται σε πάνω από 360 δισ. ευρώ. Επιπλέον οι τοκογλύφοι δεν συγχαίρουν τη χώρα για τις επιδόσεις της στην οικονομία ως σύνολο, αλλά για την παροδική και με μικρή διάρκεια «ομαλή» πορεία συγκεκριμένων κλάδων της. Όταν μέτρο σύγκρισης αποτελεί η μαύρη δεκαετία των μνημονίων και το χάος που άφησαν πίσω τους οι κυβερνήσεις που το υπερψήφισαν και εφάρμοσαν με ζήλο, δεν μπορούν αυτές να παρουσιάζονται ως θαυματοποιοί και να καρπώνονται κάλπικες νίκες που ουδείς Έλληνας είναι σε θέση να αντιληφθείς την καθημερινότητα του.
Η ακρίβεια των προϊόντων, το αυξημένο κόστος διαβίωσης, η οικονομική ανέχεια εκατομμυρίων συμπατριωτών μας, τα κόκκινα δάνεια και τα χρέη από και προς το Δημόσιο είναι το αληθινό πρόσωπο μιας οικονομίας σε ΧΡΕΟΣ και αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό περισσότερο από κάθε τι είναι το γεγονός πως η φρασεολογία των νεοφιλελεύθερων μπορεί να μην περιλαμβάνει απαγορευμένες φράσεις όπως μνημόνιο, τρόικα και δημοσιονομική επιτροπεία, αλλά η πολιτική τους συνεχίζει να είναι μνημονιακή στον χαρακτήρα και πάντοτε υπαγορευμένη από ξένα κέντρα για την καλύτερη εξυπηρέτηση τους. Εάν απέναντι σε αυτά τα μεγάλα προβλήματα η λύση είναι η πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας ή η αντικατάσταση της με ένα άλλο κόμμα-υπηρέτη των Βρυξελλών, όπως είναι τα κόμματα της μεταπολίτευσης, τότε αυτά θα διαιωνίζονται και θα επιδεινώνονται.