Ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος ήταν γιος του επιφανούς Έλληνα ιστορικού Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου. Έχει συγγράψει την γνωστή στο αναγνωστικό κοινό, πολύτομη “Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως”. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1843 και σπούδασε Νομικές επιστήμες. Σε ηλικία μόλις 23 χρόνων, ανακηρύχθηκε διδάκτορας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1866 με θέμα της διατριβής του την θεωρία του Πλάτωνα περί ποινής. Ανήκει στην λεγόμενη Α’ Αθηναϊκή σχολή στην οποία υπάγεται το σύνολο των ποιητών της περιόδου 1830 έως 1880, που έδρασαν στην Αθήνα και τα Επτάνησα.
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως συνοδοιπόρος των αδελφών Αλέξανδρου και Παναγιώτη Σούτσου, του Αχιλλέως Παράσχου, του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή και του συνομήλικου του Σπυρίδωνος Βασιλειάδη. Τα χρόνια ως το 1850 ονομάζονται “τα χρόνια της εξόρμησης”. Είναι η περίοδος στην οποία οι ποιητές προσπαθούν να διαμορφώσουν την φυσιογνωμία τους, και καθώς η Επανάσταση είναι το βασικό γεγονός που τροφοδοτεί την ποίηση, οι λογοτέχνες αναζητούν εκφραστικούς τρόπους και χρησιμοποιούν ακόμα και την δημοτική, αλλά και την καθαρεύουσα. Τα χρόνια 1850 έως 1870 ήταν τα χρόνια της ακμής.
Κύρια χαρακτηριστικά αυτού του επαναστατικού λογοτεχνικού ρεύματος ήταν η ροπή προς τη συγγραφή πατριωτικών ποιημάτων που καταπιάνονταν με θέματα από την Ελληνική Επανάσταση, αλλά η εμμονή στα ερωτικά, μελαγχολικά και απαισιόδοξα μηνύματα που περνούσαν μέσα από τα ποιήματα τους, η χρήση αυστηρής καθαρεύουσας, αλλά και η χρήση της δημοτικής κυρίως σε πατριωτικά ποιήματα που απευθύνονταν στον λαό. Σημαντική πηγή έμπνευσης αυτών ήταν ο Γαλλικός Ρομαντισμός. Στα χρόνια της παρακμής το στοιχείο που επικρατούσε ήταν η έντονη απαισιοδοξία, συνοδεία μιας πεισιθάνατης διάθεσης, κάτι που χαρακτήριζε ιδίως τον Δημήτριο Παπαρρηγόπουλο. Το 1864 βραβεύθηκε στον Νικοδήμειο διαγωνισμό για την πραγματεία του με τίτλο “Τα καθήκοντα του ανθρώπου ως χριστιανού και ως πολίτου”.
Ταυτόχρονα άρχισε να εξασκεί και το δικηγορικό επάγγελμα και μάλιστα είχε αναλάβει την υπεράσπιση των τότε εξεγερμένων εργατών στα ορυχεία του Λαυρίου. Ασχολήθηκε συστηματικά με την μελέτη των αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων, αλλά και με μελέτες ιστορικού και φιλολογικού περιεχομένου. Το σημαντικότερο έργο του ήταν η Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, που προξένησε αρκετά σχόλια την εποχή εκείνη στους κύκλους των ιστορικών και των διανοουμένων, εξαιτίας των αρκετά προωθημένων ριζοσπαστικών του απόψεων. Έγραψε τρεις ποιητικές συλλογές, ωστόσο δεν επιθυμούσε να συμμετέχει σε ποιητικούς διαγωνισμούς. Η ποίηση του Δημήτριου Παπαρρηγόπουλου χαρακτηριζόταν από μια μελαγχολία και μια απελπισία, και από πολλούς μελετητές παρουσιάσθηκε ως ένας από τους προδρόμους του Κώστα Καρυωτάκη.
Συνέγραψε μεταξύ άλλων και δυο θεατρικές κωμωδίες. Η μια, υπό τον τίτλο “Συζύγου Εκλογή”, μεταφράστηκε στα γαλλικά και ανέβηκε με επιτυχία στο Παρίσι, ενώ η άλλη, η “Αγορά”, ανέβηκε στην Αθήνα το 1871, αφού πριν είχε κυκλοφορήσει σε αυτοτελή τόμο. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1871, ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος κυκλοφόρησε ένα κείμενο με τίτλο “Σκέψεις ενός ληστού ή η καταδίκη της κοινωνίας”. Στο κείμενο αυτό περιγράφονται αναλυτικά και πολύ γλαφυρά οι ιδιαίτερες απόψεις του συγγραφέα για την δράση των ληστών στην ύπαιθρο, καταδικάζοντας την κοινωνία των ανισοτήτων και των διαχωρισμών στην τότε ελληνική επικράτεια.
Η κοινωνική ληστεία είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις εκείνη την εποχή, λόγω της μεγάλης και εκτεταμένης δραστηριότητας των ληστών στον τότε ελλαδικό χώρο. Οι ίδιοι οι ληστές θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως γνήσιους συνεχιστές των κλεφτών και των αρματωλών, πριν και κατά την διάρκεια της επανάστασης του 1821. Οι περισσότεροι είχαν άμορφα χαρακτηριστικά εναντίωσης στην εξουσία, ήσαν αδούλωτοι, ασυμβίβαστοι, ανένταχτοι, με ένα ιδιαίτερα αυξημένο αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Ανήκουν πολύ περισσότερο στην κληρονομιά ενός άγουρου ριζοσπαστικού εθνικισμού της εποχής, παρά στους “αναρχικούς” σφετεριστές τους, όπως αφήνεται να εννοηθεί από την καθεστωτική βιβλιογραφία και την λογοτεχνική θολοκουλτούρα των μπολσεβίκων διαστρεβλωτών. Αρβανιτοβλάχικης ή σαρακατσανέικης καταγωγής οι περισσότεροι εξ αυτών, έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις μετέπειτα εξεγέρσεις των χωρικών και του πληθυσμού της υπαίθρου ενάντια στην κεντρική εξουσία. Ρουπακιάς, Χοσάδας, Μπαλάφας, Γιαταγάνας, Μπαλατσός, Ντερέκας, Καλαμπαλίκης, Βελέντζας, Νταβέλης, Αρβανιτάκηδες, Χατζημπύρος, Σαρμανιώτης και μετέπειτα Γιαγκούλας, Μπαμπάνης, Τζιαμίτας, Καντάρας, Κατσέλης, Βελόνης, Λιόλιος, Λεβέντης ήταν μερικοί απ’ αυτούς.
Ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος πέθανε σε ηλικία 32 χρόνων, στις 21 Μαρτίου του 1873, αφού αρνιόταν να τραφεί, έχοντας προχωρήσει σε μια πρωτόγνωρη για την εποχή του απεργία πείνας. Ύστερα από 37 μέρες ασιτίας πέθανε εξαντλημένος στην γωνία Ιπποκράτους και Ακαδημίας στην Αθήνα, όπως έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής, διαμαρτυρόμενος για τις κακές συνθήκες διαβίωσης των φυλακισμένων εργατών που ο ίδιος υπερασπιζόταν στις δίκες.