Θυελλώδεις αντιδράσεις προκαλεί βίντεο που αναρτήθηκε σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης (Tik Tok) και απεικονίζει έναν νεαρό σε ηλικία, γύφτο, να βεβηλώνει το άγαλμα του μεγάλου Έλληνα ήρωα και εθνομάρτυρα, Αντώνη Κατσαντώνη, στην Θεσσαλονίκη. Σε βίντεο που ανάρτησε ο ίδιος (καθότι ήταν πολύ περήφανος για τις πράξεις του), κάνει άσεμνες κινήσεις προς το άγαλμα, το βρίζει χυδαία και το φτύνει στο πρόσωπο. Παρόντες είναι και κάποιοι φίλοι του που κινηματογραφούν την πράξη γελώντας και φωνάζοντας στην γλώσσα τους.
Το θέμα έγινε γνωστό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι αντιδράσεις ήταν άμεσες και έντονες. Ο Γλύπτης του μνημείου, Γιώργος Κικώτης σε ανάρτησή του στο Facebook έκανε λόγο για «εξευτελισμό και προσβολή της ιστορίας της Ελλάδος» ενώ ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία των δραστών «και να γίνει και η ΑΠΕΛΑΣΗ τους άμεσα».
Χρήστες του Instagram βρήκαν το προσωπικό προφίλ του δράστη, στο οποίο είχε φωτογραφία με την αλβανική σημαία. Ο ίδιος σε σχόλια χρηστών των μέσω κοινωνικής δικτύωσης που τον έφεραν προ των ευθυνών του, φάνηκε μετανοημένος και κατέβασε το βίντεο, όμως το κακό έχει ήδη γίνει και το βίντεο υπάρχει αναρτημένο παντού στο διαδίκτυο. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, οι αρχές προχώρησαν στην σύλληψή του και σε βάρος του σχηματίστηκε δικογραφία για προσβολή συμβόλων ή τόπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής αξίας. Ο 15χρονος θα οδηγηθεί στον εισαγγελέα και αναμένουμε να δούμε την ποινή χάδι που θα του επιδοθεί αφού ανήκει σε ευπαθή ομάδα.
Για την ιστορία, σύμφωνα με την λαϊκή μούσα τον Κατσαντώνη τον βασάνισαν έπειτα από εντολή του Αλή Πασά, δύο γύφτοι. Σε δημοτικό τραγούδι αφιερωμένο στην μνήμη του διαβάζουμε:
«Δυο γύφτοι τον εστρώσανε δεμένονε στ’ αμόνι
κι αρχίσανε με το σφυρί, να τόνε πελεκάνε.
Σκλήθρες πετάν τα κόκκαλα, σκορπάνε τα μεδούλια,
νεύρα κομμένα, κρέατα σέρνονται σαν ξεσκλίδια
και κειός τηράει τον ουρανό και γλυκοτραγουδάει:
“Χτυπάτε, πελεκάτε με,
σκυλιά τον Κατσαντώνη,
δεν τον τρομάζει Αλήπασας,
φωτιά, σφυρί και αμόνι”.
Μιαν ώρα πελεκούσανε, τα χέρια τους δειλιάζαν,
οι γύφτοι βαρεθήκανε και το λαιμό του κόβουν.
Ανοιγοκλούσ’ ο λάρυγγας, μαύρο πετά το γαίμα
και μες στον κόκκινό του αφρό, μες στη βραχνή γαργάρα,
μισοκομμέν’ ακούγονται του τραγουδιού τα λόγια:
“Χτυπάτε, πελεκάτε με,
σκυλιά τον Κατσαντώνη,
δεν τον τρομάζει Αλήπασας,
φωτιά, σφυρί και αμόνι”.
Ο πλάτανος σαν ένοιωσε στις ρίζες του το γαίμα,
αλαίμαργα το ρούφηξε, να μην το πιει το χώμα
κι εστοίχειωσε κι εθέριεψε κι άπλωσε τα κλωνάρια
τόσο χοντρά κι ατάραγα και τόσο φουντωμένα,
που τα `βλεπε ο Αλήπασας τη νύχτα στ’ όνειρό του
κι εφώναζε κι ελάμπαζε, μην έλθ’ εκείνη η μέρα
και τα κλαριά του πλάτανου, την Πόλη θα πλακώσουν.»