Κύπρος, μητέρα ηρώων…
Στις 26 Φεβρουαρίου του 1938, η γη της Κύπρου άνοιξε τα σπλάχνα της και γέννησε έναν από τους πιο γενναίους αγωνιστές της Ελευθερίας, τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Από νεαρή ηλικία έδειξε την αγάπη του για την Πατρίδα και το πάθος του για τον Αγώνα. Σε ηλικία μόλις 15 ετών, πρωτοστάτησε στις μαθητικές διαδηλώσεις κατά των εορτασμών της στέψης της βασίλισσας Ελισάβετ. Για την Κύπρο, που βρισκόταν υπό την αγγλική αποικιοκρατία, η στέψη της βασίλισσας δεν ήταν γιορτή, αλλά υπενθύμιση της σκλαβιάς. Ο Ευαγόρας, με το θάρρος και τη φλόγα της νιότης, βγήκε στους δρόμους μαζί με συμμαθητές του, φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Λίγους μήνες αργότερα, σε μια άλλη μαθητική διαδήλωση, τόλμησε να σταθεί απέναντι στις βρετανικές αρχές. Σε μια προσπάθεια, μαζί με άλλους συμμαθητές του, να απελευθερώσει κάποιους συλληφθέντες από Άγγλους αστυνομικούς, συνελήφθη και οδηγήθηκε στο δικαστήριο με την κατηγορία της οχλαγωγίας.
Όταν του δόθηκε η δυνατότητα να παρουσιαστεί εκ νέου στο δικαστήριο, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Δεν θα υποτασσόταν στις αρχές, δεν θα δεχόταν να δικαστεί από τους δυνάστες του. Τη νύχτα πριν από την εξ αναβολής παρουσίασή του ενώπιον του Άγγλου δικαστή, αποφάσισε να φύγει για το βουνό. Να γίνει αντάρτης της ΕΟΚΑ, να πολεμήσει για την Ελευθερία και την Ένωση. Όταν ανακοίνωσε την απόφασή του στον πατέρα του, εκείνος, αντί να προσπαθήσει να τον αποτρέψει, του έδωσε την ευχή του με τα εξής λόγια: «Παιδί μου, εκεί που θα πας, πρόσεξε προπάντων να ’σαι τίμιος και ηθικός… Πήγαινε στην ευχή μου!»
Τότε έγραψε το ποίημα:
Θα πάρω μιαν ανηφοριά,
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
Θ’ αφήσω αδέρφια, συγγενείς,
τη μάνα, τον πατέρα,
μες στα λαγκάδια πέρα
και τις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά
θά ’χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές.
Έναν χρόνο αργότερα, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης συνελήφθη κατά τη μεταφορά πυρομαχικών και οπλισμού, μεταξύ των οποίων και ένα πολυβόλο τύπου Μπρεν. Η δίκη που ακολούθησε ήταν μια παρωδία και η απόφαση προδικασμένη. Παρά το ότι όπλο που βρέθηκε ήταν αχρησιμοποίητο, γρασαρισμένο και αποσυναρμολογημένο, το δικαστήριο καταδίκασε τον νεαρό Αγωνιστή εις θάνατον. Ο Ευαγόρας δεν δείλιασε ούτε στιγμή. Αποχαιρέτησε τους δικούς του με περηφάνια και ψυχραιμία, λέγοντας: «Ορκίσθηκα να πεθάνω για την Πατρίδα μου κι ετήρησα τον όρκο μου». Ύστερα ανέβηκε στο ικρίωμα τραγουδώντας για την Ελλάδα και την Ένωση… Και έμεινε Αθάνατος.