Η μεταπολιτευτική θεώρηση της πραγματικότητας έχει διαμορφωθεί πάνω σε μύθους. Ό,τι χρονικά περιέχεται σε αυτήν την πεντηκονταετία και σχετίζεται με τον νοητικό, αόρατο κόσμο, είναι αναμφίβολα προϊόν ενός πλασματικού δόγματος, το οποίο υποτίθεται ότι υπηρετεί την απόλυτη ισότητα. Σε αυτό, λοιπόν, που χονδροειδώς αποκαλείται «δημοκρατία» —και του οποίου η χρήση του όρου σήμερα γίνεται περισσότερο για να περιγραφεί η συλλογική κατάπτωση και η ηθική χρεοκοπία— όχι μόνο η έννοια της δικαιοσύνης είναι άγνωστη, αλλά όσο μεγαλύτερη γίνεται η διάκριση εις βάρος εκείνων που δεν αποτελούν κομμάτι του συστήματος, τόσο μεγαλύτερο καθίσταται και το κύρος της εξουσίας. Ή, τουλάχιστον, έτσι πιστεύουν κάποιοι…
Έτσι, το τελευταίο διάστημα η ελληνική δημοσιογραφία ασχολήθηκε ξανά με τη Χρυσή Αυγή. Τη Χρυσή Αυγή που την «έθαψε» σαν «τελειωμένη» αμέτρητες φορές τα τελευταία 40 χρόνια· τη Χρυσή Αυγή που φέρνει στα χείλη ή στην πένα της μονάχα για να τη λασπολογήσει, χωρίς ποτέ να της δοθεί η δυνατότητα αντιλόγου —όπως άλλωστε προστάζει το «ιερό ευαγγέλιο» της δημοκρατίας, δηλαδή η ελευθερία του λόγου που δήθεν υπηρετεί. Έγραψαν και μίλησαν για χιλιομασημένα, κακόγουστα πλέον σενάρια, χωρίς να αισθάνονται ντροπή για το ότι συνειδητά διαδίδουν ψεύδη. Ποιος, εξάλλου, θα τους εγκαλέσει; Τα αφεντικά-ιδιοκτήτες που τους δίνουν «γραμμή»; Η κυβέρνηση που «κόβει» κονδύλια για να κρατά γεμάτο το στομάχι και την τσέπη τους; Οι αναγνώστες, των οποίων η γνώμη έχει αξία μόνο όταν συμφωνεί με την επίσημη ρότα που χαράζει ο εκάστοτε μιντιακός όμιλος; Ή οι ανεξάρτητες αρχές, που πρώτες παραβιάζουν τον νόμο όταν αποτελούν ένα ακόμα προπαγανδιστικό όπλο στην υπηρεσία των κυβερνήσεων;
Έγραψαν, λοιπόν, και είπαν για τη Χρυσή Αυγή χωρίς τη Χρυσή Αυγή. Δεν έχουν καν το θάρρος να δημοσιεύσουν τα επίσημα δελτία Τύπου που εκδίδει το Κίνημά μας, γιατί πολύ απλά φοβούνται την αλήθεια. Οι Έλληνες εθνικιστές, αυτοί που δεν ξεπουλήθηκαν στον βωμό της ενίσχυσης της εγχώριας ακροδεξιάς, που δεν φίλησαν τις ποδιές της ΝΔ, τις οποίες έφτυναν όταν αυτό ήταν της μόδας, αυτοί που ακόμα έχουν στην καρδιά τους την πίστη στον Μαίανδρο, δεν χρωστάνε «γραμμάτια» σε κανέναν. Και για τον λόγο αυτό, κάθε αποκλεισμός, κάθε νέο κρούσμα λάσπης εις βάρος του κινήματος που εκπροσωπεί τον γνήσιο εθνικισμό στην Ελλάδα, αποτελεί τίτλο τιμής για κάθε έναν και κάθε μία ξεχωριστά. Μπορεί να μας λασπολογούν, αλλά δεν μπορούν να υποκριθούν ότι μας αγνοούν. Και αυτό αξίζει πολύ περισσότερο από δέκα πληρωμένες αράδες και κολακευτικά άρθρα, από τα οποία δεν πιστεύουν ούτε μία λέξη.