Ο δέκατος έκτος αιώνας σημαδεύτηκε μεταξύ άλλων, από τα δραματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην καρδιά της Γηραιάς Ηπείρου, εκεί όπου μαινόταν η μεγάλη επανάσταση των αγροτών ενάντια στους φεουδάρχες και τους καταπιεστές εμπόρους, οι οποίοι ξεζούμιζαν την γερμανική εργατική τάξη τόσο στην ύπαιθρο όσο και στις πόλεις. Ο Πόλεμος των Χωρικών υπήρξε μια εκτεταμένη λαϊκή εξέγερση στις γερμανόφωνες περιοχές της Κεντρικής Ευρώπης, η οποία εκτυλίχθηκε από το 1524 έως τα μέσα του 1525. Η εν λόγω επανάσταση πνίγηκε στο αίμα περισσότερων από ογδόντα χιλιάδων νεκρών γεωργών, οι οποίοι θυσιάστηκαν για την ελευθερία τους και για αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, παλεύοντας ενάντια στα πριγκιπικά εκμεταλλευτικά δεσμά και την ασφυκτική μέγγενη του ρωμαϊκού αστικού δικαίου.
Αρχικώς η σύγκρουση εκδηλώθηκε μέσω του ξεσπάσματος τοπικών εξεγέρσεων, οι οποίες συνέβησαν στο νοτιοδυτικό τμήμα της σημερινής Γερμανίας και της Αλσατίας, ενώ γρήγορα αυτές εξαπλώθηκαν σε δεκάδες άλλες περιοχές. Το κίνημα στερείτο οργάνωσης, καθώς δεν υπήρχε μια διακριτή δομή διοίκησης και οι εξεγερμένοι δεν διέθεταν πυροβολικό και ιππικό. Οι περισσότεροι από αυτούς δε, είχαν ελάχιστη έως καθόλου στρατιωτική εμπειρία. Στην αντίπερα όχθη, το σύστημα το οποίο φιλοδοξούσαν να αντιμετωπίσουν οι αγρότες, διέθετε έμπειρους στρατιωτικούς ηγέτες, καλά εξοπλισμένους και πειθαρχημένους στρατούς και άφθονη χρηματοδότηση. Η προπαγάνδα της εξέγερσης ενσωμάτωνε θεωρητικές αρχές από την τότε αναδυόμενη Θρησκευτική Μεταρρύθμισηi, ενώ και οι θιασώτες μιας περισσότερο αιρετικής και ριζοσπαστικής τάσης αυτής, οι Αναβαπτιστέςii, υπό την καθοδήγηση του πασίγνωστου Γερμανού θεολόγου Thomas Müntzer υποστήριξαν τα δίκαια αιτήματα και συντάχθηκαν εν όπλοις με τους επαναστάτες.
Στον αντίποδα, ο Martin Luther και άλλοι ανώτατοι ιερείς καταδίκασαν την εξέγερση και έλαβαν ανερυθρίαστα το μέρος των ευγενών. Στο βιβλίο του με τίτλο «Ενάντια στις δολοφονικές, κλέφτικες ορδές των χωρικών», ο θεμελιωτής του Προτεσταντισμού Luther όχι μόνο απαιτούσε την «υπακοή στους άρχοντες», αλλά καταδίκασε και την βία ως «έργο του διαβόλου», επιζητώντας λυσσασμένα την εξόντωση των επαναστατών. Η εξέγερση έλαβε μια εκρηκτική προοπτική, καθώς τα επαναστατικά προτάγματα άπτονταν τόσο θεολογικών όσο και κοινωνικών ζητημάτων. Μέσα στην γενικότερη αναταραχή που επέφερε η σύγκρουση των προτεσταντών γαιοκτημόνων με την καθολική άρχουσα τάξη, ξέσπασε ένα πραγματικό παλλαϊκό κίνημα. Δεκάδες χιλιάδες Γερμανοί, κυρίως αγρότες αλλά και ανθρακωρύχοι, οπλισμένοι μόνο με αξίνες και φτυάρια, πολιορκούσαν κάστρα και μοναστήρια σε μια επανάσταση αφορισμένη τόσο από τον καθολικό όσο και από τον προτεσταντικό κλήρο.
Οι επαναστατημένοι προλετάριοι δεν διέθεταν τον οπλισμό, την οργάνωση και την εκπαίδευση για να αντιμετωπίσουν επιτυχώς τους στρατούς των επισκόπων και των πριγκίπων των γερμανικών κρατιδίων. Εν μέσω αυτών των δυσμενών συνθηκών αναδύθηκε ένα πρωτόγνωρο ιστορικό φαινόμενο, η συγκρότηση της Μαύρης Στρατιάς στο Rothenburg της Φρανκονίας, η οποία απαρτιζόταν από περίπου εξακόσιους στρατιώτες και ιππότες. Σε ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία, η περίπτωση της συμμετοχής της Μαύρης Στρατιάς στον Πόλεμο των Χωρικών υπήρξε η μοναδική συγκυρία κατά την οποία το βαρύ ιπποτικό ιππικό πολέμησε αποφασιστικά στο πλευρό των καταπιεσμένων, και όχι υπέρ των ευγενών και της καθεστηκυίας τάξης, όπως ανέκαθεν συνέβαινε στις κοινωνικές επαναστάσεις που διαδραματίζονταν ως τότε σε όλα τα Βασίλεια και τις Αυτοκρατορίες.
Αρχηγός αυτού του ξεχωριστού στρατιωτικού σώματος υπήρξε ένας πραγματικός αποστάτης της τάξης του, ο Florian Geyer. Ο Florian Geyer ήταν ένας ευγενής ιππότης με θητεία σε διπλωματικούς θώκους, ο οποίος γεννήθηκε στο Giebelstadt της Κάτω Φρανκονίας γύρω στο 1490. Αν και ο Geyer αρχικά υποστήριξε τις κυρίαρχες προτεσταντικές διδασκαλίες της Μεταρρύθμισης, αργότερα συνεργάστηκε με τις μαχόμενες ομάδες του θεολόγου Thomas Müntzer και υποστήριξε ένθερμα τον σκοπό της κοινωνικής εξέγερσης. Ως συνεπής επαναστάτης, πληρώνοντας το τίμημα των γενναίων επιλογών του, είχε αφοριστεί από την Εκκλησία εκπροσωπώντας την πραγματική φυλετική αριστοκρατία των ιπποτών συναγωνιστών του και των αγροτών, των οποίων τα συμφέροντα υπερασπίστηκε ενάντια στην «αριστοκρατική» εμποροκρατική άρχουσα τάξη.
Παρά τις αρχικές νίκες στα πεδία των μαχών, όπου το επίκεντρο υπήρξε η κατάληψη στρατηγικών σημείων στην επαρχία της Σουηβίας, τα στρατεύματα των αγροτών καταβάλλονταν από την κόπωση. Κρίσιμες για την έκβαση του πολέμου υπήρξαν οι ήττες των αγροτών στην μάχη του Frankenhausen, που είχε ως επακόλουθο την εκτέλεση του Müntzer, αλλά και η περικύκλωση της Μαύρης Στρατιάς κατά την διάρκεια της μάχης του Ingolstadt από τις δυνάμεις της Σουηβικής Ένωσης, η οποία εξόντωσε τους εξεγερμένους. Εκεί, όπου περισσότεροι από δέκα χιλιάδες χωρικοί πολέμησαν ηρωικά, αλλά υπερφαλαγγίστηκαν και σφαγιάστηκαν άπαντες. Ο ίδιος ο Florian Geyer διέφυγε τραυματισμένος στα κοντινά δάση, αλλά δολοφονήθηκε μια νύχτα του Ιουνίου του 1525 σε ενέδρα από δυο πράκτορες του εχθρού που τον παραπλάνησαν, αφού ψευδώς του είχαν υποσχεθεί έμπρακτη συνδρομή στην αναζωογόνηση των επαναστατικών διεργασιών.
Το κίνημα των αγροτών εν τέλει οδηγήθηκε σε συντριβή, με τις πόλεις και τους ευγενείς να συνάπτουν ξεχωριστή ειρήνη με τους πριγκιπικούς στρατούς που αποκατέστησαν την παλαιά τάξη πραγμάτων υπό την στενή εποπτεία της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η έλλειψη επικοινωνίας και συντονισμού μεταξύ των διάσπαρτων αγροτικών σωμάτων, αλλά και η ξεκάθαρη στρατιωτική κατωτερότητα έναντι των δυνάμεων της Σουηβικής Ένωσης και των λοιπών συμμαχικών της δουκάτων, υπήρξαν δυο καθοριστικοί λόγοι της ήττας της Επανάστασης. Την ήττα αυτή ακολούθησε η δραστική περιστολή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών της αγροτικής τάξης, η οποία ουσιαστικά εξοβελίστηκε από την πολιτική ζωή. Οι θεμελιώδεις στόχοι της εξέγερσης ουδέποτε επιτεύχθηκαν, ιδιαίτερα όπως αυτοί είχαν ρητά εκφραστεί στο Μανιφέστο των Δώδεκα Άρθρωνiii της Χριστιανικής Ενώσεως των αγροτών της Σουηβίας.
Ο Florian Geyer λατρεύτηκε από τον γερμανικό λαό ως Ήρωας και προς τιμήν του γράφτηκε ο ύμνος «Είμαστε η Μαύρη Στρατιά του Geyer» (Wir sind des Geyers Schwarze Haufen), που έγινε ένα από τα πιο αγαπητά τραγούδια στα λαϊκά χείλη. Μοναδικοί δικαιούχοι αυτής της σπουδαίας μαχητικής κληρονομιάς ασφαλώς δεν θα μπορούσαν να είναι άλλοι από τους Εθνικιστές και τους Εθνικούς Κοινωνιστές, παρά τις μάταιες προσπάθειες των καταχθόνιων σοσιαλδημοκρατών και ιουδαιομπολσεβίκων να καπηλευτούν την φήμη του Φρανκονού πολεμιστή κατά την διάρκεια της εκφυλισμένης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αντλώντας παραδείγματα αστείρευτης γενναιότητος από την μακραίωνη Ευρωπαϊκή ιστορία, οι Έλληνες Εθνικιστές της Χρυσής Αυγής τιμούμε τις μάχες εκείνης της βιολογικής αριστοκρατίας, της οποίας ηγήθηκε ο ευγενούς καταγωγής ιππότης Florian Geyer, ενάντια στην φεουδαλική καταπίεση της εποχής του.
Λίγους μόλις αιώνες μετά, η περίφημη «Μεγάλη Επανεκκίνηση» και οι ελίτ της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης απεργάζονται τον αφανισμό της αγροτικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Γη, αλλά και την εν γένει ολοκληρωτική υποδούλωση των Λευκών λαών στις αρρωστημένες διαθέσεις τους. Ενάντια στους μοχθηρούς σχεδιασμούς των διεθνών τοκογλύφων και των κομισάριων των Βρυξελλών, ορθώνουμε ψηλά τα λάβαρα της Εθνικής και Κοινωνικής Ιδέας, βαδίζοντας στο μονοπάτι της Αρετής που χάραξαν οι τιτάνες στρατηλάτες της Φυλής μας, για την Πατρίδα και τον λαό!
υποσημειώσεις:
i: Η Θρησκευτική Μεταρρύθμιση υπήρξε το ιδρυτικό κίνημα του Προτεσταντισμού τον 16ο αιώνα ως αντίθεση στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Πρωτεργάτης της ήταν ο ιερέας και καθηγητής θεολογίας Martin Luther. Μεταξύ των 95 θέσεων που θυροκολλήθηκαν από τον ίδιο στην Μητρόπολη του Wittenberg, καταδικάζονταν η πώληση συγχωροχαρτιών και αμφισβητούνταν το Παπικό αλάθητο.
ii: Ως Αναβαπτιστές έμειναν στην ιστορία τα μέλη μιας Χριστιανικής Ομολογίας η οποία εθεωρείτο αίρεση από τους Προτεστάντες, διότι τα μέλη της δεν αποδέχονταν την κατεστημένη Λουθηρανική Μεταρρύθμιση. Διακήρυτταν τον διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, ενώ προέκριναν την προσήλωση στις γραφές της Καινής Διαθήκης και την βάφτιση των πιστών της σε ώριμη ηλικία αντί της νηπιακής.
iii: Το Μανιφέστο των Δώδεκα Άρθρων αποτέλεσε την πολιτική διακήρυξη των αιτημάτων των επαναστατών αγροτών της Χριστιανικής Ένωσης της Σουηβίας. Μερικά από τα βασικότερα αιτήματα ήταν η κατάργηση της δουλοπαροικίας, η εκλογή του κλήρου κατευθείαν από την κοινότητα, αλλά και η παύση της αυθαιρεσίας των γαιοκτημόνων και των ευγενών που καταχρώντο τα δημόσια χωράφια των οικισμών προς ίδιον όφελος.