Για την άνοδο της απήχησης της ακροδεξιάς στη νεολαία, διαβάζουμε σε αριστερόστροφα μέσα, τα οποία, πίσω από βαρύγδουπους τίτλους, προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη. Οι απόψεις είναι πολλές. Η επίκληση στο συναίσθημα υπερισχύει της αντικειμενικότητας. Άλλωστε, δεν διαθέτουν κάποιο ισχυρό επιχείρημα για να αντιτάξουν, πέρα από στοχευμένες λέξεις, ώστε να μας πείσουν πως το εθνικιστικό ένστικτο των ανθρώπων υποδηλώνει μια κάποια «ακροδεξιά» τάση. Συναισθηματικά, λοιπόν, μπορούμε να απαντήσουμε ότι η αγάπη του μέσου ανθρώπου προς το γένος του, το παρελθόν του, την πατρίδα και το έθνος του, την κοινωνία του και το μέλλον του -ατομικά και συλλογικά- είναι αρκετή για να τρομάζει, διαχρονικά, τις μισθοφορικές πένες που γράφουν βαρύγδουπους τίτλους για όποιον πληρώνει τον μισθό τους κάθε φορά.
Αντικειμενικά, όμως, είναι λογικό ο μέσος νέος που μεγαλώνει βιώνοντας τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και του πολυπολιτισμού (αύξηση της ανεργίας, εγκληματικότητα, έλλειψη κοινωνικής συνοχής κ.λπ.), που βλέπει την κουλτούρα, τη θρησκεία και τη γη του να γίνονται βορά στα παιχνίδια της διεθνούς σκακιέρας -προς όφελος της παγκόσμιας ελίτ- και ο ίδιος να ζει σε συνθήκες φτώχειας, να αντιληφθεί πως οι μέχρι τώρα επιλογές των κεντροαριστερών και «προοδευτικών» κυβερνήσεων τον οδηγούν στην καταστροφή.
Ακόμη πιο λογικό είναι να αποφασίσει να διορθώσει αυτή την πορεία, συμμετέχοντας πιο ενεργά στα πολιτικά ζητήματα, με αποφασιστικότητα και πυγμή. Είναι αυτή η πυγμή που φοβίζει το σύστημα, το οποίο θέλει τους πολίτες -και ιδίως τους νεότερους- απαθείς, αμαθείς ή, ακόμα καλύτερα, αδρανείς. Βέβαια, η ροπή των νέων προς αυτό που σήμερα αποκαλείται ακροδεξιά δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο. Πριν από μερικές δεκαετίες, με την είσοδο του Εθνικιστικού Λαϊκού Κινήματος στη Βουλή, κύριος σύμμαχος υπήρξαν οι νέοι. Σε εθνικά και κοινωνικά ζητήματα, αυτοί αποτελούν τη δάδα που φωτίζει τον δρόμο στους υπόλοιπους: τους πιο βολεμένους, τους πιο συμβιβασμένους ή κομφορμιστές. Αυτούς λοιπόν φοβάται το σύστημα. Και γι’ αυτό τους θέλει υποταγμένους και φοβικούς. Γι’ αυτό και επιχειρεί ξανά και ξανά να φορτίσει αρνητικά έννοιες όπως ο εθνικισμός και επειδή αποτυγχάνει, τον αποδίδει τελικά σε μια κάποια «ακροδεξιά».