Η 17η Ιουνίου 1953 δεν είναι απλώς μια ημερομηνία, είναι φλόγα μνήμης και αντίστασης, καρφωμένη στο σώμα της ευρωπαϊκής ιστορίας. Εκείνη την ημέρα, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Ανατολικογερμανοί εργάτες και πολίτες εξεγέρθηκαν ενάντια στην αυταρχική καταπίεση του κομμουνιστικού καθεστώτος της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ήταν η πρώτη μαζική εξέγερση σε χώρα του Ανατολικού Μπλοκ – και έγινε σύμβολο.
Η σπίθα άναψε στις 16 Ιουνίου στο Βερολίνο, όταν εργάτες οικοδομών απέργησαν κατά των νέων, εξαντλητικών ποσοστώσεων που επέβαλε το καθεστώς. Μέσα σε λίγες ώρες, οι διαμαρτυρίες εξαπλώθηκαν σε πάνω από 700 πόλεις και χωριά της Ανατολικής Γερμανίας, μετατρεπόμενες σε γενική εξέγερση ενάντια στη σοβιετική κατοχή, τη φτώχεια, τη λογοκρισία, τις αυθαίρετες συλλήψεις και την καταπάτηση κάθε ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η απάντηση του καθεστώτος ήρθε από τη Μόσχα. Την επόμενη κιόλας μέρα, σοβιετικά τανκς και 20.000 στρατιώτες βγήκαν στους δρόμους. Ο απολογισμός ήταν τραγικός: τουλάχιστον 55 νεκροί, περισσότεροι από 2.000 τραυματίες, 13.000 συλλήψεις και εκατοντάδες καταδίκες σε καταναγκαστικά έργα ή θάνατο. Η κρατική τρομοκρατία θέλησε να επιβάλει ξανά τη σιωπή. Αλλά η μνήμη δεν πνίγεται με αίμα. Η 17η Ιουνίου καθιερώθηκε αρχικά ως εθνική ημέρα πένθους και μνήμης στη Δυτική Γερμανία, μέχρι την ενοποίηση της χώρας. Κι όμως, η εξέγερση αυτή δεν αφορά μόνο τη Γερμανία. Είναι μέρος του κοινού ευρωπαϊκού μας σώματος. Είναι απόδειξη του τι συμβαίνει όταν ένα καθεστώς ακυρώνει την πίστη, την πατρίδα και την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση.
Σήμερα, 71 χρόνια μετά, η ευθύνη μας είναι διπλή: να θυμόμαστε και να προειδοποιούμε. Ο κομμουνισμός δεν ήταν μια απλή πολιτική θεωρία. Ήταν -και παραμένει- ένα σύστημα που βασίστηκε στον φόβο, στη βία και στον εξευτελισμό του ανθρώπου. Και τα εγκλήματά του, σε όλη την Ευρώπη, δεν παραγράφονται. Γι’ αυτό και ο αγώνας για μια Ευρώπη των Εθνών δεν είναι μόνο πολιτικός, είναι βαθιά ηθικός και ιστορικός. Είναι ο αγώνας για να ξαναβρούμε τις ρίζες μας, την ελευθερία μας, τη φωνή μας.
Μ. Α.