Μαρμαρωμένε Βασιλιά
Και ρίχτηκε με τ’ άτι του μες στων εχθρών τα πλήθια, το πύρινο το βλέμμα του σκορπούσε την τρομάρα, και το σπαθί του τη θανή. Στα χάλκινά του στήθια, εξέσπασε η όργητα σε βροντερή κατάρα. Εθόλωσαν τα μάτια του. Τ’ αγνό το μέτωπό του, θαρρείς ο φωτοστέφανος της Δόξας τ’ αγκαλιάζει. Κι έπεσε χάμου ο…