Το θέμα της μοριοδότησης των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων που υπηρετούν στην παραμεθόριο επανέφερε στη Βουλή η συναγωνίστρια και Βουλευτής Β΄ Αθηνών Ελένη Ζαρούλια. Έχει περάσει ένας χρόνος από όταν είχε ξανατεθεί το θέμα με την υπ’ αριθ. 6440/23.06.2016 ερώτησή της και ο υπουργός είχε διαβεβαιώσει ότι αποτελεί πρόθεση του υπουργείου η βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου που διέπει τις μεταθέσεις στρατιωτικού προσωπικού ώστε να αποκατασταθούν οι αστοχίες, εντούτοις η σχετική νομοθετική ρύθμιση δεν απέδωσε καρπούς και κρίνεται ελλιπής, σύμφωνα με αναφορές που έχουμε λάβει.
Το πρόβλημα, όπως επισημαίνεται και στην ερώτηση, έγκειται στο γεγονός ότι υπάρχουν ΕΠΟΠ εγκλωβισμένοι σε ακριτικές περιοχές περισσότερο από 10 χρόνια, λαμβάνοντας 0,25 μόρια τον μήνα πέραν της τριετίας και δεν ικανοποιείται το αίτημά τους για μετάθεση σε άλλες μονάδες της μεθορίου. Η ανακοίνωση δε των μεταθέσεων του τρέχοντος έτους πραγματοποιήθηκε εντός του τριημέρου του Αγίου Πνεύματος, γεγονός που προκάλεσε καχυποψία, καθώς δεν ήταν δυνατό για τα ενδιαφερόμενα στελέχη των Ενόππλων Δυνάμεων να ασκήσουν ενδικοφανείς προσφυγές.
Στην απάντηση του υπουργείου Εθνικής Άμυνας αναφέρεται η ισχύουσα νομοθετική ρύθμιση και η αντίστοιχη υπουργική απόφαση με τις οποίες εξασφαλίζεται «το αδιάβλητο και η αντικειμενικότητα στο σύστημα των μεταθέσεων», λαμβάνοντας υπόψη «το σύνολο των υπηρεσιακών, κοινωνικών και αντικειμενικών κριτηρίων».
Αφού, όμως, είναι τόσο αντικειμενικά τα κριτήρια γιατί μετά την πάροδο της τριετίας, οι ΕΠΟΠ παίρνουν ιδιαίτερα μειωμένα μόρια συνεχίζοντας να υπηρετούν στην παραμεθόριο, παρά το αίτημά τους να μεταβούν στους τόπους συμφερόντων τους ή σε άλλη περιοχή της μεθορίου; Γιατί δεν λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή τους κατάσταση και το γεγονός ότι επέρχεται κοινωνική και οικογενειακή διάσπαση αφού υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι αδύνατη η μεταφορά όλης της οικογένειας λόγω οικονομικών προβλημάτων;
Αναφέρεται ότι έχει θεσμοθετηθεί μία δυναμική διαδικασία υποβολής προτάσεων, τις οποίες τα Γενικά Επιτελεία λαμβάνουν, αξιολογούν και συντάσσουν τις αντίστοιχες προτάσεις. Προφανώς, λοιπόν, δεν έχουν λάβει υπόψη τους τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτά τα στελέχη παρά τις εκπεφρασμένες διαμαρτυρίες τους και τις συνεχείς εκκλίσεις τους να δοθεί λύση στο πρόβλημα των μεταθέσεών τους, τις οποίες επιζητούν για λόγους οικονομικούς, αλλά και οικογενειακούς.
Το θέμα της μοριοδότησης το γνωρίζει πολύ καλά το υπουργείο, αλλά επιλέγει να κωφεύει και να δικαιολογείται υπό το πρόσχημα της επιτελικής αξιολόγησης με την ελπίδα της δήθεν θεραπείας των παθογενειών που έχουν παρατηρηθεί από την έως σήμερα εφαρμογή του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου. Το ζήτημα της χαμηλής προσλαμβάνουσας μοριοδότησης μετά την παρέλευση της τριετίας, αξιολογείται και αυτό μετά από την πρόταση που έχουν υποβάλει τα Γενικά Επιτελεία.
Τέλος, η αναφορά ότι η μετάθεση του προσωπικού είναι συμφυής με την ιδιότητά του και αυτό είναι γνωστό στους υπηρετούντες πριν από την κατάταξή τους στις Ένοπλες Δυνάμεις, είναι γνωστή και δεν χρειάζεται να την επαναλαμβάνουμε διότι αρχίζει να αποκτά «τιμωρητικό» χαρακτήρα η επιλογή αυτών των στελεχών που επέλεξαν να ακολουθήσουν αυτή την επαγγελματική πορεία για την υπεράσπιση της Πατρίδας. Τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων γνωρίζουν πολύ καλά τις δυσκολίες που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν πριν την κατάταξή τους, αλλά σίγουρα δεν θα μπορούσαν ποτέ να αφανταστούν ότι θα παρέμεναν για παράδειγμα 10 χρόνια στην παραμεθόριο, σε φρουρά μη επιθυμίας τους και ο λόγος απόρριψης της αιτήσεως μεταθέσεως θα ήταν η έλλειψη μορίων, τη στιγμή μάλιστα που μετά τον 3ο χρόνο λαμβάνουν μειωμένα μόρια και δεν μπορούν να διεκδικήσουν μετάθεση!
Είναι σαφές ότι υπάρχει έντονο το αίσθημα της αδικίας και την άνισης μεταχείρησης μεταξύ των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και η απλή κατανόηση των Επιτελείων και του Υπουργού δεν αρκεί. Απαιτούνται λύσεις που θα καταδεικνύουν το ενδιαφέρον της Πολιτείας και θα αποδεικνύουν τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα των διοικήσεων.
Είναι απαραίτητη η ενίσχυση του αξιόμαχου του έμψυχου δυναμικού των Ενόπλων Δυνάμεων που υπηρετεί σε παραμεθόριες περιοχές αντιμετωπίζοντας ιδιαιτέρως δύσκολες συνθήκες, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια που η εθνική μας κυριαρχία διαρκώς αμφισβητείται και δεχόμαστε καθημερινές προκλήσεις.
Στον τομέα των Ενόπλων Δυνάμεων δεν θα έπρεπε να χωρούν επικοινωνιακά τεχνάσματα και η ηγεσία του υπουργείου οφείλει να επιδείξει σοβαρότητα, να αντιληφθεί τα πραγματικά προβλήματα του προσωπικού παρέχοντας ουσιαστικές λύσεις και να μην είναι επιλεκτικά απούσα, με στόχο τη βελτίωση του ηθικού του προσωπικού των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων όλων των βαθμίδων.