Άρθρο της διευθύντριας της “Εμπρός”, Ειρήνης Δημοπούλου στην στήλη “Εγέρθητι”
Στην Παναγίτσα στο Μάτι δεν είχα πάει ποτέ. Δεν έτυχε να έχω γνωστούς στην περιοχή, σπίτι εξοχικό, με αυτά που φτιάχνουν τις οικογενειακές αναμνήσεις που όλοι αγαπούν να μισούν, μα όλοι, κάποια μέρα νοσταλγούν θέλοντας και μη.
Ήρθε όμως έτσι, να μάθω πως γιορτάζει στα Εννιάμερα της Θεοτόκου, και ταυτόχρονα να με παροτρύνουν να επισκεφθώ. Τι; Το Μάτι; Τα καμένα; Έχω ζήσει δυο δραματικές μεγάλες πυρκαγιές, και η προοπτική να δω τα υπολείμματα μιας ακόμη, μου φάνηκε πως θα έκανε αδύνατο να σκεφτώ οτιδήποτε άλλο για μήνες. Όπως τότε.
Ξέθαψα δικαιολογίες, πως δεν έχω χρόνο, πως δεν ξέρω την περιοχή, εξήντλησα με δυο λόγια μαζί όλα τα κατά συνθήκην ψεύδη. Στο τέλος, ξεκίνησα. Και έφτασα ως εκεί. Και προσπέρασα την στροφή. Κι όταν απομακρύνθηκα αρκετά ώστε να μην βλέπω τα καμένα δέντρα και τα κουφάρια των καμένων σπιτιών, που έχασκαν πάνω στην λεωφόρο Μαραθώνος, σκέφτηκα πως δεν θα κάνω το χατίρι του φόβου, ακόμα κι αν είναι ριζωμένος σε χρόνια παιδικά, και ως ψυχολογικά αιτιολογημένος καταλαμβάνει τον δικό του αδιαπραγμάτευτο χώρο. Τούτη την φορά δεν υπήρξε διαπραγμάτευση. Τον έκανα απλώς πέρα. Στάθηκα σε ένα φυτώριο, από αυτά που πεισματικά φωνάζουν «ζωή!», οάσεις πάνω στον δρόμο των καμένων, αγόρασα μια γλάστρα με λουλούδια (για ποιον; για την Παναγία; για τους νεκρούς; για την καμένη Φύση; )και πήρα ξανά τον δρόμο για το Μάτι.
Δεν ξέρω τι περίμενα να δω. Όχι βέβαια πανηγύρια. Ίσως προσκυνητές να κάνουν ουρά για να προσκυνήσουν την χάρη Της. Παπάδες να αναπέμπουν δεήσεις. Μια πόλη νεκρή, κρανίου τόπο. Όμως δεν πρόλαβα να κατηφορίσω, κι εκεί αριστερά μου, υψώθηκε λευκή, σαν σε νησί αιγαιοπελαγίτικο, άγγελος λευκοφορεμένος, ανάμεσα σε γη και ουρανό, η εκκλησία. Γύρω σιωπή γαλήνια. Μόνο ο αέρας ακουγόταν. Αυτός ο ευλογημένος, μοιραίος άνεμος. Στο βάθος η θάλασσα απλωνόταν γαλάζια και ακύμαντη, στο πιο φωτεινό μπλε που λάμπει και που καμία φωτογραφία δεν μπορεί να αποδώσει.
Αν δεν υπήρχαν γύρω «τα καμένα», θα έλεγα πως ήταν ξημέρωμα σε μια πόλη που κοιμόταν ακόμα. Όμως δεν ήταν. Ένα αυτοκίνητο της Πυροσβεστικής και ένα της Αστυνομίας πέρασαν και με κοίταξαν εξεταστικά. «Χαίρετε, χρόνια πολλά». Πόσο παράταιρη ακούστηκε η ευχή . Μέσα στην εκκλησία, καθησυχαστική σαν γνώριμη από καιρό, ένας άνδρας με παιδάκια, καθόταν αριστερά. Ένας άλλος, μεγαλύτερος , καθόταν χαμένος στις σκέψη και την προσευχή του, δεξιά. Απόθεσα τα λουλούδια στα πόδια της Παναγίας. Και εκεί θύμωσα. Θύμωσα τόσο που το παροιμιώδες «κρύο αίμα» μου παραμέρισε, κι έβαλα τα κλάματα.
Κανείς δεν έχει δικαίωμα να αφήνει να καίγονται άνθρωποι που έκαναν έναν περίπατο, έπιναν ένα κρασί, έκαναν το μπάνιο τους, επειδή είναι ανεπαρκής, αδιάφορος, τεμπέλης. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να στερήσει από τους συμπατριώτες μας το σπίτι τους. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να τους στερήσει το καλοκαίρι τους, αυτό που ξεκίνησε σαν μια ακόμη καλοκαιρινή μέρα εκείνη την Δευτέρα του Ιουλίου, με τα μπάνια, τις βόλτες με τα ποδήλατα, την ξεκούρασή τους, αυτό που δεν είναι διάλειμμα από την δουλεία στο μαγκανοπήγαδο, αλλά η πραγματική ζωή. Ο Τσίπρας, ο Σαμαράς, ο Παπανδρέου, τους τα στέρησαν όλα, δουλειές, σχέδια, τα παιδιά τους που έφυγαν στην ξενητειά. Τις εστίες τους. Φτάνει πια! Κανείς δεν έχει δικαίωμα να αφήνει να καίγεται με ελαφριά την καρδιά την γη μας, τους κήπους μας, τα δάση μας, ενώ διατείνεται πως είναι αυτός ο κουμανταδόρος της ζωής μας. Ε λοιπόν, δεν είναι! Έρχεται η ώρα να του το δείξουμε.
Στάθηκα εμπρός στην εικόνα της Παναγίας. «Δεν ξέρω αν αυτά που κάνω, αυτά που κάνουμε, αρκούν. Ούτε αν τα κάνουμε με τον σωστό τρόπο», Της είπα. «Εσύ από εκεί ψηλά, βλέπεις καλύτερα. Βοήθησέ μας να κάνουμε αυτό που χρειάζεται, για να γίνει ο λαός μας, ο λαός Σου, ελεύθερος, δημιουργικός, δυνατός, ευτυχισμένος, έτσι όπως από το βάθος του χρόνου τον έφτιαξε ο Θεός να είναι. Σε ευχαριστώ». Βγήκα από την εκκλησία, και μαζί μου η νεαρή μαμά των παιδιών. Ελπίδα.
Στον απέναντι τοίχο διάβασα ένα παλιό σύνθημα «Πατρίδα-Τιμή-Χρυσή Αυγή». Κάποιοι το είχαν αλλοιώσει και είχαν γράψει ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ. Δεν αμφέβαλα. Η Πατρίδα και η Τιμή δεν ταιριάζουν στους Κομμουνιστές. Όντες υπεύθυνοι για την τραγωδία στο Μάτι, ο Τσίπρας και η παρέα του δείχνουν εδώ κι ένα μήνα μια πρωτοφανή έπαρση, μια οίηση απέναντι σε αυτούς που τους χαλάνε την εκλογική μαγιά και τα σχέδια για την κατάληψη επ’ αόριστον της εξουσίας.
Λίγο πιο πέρα σε έναν κήπο σκαρφάλωνε η κληματαριά. Και σε έναν άλλο οι ελιές άπλωναν τα χρυσοπράσινα φύλλα τους στον ήλιο. Ένας ηλικιωμένος περπατούσε αργά με το μπαστούνι του. Θα φτιαχτεί, και πιο ωραίο από πριν το Μάτι. Οι άνθρωποι δεν ξαναφτιάχνονται.
Ελπίζω πως και οι άνθρωποι θα βρουν το κουράγιο να φτιάξουν διπλή, τριπλή την ζωή που τους έκλεψαν ο Τσίπρας και η παρέα του. Πιστεύω πως ο λαός του Ματιού δεν θα δώσει καμία διορία σε αυτούς που απέδειξαν πως ούτε σεβασμό έχουν στις υποχρεώσεις τους, ούτε και ανθρωπιά, και τον άφησαν να χαθεί μαζί με τους γονείς, τα παιδιά, τα υπάρχοντά του. Το Αύριο θα είναι καλύτερο. Και ξεκινά από το Μάτι.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/sthn-panagitsa-sto-mati#ixzz5PwFwJYxF