Στις 8 Απριλίου του 1798 γεννήθηκε στη Ζάκυνθο ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός, γιος του κόντε Νικολάου Σολωμού. Η μητέρα του, Αγγελική Νίκλη, ανήκε στο υπηρετικό προσωπικό του σπιτιού του κόντε. Λίγες μέρες πριν τον θάνατο του, το 1807, ο κόντε Σολωμός, αναγνώρισε σαν γιούς του τον ποιητή, αλλά και τον αδελφό του Δημήτριο. Την κηδεμονία του ποιητή ανέλαβε ο κόμης Νικόλαος Μεσσαλάς.
Σε ηλικία δέκα χρονών, συνοδευόμενος από τον οικοδιδάσκαλο του Σάντο Ρόσι, πήγε στη Βενετία και την Κρεμόνα (λύκεια) και την Παβία της Ιταλίας (Νομική Σχολή).
Έχοντας μεγάλο ενδιαφέρον για τα φιλολογικά, δεν τον άφησε αδιάφορο και ανεπηρέαστο η άνθηση της ιταλικής φιλολογίας. Καθώς μάλιστα μιλούσε πλέον άπταιστα την ιταλική γλώσσα, τα ποιήματα του τα έγραφε στα ιταλικά. Εξάλλου γνωρίστηκε με γνωστὰ ονόματα της πνευματικής Ιταλίας, μπήκε στους φιλολογικοὺς κύκλους τους και εξελισσόταν σ’ έναν καλό ποιητή της ιταλικής γλώσσας.
Το 1818 χρειάστηκε να γυρίσει στη Ζάκυνθο, αλλά τα δέκα χρόνια που έζησε στην Ιταλία τον επηρέασαν αρκετά ώστε συνέχισε να γράφει στην Ιταλική. Άρχισε τότε να μελετάει τα δημοτικὰ τραγούδια, να παρακολουθεί όλη την πριν απ΄ αυτόν ποιητικὴ παραγωγὴ (προσολωμική), ώσπου να είναι σε θέση να γράψει ελληνικά ποιήματα.
Το 1828 πηγαίνει στην Κέρκυρα, η οποία εκείνη την εποχή ήταν σημαντικὸπνευματικὸ κέντρο, και ζει εκεί στο επίκεντρο ενός κύκλου θαυμαστών και ποιητών, μιας ομάδας πνευματικών ανθρώπων με μεγάλη μόρφωση, με προοδευτικὲς και φιλελεύθερες ιδέες, με αισθητική κατάρτιση, με αυστηρές αξιώσεις από την τέχνη καιμε φιλοδοξίες για μίαν αναγέννηση της Νεοελληνικής Γραμματείας. Είναι ο κύκλος που δημιούργησε την Επτανησιακή Σχολή, μεκαθοδηγητή και σύμβουλο τον Σολωμό. Από τον κύκλο αυτὸν αρχίζει η ποιητικὴ άνοδος της ελληνικής ποίησης, πολλὲς δεκαετίες πριν από την Αθήνα, όπου ο Παλαμάς επιχείρησε μία δεύτερη ποιητικὴ αναγέννηση.
Ο Διονύσιος Σολωμός, με το σημαντικότατο έργο του, οριοθετεί την Επτανησιακή Σχολή. Η Επτανησιακή Σχολή ακολούθησε το ρεύμα του ρομαντισμού και παρουσίασε κυρίως ποιητικά έργα. Η γλώσσα που χρησιμοποιούν οι λογοτέχνες της Επτανησιακής Σχολής είναι η δημοτική, επηρεασμένη κάποιες φορές από το τοπικό ιδίωμα των Ιόνιων Νησιών και οι κύριοι άξονες της θεματολογίας τους είναι η πατρίδα, η φύση και ο αγνός έρωτας.
Ας εμβαθύνουμε όμως λίγο περισσότερο στο έργο του Διονυσίου Σολωμού, τι τον ώθησε στο να γράψει τα έργα που έγραψε;
Ο κορυφαίος και πρόωρα χαμένος καθηγητής και διανοητής Δημήτρης Λιαντίνης, σε μια θαυμάσια ομιλία του για τον ποιητή αναφέρει χαρακτηριστικά:
«…Όταν μιλάμε, για παράδειγμα, για τον Εθνικό μας Ύμνο, ο Σολωμός αναφερόταν σε κείνες τις ουσίες τις βαθύτερες που εκίνησαν αυτό το μεγάλο, το παράλογο γεγονός του ΄21.
Γιατί ο μεγάλος σηκωμός του ’21 είναι ένα γεγονός και παράλογο και αφύσικο. Εννοούμε με αυτό ότι μας έδωσε ένα αποτέλεσμα πού υπερβαίνει τους νόμους της φύσης. Γιατί; Απλά: γιατί οι λίγοι, τότε, νίκησαν τους πολλούς. Oι ανοργάνωτοι και οι άτακτοι νίκησαν τους οργανωμένους και τους τακτικούς, οι άοπλοι νίκησαν τους πάνοπλους, νίκησαν το Σουλτάνο και την αυτοκρατορία του που στην Ευρώπη, όπως ξέρετε την ίδια εποχή τον εφώναζαν, στις Αυλές: Grande Signore, ο Μέγας Κύριος. Ε, πώς έγινε αυτό το παράλογο;
Με αυτή την έννοια είναι παράλογο το ’21. Την ουσία, λοιπόν, μας την έδωσε ο Σολωμός. Και έσωσε το ’21. Όλοι οι ποιητές του περασμένου αιώνα, oι Έλληνες είχαν επιχειρήσει να το κάνουν αυτό. Δεν τα κατάφερε κανείς.
Πώς έσωσε, λοιπόν, το ’21 ο Σολωμός μας; Καταρχήν μπορεί να πει κανείς ότι το θέμα προσφέρεται σε δύο επίπεδα: η μία είναι στο ηθικό επίπεδο, πώς ηθικά επεξεργάζεται το πρόβλημα και επιχείρησε να δώσει τη λύση με την έννοια της Ύβρεως και της Δίκης, όπως το λέει ή αρχαία τραγωδία, πού έχει καταθέσει, κι αυτά βέβαια μας τα λέει στον Ύμνο πολύ συνοπτικά.
Όταν περιγράφει τις μάχες της Τριπολιτσάς και της Κορίνθου τα μετά το Δερβενάκι, μας λέει ότι εκεί δεν νίκησαν τους Τούρκους oι Έλληνες. Ενώ είχαν συμφωνήσει να τους αφήσουν να φύγουν, να κατέβουν στ’ Ανάπλι, να τους φυγαδεύσουν, να μπαρκαριστούν στα πλοία του Μιαούλη και να περάσουν απέναντι στη Σμύρνη, όταν μπήκαν μες στην πόλη δεν έμεινε ούτε ένας ζωντανός. Το άλογό μου, λέει ο Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματα, από την πύλη τ’ Αναπλιού ως το σαράι δεν επάτησε σε χώμα. Όταν ακούστηκε αυτό το πράγμα στην Ευρώπη, έφριξε η Ευρώπη. Ποιοι είναι αυτοί πού θέλουνε να τους βοηθήσουμε να ελευθερωθούνε; Οι κάφροι, οι ανθρωπομάχοι, τα θηρία τα ανήμερα! Εκεί κρίνεται ή επανάσταση, με την έννοια ότι μπορεί να΄ναι σκέτο το φιλελληνικό ρεύμα πού άρχισε. Εκεί πάνω, λοιπόν, μας δίνει την απάντησή του ο Σολωμός, γι αυτό φροντίζει ο Ύμνος να εκδοθεί γρήγορα και να σταλεί στην Ευρώπη. Προσπαθεί να δώσει, όχι μία δικαιολογία, αλλά μία ερμηνεία. Λέει: Δεν τους έσφαξαν τους Τούρκους οι Έλληνες. Ποιος τους έσφαξε; Οι βρικόλακες. Τις νύχτες τις τρεις εκείνες τις φοβερές, λέει, βγήκαν μέσα από τους τάφους βρικόλακες, ή «εντάφια συντροφιά», όπως λέει:
Όλη μαύρη μυρμηγκιάζει
μαύρη ή εντάφια συντρόφιά
σαν το ρούχο οπού σκεπάζει
τα κρεβάτια τα στερνά.
Τόσοι, τόσοι ανταμωμένοι
έπετιούντο από τη γή,
όσοι ειv‘ άδικα σφαγμένοι
από τούρκικην οργή.
Προσπαθεί δηλαδή να εξηγήσει ηθικά, με την έννοια της βαθύτερης ηθικής, ότι ήταν τόση ή οργή, ή κακοπάθεια, ή καταπίεση των Ελλήνων, πού δεν ξέρανε τί κάνανε, δεν ήταν αυτοί πού έσφαζαν.
Το ’21 ο Σολωμός μας το έσωσε με ένα μόνο στίχο, ένας στίχος στάθηκε αρκετός. Είναι ο περίφημος στίχος στην αρχή του Ύμνου εις την Έλευθερίαν
Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή,
Αυτός ο στίχος είναι στίχος φιλοσοφικός χωρίς όρια. Γνωρίζετε ότι ο εθνικός μας ύμνος είναι γραμμένος στο βιβλίο Γκίννες. Έτσι! Και ο Σολωμός είναι στο βιβλίο Γκίννες! Κατά την έννοια ότι είναι ο μεγαλύτερος εθνικός ύμνος όλων των χωρών του ΟΗΕ και τον έχουν συμπεριλάβει στο βιβλίο Γκίννες. Δε θα χαιρόταν ό Σολωμός σήμερα, αν ζούσε και άκουγε αυτό το πράγμα. Γιατί ό Σολωμός το μόνο πράγμα πού πολέμησε με οργή σε όλη του τη ζωή ήταν ή ποσότητα. Ο μεγαλύτερος εθνικός ύμνος, με 158 στροφές. Αλλά δεν είναι μόνο ο μεγαλύτερος εθνικός ύμνος ο ελληνικός. Είναι και ο πιο φιλοσοφικός, με αυτόν το στίχο:την κόψη του σπαθιού.
Ποια είναι η «κόψη του σπαθιού»; Βέβαια, απλά, και σε πρώτο επίπεδο το σφαγικό, το σπαθί κόβει, σφάζει. Οι αγωνιστές, το σπαθί του Νικηταρά, του Μάρκου Μπότσαρη, του Αθανασίου Διάκου… Αυτή είναι η οπτική της εμφάνιση. Η «κόψη του σπαθιού» είναι και κάτι άλλο. Είναι ένα σύμβολο που πολύ πυκνά περιγράφει τον βαθύτερο νόμο πού διέπει τα φαινόμενα και τις δράσεις του σύμπαντος. Είναι ένα σύμβολο πού πίσω του κρύβεται μία μαθηματική πραγματικότητα και από εδώ αρπάζω την ευκαιρία να πω ότι ο Σολωμός ποίηση έκανε πίσω από τα μαθηματικά και τη γεωμετρία. Μας έχει τονίσει πάρα πολλές φορές ότι ποίηση δεν είναι τα συναισθήματα και οι εικόνες και όλα αυτά πού κάνουν οι περισσότεροι ποιητές, πού δικαιολογημένα κάποιος πολιτικός τους είπε «λαπάδες».
Ποίηση σημαίνει γεωμετρία, σημαίνει μαθηματικά, σημαίνει προσέγγιση του κόσμου των φαινομένων και των ανθρώπων μέσα από δομές στέρεες.
Η σκέψη του ποιητή είναι σκέψη θετικού επιστήμονα. Με βάση αυτό, αυτή η πρόταση ”η κόψη του σπαθιού”, πέρα από του ότι είναι το σπαθί πού κόβει, είναι και κάτι άλλο.
Μπορεί να εφαρμοστεί σε εκατομμύρια περιπτώσεις αυτή ή «κόψη του σπαθιού».
Ας φέρουμε στο μυαλό μας το χρόνο. Ο χρόνος, όπως τον βιώνουμε με το ρολόι, έχει τρεις διαστάσεις: το παρελθόν, πού πέρασε, το μέλλον, εκείνο πού δεν έχει έρθει ακόμη, και το παρόν. Απάνω στην ακμή του παρόντος, στα νυν, ό χρόνος είναι μια ροή, τρέχει. Απάνω σ’ αυτά τα νυν τα αλλεπάλληλα και τα συνεχόμενα συναντιέται το παρελθόν και το παρόν. Δηλαδή, κάθε πού είναι μέλλον, δεν είναι παρελθόν. Έχουμε μια τέτοια συνεχή ροή. Το δευτερόλεπτο επομένως είναι ή κόψη του σπαθιού.
Άλλο παράδειγμα. Περπατάτε σ’ ένα ποταμάκι και βάζετε το πόδι σας. Εμ, δεν πατάμε νερό, γιατί προτού πατήσουμε, το νερό έφυγε κι έρχεται άλλο και άλλο και άλλο. Δεν μπορούμε να πατήσουμε στο νερό, Το είπε ο Ηράκλειτος από την παλιά εποχή, γι΄αυτό εισηγήθηκε τη θεωρία του αιώνιου γίγνεσθαι και της εξέλιξης. ‘Πάντα ρεί”, πού λέει, ‘πάντα ρει, πάντα χωρεί, ουδέν παγίως μένει”, τίποτα σταθερό δεν υπάρχει, διότι προτού έρθει, έφυγε.
Ας πούμε ένα ακόμη παράδειγμα, τι σημαίνει αυτό μέσα στη φύση.
Φέρτε στο μυαλό σας μια παράσταση, που βλέπετε στην οθόνη. Ένα τσακάλι κυνηγάει ένα λαγουδάκι. Πεινασμένο το τσακάλι να αρπάξει το λαγουδάκι, να το ξεσχίσει. Βλέπουμε τη σκηνή. Το πλησιάζει, το πλησιάζει, το αγγίζει, μας πιάνεται η αναπνοή. Εκείνη τη στιγμή γίνεται το παράδοξο. Κάνει μια απότομη στροφή, 90 μοίρες, ο λαγός, το τσακάλι έχει συντονίσει την ταχύτητά του με το ρυθμό, μπερδεύει το χρώμα του χιονιού με το χρώμα του λαγού και πέφτει ευθεία. Προχωρεί 10′, κοιτάζει μπροστά, πουθενά στόχος. Α! λέμε, ο λαγός έχει γίνει άφαντος εν τω μεταξύ. Α! λέμε, ανακουφισμένοι. Γλίτωσε το καημένο το λαγουδάκι. Αμ, δε. Δε γλίτωσε το λαγουδάκι… Διότι μπορεί να γλίτωσε το λαγουδάκι, αλλά θα πεθάνει το τσακάλι από την πείνα. Αυτό δεν το’ χαμε σκεφτεί. Έτσι;Θα πεθάνει το τσακάλι από την πείνα; Τι σημαίνει αυτή η στιγμή της ατυχούς προσέγγισης; Σημαίνει ότι για να ζήσει το ένα, πρέπει να πεθάνει το άλλο. Για να ζήσει ο λαγός, θα πεθάνει το τσακάλι. Μονάχα έτσι και τον ξεσχίσει to λαγό, θα ζήσει το τσακάλι. Δηλαδή η ζωή του τσακαλιού οικοδομείται πάνω στο θάνατο του λαγού καί, αντίστροφα, η ζωή του λαγού οικοδομείται πάνω στο θάνατο του τσακαλιού. Σημαίνει αυτό, εάν δούμε επαγωγικά και διευρύνουμε το παράδειγμα, ότι: σε κάθε στιγμή, αυτό πού λέμε φύσις, μέσα στο σύμπαν, είναι μία οικοδόμηση της ζωής απάνω στο θάνατο και αντίστροφα. Αυτό το παράδειγμα, του λαγού και του τσακαλιού μπορούμε να το βρούμε να εφαρμόζεται σε εκατομμύρια… Σε ωκεανούς, σε ζούγκλες, σε δάση κλπ. Πόσα ζώα ξεσχίζονται για να στηρίξουν, να καθιδρύσουν τη ζωή των άλλων. Να, τι σημαίνει ή κόψη του σπαθιού.
Αυτό το πράγμα, απλά, στην πολιτική την ιστορία ή την ηθική είναι εκείνο πού είπανε οι αγωνιστές του ’21: Ελευθερία ή θάνατος. Οι δύο διαστάσεις, η από δω πλευρά του ξίφους και η από κει πλευρά του ξίφους. Και η κόψη. Θα συναντηθούν και θα κρίνουν τα πράγματα, Ελευθερία η θάνατος, Η, εκείνο που κάνανε οί Έλληνες και πετύχανε το παράδοξο αποτέλεσμα (αυτοί δηλαδή πού περπατήσανε επί ξυρού ακμής, απάνω στην κόψη του σπαθιού) είναι εκείνο πού μας είπε με έναν πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ο Κολοκοτρώνης:
“Ημείς, έλεγε, εάν δεν ήμεθα τρελοί, δεν εκάμαμεν την επανάσταση. Ο κόσμος μας έλεγε τρελούς”: Ή κόψη του σπαθιού.
Και ερχόμαστε στην περίπτωση πια την αποθεωτική, στους Ελεύθερους Πολιορκημένους, που εκεί φαίνεται ότι πια το ποίημα για την επανάσταση, για το ’21, για τον ξεσηκωμό είναι οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι. Το ξέρουμε αυτό… Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι ποιοι είναι; Οι Μεσολογγίτες. Είναι πολιορκημένοι. Οι πασάδες τους έχουν σ’ εκείνη τη φοβερή μέγκενη. Στο τέλος θα φάνε τα ψόφια άλογα, θα φάνε τα ποντίκια, θα φανέ τα φύκια. Μόνο ανθρώπινα πτώματα δε φάγανε. Είναι πολιορκημένοι, διότι πολιορκούνται. Είναι πολιορκημένοι; Όχι. Δεν είναι πολιορκημένοι, μας λέει ό ποιητής. Είναι ελεύθεροι. Γιατί είναι ελεύθεροι; Γιατί τους λένε oι πασάδες, ο Ιμπραήμ και ο Κιουταχής, παραδοθείτε, παραδώστε και τα όπλα, να φύγετε, να ζήσετε. Κοιτάτε την Άνοιξη, έξω, που λαμποκοπάει, τα λουλούδια, οι μοσκοβολιές… ‘Όλα αυτά.
Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη.
Ο πιο ωραίος στίχος της νεοελληνικής ποίησης, αυτός ό 15σύλλαβος! Δεν θα βρείτε ωραιότερο. Να φύγετε, λοιπόν. Να ζήσετε, να μη χάσετε τη ζωή, τούτη τη γλυκιά ώρα. Ο Πειρασμός… Ο περίφημος στίχος:
Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.
Αυτοί, όμως, δεν δέχονται να παραδώσουν τα όπλα και το κάστρο. Ηθικά μένουν ελεύθεροι. Ενώ είναι πολιορκημένοι, είναι ελεύθεροι στην ουσία, ηθικά. Νάτη, πάλι, η κόψη του σπαθιού. Και που θα κριθεί η όλη διαδικασία; Στη φοβερή στιγμή της εξόδου. Εδώ έχουμε κυριολεκτικά την κόψη του σπαθιού. Στην Έξοδο θα κριθεί το τι θα γίνει, εκεί που ξέρετε πως από 20.000 θα σωθούν μόνο λίγοι. Με αυτή την έννοια λέμε ότι η πρόταση, ο στίχος
Σε γνωρίζω από την κόψη / του σπαθιού
Είναι φιλοσοφικός στίχος και εκφράζει κι ένα νόμο που ερμηνεύει όλα τα φαινόμενα της φύσης. Εδώ απάνω οικοδομεί την έννοια της Ελλάδας, να μας δείξει γιατί ό πολιτισμός της Ελλάδας είναι μοναδικός, γιατί υπάρχει αυτή ή αιώνια διάρκεια, γιατί όλοι οι άνθρωποι στο σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό ελάβανε τις αξίες και τις έννοιες. Γιατί τέτοια υπήρξε η πορεία της Ελλάδας: πορεία επί ξυρού ακμής. Μ’ αυτή την έννοια πρέπει να ιδωθεί».
Ο Σολωμός αγάπησε την Ελλάδα. Κι όμως δεν την είδε ποτέ. Δεν πήγε στην Ακρόπολη ούτε στην Ολυμπία ούτε στους Δελφούς, παρότι ήταν μια ζωή τόσο κοντά και είχε και τα μέσα.
Ο Σολωμός εργάστηκε μέχρι το 1844 με τους “Ελεύθερους Πολιορκημένους”, αλλά δεν το ολοκλήρωσε.
Κατά το διάστημα 1847-51 επιχείρησε να ξαναγράψει ιταλικά ποιήματα. Ωστόσο, με τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε καθώς είχε προσβληθεί από απανωτά εγκεφαλικά, δεν τα κατάφερε. Ήταν τόσο τεράστια η φήμη του, ώστε όταν μαθεύτηκε ο θάνατός του (9 Φεβρουαρίου 1857) όλος ο λαὸς πένθησε. Το θέατρο της Κέρκυρας έκλεισε, η Ιόνια Βουλὴ σταμάτησε τις εργασίες της και αποφάσισε να γίνει δημόσιο το πένθος για τον ποιητή. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο το 1865.
Κορίνα Πενέση