Αίσθηση προκάλεσε στην “πιάτσα” του πολιτικού βιβλίου η πρόσφατη κυκλοφορία του πονήματος της, αριστερών καταβολών καθηγήτριας Ευρωπαϊκής Ιστορίας και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Αθηνών, Άννας Καρακατσούλη: «Το Ξίφος του Πνεύματος: Βιβλίο, πολιτισμική ηγεμονία και άκρα δεξιά στην Ελλάδα μετά το 1974». Το βιβλίο πραγματεύεται την, στα χρόνια της μεταπολίτευσης, εκδοτική δραστηριότητα του ετερόκλητου συνόλου που αναφέρεται στο βιβλίο ως “ακροδεξιά”, την οποία η συγγραφέας ακροθιγώς χωρίζει στην “ελληνοκεντρική, εθνικιστική ακροδεξιά”, και στην “εξτρεμιστική, ριζοσπαστική ακροδεξιά”, αποδίδοντας διάφορες κινήσεις και οργανώσεις στην μια ή στην άλλη κατηγορία.
Το πρώτο που χρήζει προσοχής είναι ο όγκος του έργου καθώς και η πληθώρα πηγών, έντυπων αλλά και διαδικτυακών, που παρατίθενται στις υποσημειώσεις και στην βιβλιογραφία την οποία χρησιμοποίησε η συγγραφέας. Προσωπικές συνεντεύξεις, περιοδικά, βιβλία αλλά και βίντεο ή άρθρα από ιστοσελίδες επιστρατεύτηκαν σε μια, πολυετή όπως φαίνεται προσπάθεια, προκειμένου η αριστερών πεποιθήσεων καθηγήτρια να ιχνηλατήσει την διαχρονική αναγνωστική δεξαμενή των Ελλήνων Εθνικιστών. Αρχικώς, η θεματολογία του βιβλίου στόχευε στην ανάλυση της “εργαλειοποίησης” της ιστορίας από την “ακροδεξιά”, όμως γρήγορα μετετράπη σε μια εμβριθή έρευνα των εκδόσεων του εθνικιστικού χώρου, καθώς κατά παραδοχή της κ. Καρακατσούλη οι ιδεολογικοί μας αντίπαλοι αλλά και οι ευρείες λαϊκές μάζες αγνοούν παντελώς τις εθνικιστικές μορφωτικές δομές και την δική μας οπτική πάνω στην ελληνική και την διεθνή ιστορία.
Ένα δεύτερο σημείο άξιο αναφοράς αυτού του βιβλίου, απόρροια της ελλιπούς, ή και ανύπαρκτης προηγούμενης επαφής με τις εκδοτικές παραγωγές της “ακροδεξιάς”, είναι η έκπληξη της καθηγήτριας για τον όγκο και τον ιδιαίτερο τρόπο παραγωγής, προπαγάνδισης, αλλά και διανομής των εθνικιστικών βιβλίων ανά την επικράτεια. Η αντισυστημικότητα του Εθνικισμού εκφράζεται και μέσω αυτού του μοναδικού πεδίου ιδεολογικής διαπάλης, καθώς οι πατριώτες εκδότες (στην πλειονότητα τους, αλλά όχι όλοι…) δεν ενδιαφέρονται για την κερδοφορία και την αύξηση των δικών τους χρηματικών απολαβών μέσα από αυτή την προσωπική ενασχόληση, αλλά με μεράκι και αγώνα εκδίδουν μια ποικιλία συγγραμμάτων που επί δεκαετίες γαλουχούν γενιές νέων συναγωνιστών καλύπτωντας μια αρκετά ευρεία θεματολογία. Καίτοι γίνεται αναφορά σε κάποιες γνωστές γραφικές περσόνες ακροδεξιών (και ΟΧΙ εθνικιστών) τηλεπαρουσιαστών του παρελθόντος, των οποίων οι πρακτικές προσομοιάζουν περισσότερο σε χυδαίο τελεμάρκετινγκ, στις σελίδες του «Ξίφους του Πνεύματος» θα συναντήσει κανείς μεταξύ άλλων πολυσέλιδες αναφορές τόσο στην πορεία που χάραξε η εφημερίδα και το περιοδικό της Χρυσής Αυγής, όσο και στον αντίκτυπο που είχαν οι εκδοτικές της δομές και τα νεολαιίστικα έντυπα της στο πολιτικό πεδίο.
Από την καθηγήτρια επίσης αποδίδεται έλλειψη επιστημονικότητος ή απόπειρα συσκότισης και κακόβουλης προπαγάνδας μέσω μερικών βιβλίων της “ακροδεξιάς”, αλλά έντιμα αναγνωρίζεται πως το στρατευμένο βιβλίο υπήρξε (και συνεχίζει να είναι) ένα αρκούντως επιτυχημένο μέσο για την αποτελεσματική διάδοση των ιδεών μας, παρά την συνωμοσία σιωπής και την φίμωση εις βάρος του Εθνικισμού. Η ευθεία αμφισβήτηση κυρίαρχων καθεστωτικών αφηγημάτων εκλαμβάνεται ως εν τοις πράγμασι “επίθεση” κατά της κατεστημένης ακαδημαϊκής γνώσης. Από την άλλη πλευρά, η συγγραφέας προβαίνει σε μια προσεγμένη καταγραφή του αντίστοιχου μεταπολεμικού “ακροδεξιού” χώρου πανευρωπαϊκά, αποπειρώμενη να μεταδώσει την άμεση συνάφεια της “εξτρεμιστικής” τάσης με το modus operandi που επικρατεί στις τάξεις των Ευρωπαίων ομοϊδεατών.
Αυτή η έκδοση ήρθε να φωνάξει στον πιο εκκωφαντικό τόνο αυτό που άπαντες γνωρίζουν, αλλά ελάχιστοι έστω ψιθυριστά παραδέχονται. Ο Εθνικισμός στην χώρα μας, με πρωτοστατούσα την Χρυσή Αυγή σε κάθε επίπεδο, αποτελεί μια ζώσα κοινωνική οντότητα με βαθιές παρελθοντικές ρίζες και πολλά υποσχόμενο μέλλον. Αυτό το πολυσχιδές φαινόμενο που αναλύεται για χρόνια σε χιλιάδες πανεπιστημιακές εργασίες, διδακτορικές διατριβές, βιβλία εκδοτικών οίκων του κοινού εμπορίου κ.α., δεν ανήκει σε καμία περίπτωση στο “περιθώριο” όπως αρέσκονται κάποιοι εμπαθείς μπολσεβίκοι να λένε επί ματαίω. Η λάμψη της Εθνικής Ιδέας είναι ανεπανάληπτη, συνεπώς η ανάγκη αναζήτησης εξηγήσεων και εύπεπτων απαντήσεων από την αριστερή και φιλελεύθερη διανόηση για την δημοφιλία της, υπερβαίνει κατά πολύ την κλασσική εφαρμοσμένη στρατηγική μελέτης και γνώσης του αντιπάλου.