Εδώ και τρία ολόκληρα χρόνια οι διαπλεκόμενοι καναλάρχες και ιδιοκτήτες εφημερίδων έχουν κάνει ό,τι ήταν δυνατόν για να μεταχειριστούν με ευνοϊκούς όρους το άλλοτε κραταιό κόμμα του ΠΑΣΟΚ. Η αλλαγή ηγεσίας και ο ερχομός ενός «άφθαρτου» και νέου προσώπου που θα έδινε νέο αέρα και δυναμική επανάκαμψης έπεσε τελικά στο κενό και οι όποιες απόπειρες για αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος των ψηφοφόρων διέψευσε κάθε προσδοκία. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών επιφύλασσε δυσάρεστες εκπλήξεις και το κύμα αμφισβήτησης και δυσαρέσκειας απέναντι στο κόμμα που ουδέποτε κατάφερε να συνέλθει από την μνημονιακή φθορά είναι χρόνιο αλλά τώρα διαφαίνεται ότι θα είναι και οριστικό.
Ένα ολόκληρο σύστημα από δημοσιογράφους, δημοσκόπους, αναλυτές και παράγοντες της δημόσιας ζωής έσπευσαν να εκμεταλλευτούν την απουσία της Χρυσής Αυγής από την τρίτη θέση και να τοποθετήσουν εκεί ένα κόμμα ελεγχόμενο και χρήσιμο στην εξουσία, θεωρώντας πως αυτό θα γίνει με διθυραμβικά άρθρα και ανούσιους επαίνους. Ξεχνούν τα αμέτρητα σκάνδαλα του παρελθόντος, αλλά και την «ασθένεια» του να ρέπουν προς κατασπατάληση ή δωροδοκία εκλεκτά της στελέχη, όπως συνέβη πρόσφατα με το περίφημο Qatar Gate. Υποτιμούν όμως κάτι βασικότερο και αυτό έχει να κάνει με το ότι το ΠΑΣΟΚ δεν βρέθηκε τυχαία στη θέση που βρίσκεται σήμερα, αφού για μια ολόκληρη επταετία είχε απέναντι της ένα κίνημα ασυμβίβαστο που δε χαρίστηκε και δεν φέρθηκε με «δημοκρατικό τακτ», αλλά το κατακεραύνωσε για τα όσα έχει διαχρονικά διαπράξει εις βάρος του ελληνικού λαού και του έθνους. Η συνείδηση είναι κάτι το ισχυρό, παρά τις άδικες διώξεις η δυναμική του εθνικιστικού κινήματος είναι ακόμα ζωντανή και κατατρύχει αυτούς που την πολέμησαν με βρόμικο τρόπο. Για τους Έλληνες εθνικιστές, λοιπόν, κάθε ήττα της εξουσίας και κάθε μάχη που χάνει πρέπει να αποτελεί ελπίδα για την πατρίδα, αλλά και μήνυμα για εντατικοποίηση του αγώνα απέναντι σε ένα ετοιμόρροπο σύστημα του οποίου τα δεκανίκια καταρρέουν μαζί με ό,τι αυτά πρεσβεύουν.