Η λέξη «Ξενηλασία» κυρίως υποδηλώνει την απαγόρευση αφίξεων ή την εκδίωξη ξένων από ένα τόπο. Την δεύτερη αυτή σημασία προσέλαβε ιδιαίτερα στην Σπάρτη. Κατά τον Ξενοφώντα, η απαγόρευση εγκαταστάσεως ξένων στη Λακεδαίμονα, ή Σπαρτιατών σε ξένη πόλη, υπαγορεύθηκε από την ανάγκη να διατηρήσει η πόλη τον παλαιό αυστηρό χαρακτήρα της και να μην πέφτουν θύματα ραδιουργιών οι πολίτες της.
Ο Πλάτων στον Πρωταγόρα δίνει παιδαγωγική ερμηνεία στον θεσμό της Ξενηλασίας, όπως τον εφάρμοζαν στην εποχή του, ή μάλλον πριν από αυτόν, οι Λακεδαιμόνιοι. Συγκεκριμένα, προωθώντας την αντίληψη ότι το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν, διατείνεται ότι στην Σπάρτη και στην Κρήτη υπήρχε μια έντονη μαθησιακή διάθεση, υπηρετούμενη από εντόπιους σοφιστές. Και επειδή οι Σπαρτιάτες δεν θέλουν να μαθαίνουν οι ξένοι αυτά που τους διδάσκουν οι σοφιστές, εκδιώκουν από την πόλη τους ξένους, ακόμη και αν είναι φιλολάκωνες. Δεν επιτρέπουν επίσης σε κανέναν δικό τους νέο να βγει σε ξένες πόλεις. Ο Αριστοτέλης, τέλος, κάνει μνημονεύει την Ξενηλασία (Πολιτικά 1272 b 15), προσδιορίζοντας ως αιτία της την απόσταση που χωρίζει την Σπάρτη από άλλες πολιτείες (ξενηλασίας γαρ το πόρρω πεποίηκε).
Αυτός ωστόσο που προσδιορίζει σαφέστερα το πνεύμα της Ξενηλασίας, δίχως να την αναφέρει ονομαστικά, είναι ο Ηρόδοτος. Γράφει συγκεκριμένα ο ιστορικός [1, 65] ότι οι Σπαρτιάτες αρνούνταν να έχουν την οποιαδήποτε σχέση με ξένους. Δεν πρέπει παρ’ όλα αυτά να νομισθεί ότι η Ξενηλασία ίσχυε ανέκαθεν ως αρχή στην Σπάρτη. Ο Αριστοτέλης (Πολιτικά 1270 α 35) παρατηρεί με ένα αόριστο “λέγουσι” ότι επί των παλαιοτέρων βασιλιάδων, πριν δηλαδή από τον Β’ Μεσσηνιακό Πόλεμο, παρείχετο η ευχέρεια σε ξένους να γίνονται πολίτες, ώστε να μην γίνεται η πόλη ολιγάνθρωπη εξ αιτίας των μακροχρονίων πολέμων της, και καθώς λένε, υπήρξε εποχή που οι πολίτες της έφθασαν τις δέκα χιλιάδες.
Συνεπώς η ξενηλασία επαυξήθηκε και έγινε αυστηρός θεσμός σε νεότερες εποχές. Η Λυκούργειος νομοθεσία μάλιστα ενίσχυσε τις απομονωτικές τάσεις των Σπαρτιατών με το να απαγορεύει την εγκατάσταση – χωρίς έγκριση των αρχών – ξένων στην Σπάρτη. Η πόλη ήταν ένας απέραντος στρατώνας, όπου διδασκόταν η στρατιωτική τέχνη, της οποίας την τεχνική δεν έπρεπε να μάθουν οι ξένοι. Όπως σήμερα κάθε χώρα διαφυλάσσει τα στρατιωτικά μυστικά της, όμοια και οι Σπαρτιάτες διαφύλασσαν τα δικά τους μυστικά, στα οποία όφειλαν τις στρατιωτικές επιτυχίες τους. Πέρα απ’ αυτό, με την πάροδο του χρόνου το Σπαρτιατικό πολίτευμα γινόταν περισσότερο “σφιχτό”, περισσότερο συντηρητικό, και γι’ αυτό η παραμονή ξένων στην Σπάρτη εγκυμονούσε τον κίνδυνο της αλλοιώσεως των πολιτικών και κοινωνικών ηθών. Οι Σπαρτιάτες φοβόντουσαν μήπως μεταδοθεί και στην πόλη τους ο ελευθέριος τρόπος ζωής των λοιπών Ελλήνων.
Η Ξενηλασία ήταν στην δικαιοδοσία των Εφόρων. Αυτοί έδιναν την άδεια εγκαταστάσεως σε ξένους. Αν όμως διαισθάνονταν ότι ο ξένος ήταν επικίνδυνος και γενικά ανεπιθύμητος, οι Έφοροι διέτασσαν την εντός ορισμένου χρόνου απέλαση του. Σύμφωνα με την παράδοση, απελάθηκε ο γνωστός για τους τολμηρά αντιηρωικούς στίχους του ποιητής Αρχίλοχος, διότι σε ένα ποίημα του έγραψε πως πέταξε την ασπίδα την ώρα της μάχης για να σωθεί και όσο για την ασπίδα, θα έβρισκε άλλη καλύτερη. Όσο και αν οι στίχοι αυτοί γράφτηκαν για αστεϊσμό, ήσαν πάντως απαράδεκτοι για το ηρωικό πνεύμα που προσπαθούσε να εμφυσήσει στους νέους της η Σπάρτη.
Η μισοξενία αυτή των Σπαρτιατών μετριαζόταν από το γεγονός ότι η παράδοση της ξενίας (φιλοξενίας), διατηρήθηκε και σ’ αυτούς, όπως μαρτυρεί η λατρεία του Ξενίου Διός και της Αθηνάς Ξενίας. Εξάλλου, πάμπολλοι επιφανείς ξένοι κατά καιρούς όπως οι Πεισιστρατίδες και ο Αλκιβιάδης, φιλοξενήθηκαν στην Σπάρτη, ενώ κορυφαίοι ποιητές και μουσικοί από διάφορες περιοχές, όπως ο Αλκμάν, ο Τέρπανδρος, ο Θαλήτας, ο Θέογνις, έζησαν εκεί ή πέρασαν από εκεί, και ακόμη δεν έλειψαν οι κατά καιρούς πολιτογραφήσεις άλλων Ελλήνων, όπως συνέβη με τον Τισαμενό και τον Ηγία από την Ηλεία.
Ο τρόπος με τον οποίο δομείται μετά τον έκτο αιώνα προ Χριστού η Σπαρτιατική Πολιτεία, δεν ευνοεί ούτε την παραμονή ξένου στην Σπάρτη, ούτε των Σπαρτιατών εκτός Σπάρτης. Για τον λόγο αυτόν την ξενηλασία πρέπει να την βλέπουμε όχι ως κάτι μεμονωμένο, αλλά ως κάτι που εντάσσεται μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των απαγορεύσεων που επιβλήθηκαν μετά την λήξη του Β’ Μεσσηνιακού Πολέμου. Η άλλοτε ανοικτή Σπαρτιατική κοινωνία γίνεται μια πολιτεία–σκαντζόχοιρος, συσπειρώνεται στον εαυτό της, ζει με τον εαυτό της και για τον εαυτό της.