Στη Μακεδονία, την καρδιά του Ελληνισμού, δεν μιλούν όλοι ελληνικά. Όμως, δεν είναι η γλώσσα αυτή που ορίζει την εθνική συνείδηση, είναι η ψυχή. Και η ψυχή του Έλληνα δεν χωράει υποτέλεια, ούτε μεταμφιέζεται σε κάτι «ενδιάμεσο» για να αρέσει στους εθνομηδενιστές. Η γλώσσα των σλαβικών ιδιωμάτων που ακούγεται ακόμα σε κάποια χωριά της Μακεδονίας δεν είναι προϊόν βουλγαρικής κατάκτησης, όπως αρέσκονται να λένε οι Σκοπιανοί προπαγανδιστές, αλλά συνέπεια αιώνων συνύπαρξης στα Βαλκάνια. Οι σλαβόφωνοι Έλληνες ήταν και είναι βαθιά πατριώτες, Ορθόδοξοι, Πατριαρχικοί. Πολέμησαν και μαρτύρησαν για τη Μακεδονία . Την ελληνική Μακεδονία καθώς μόνο αυτή υφίσταται.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο βρέθηκε αντιμέτωπο με ένα επικίνδυνο εκκλησιαστικό και εθνικό φαινόμενο: την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870. Οι Βούλγαροι απαιτούσαν αυτοκέφαλη Εκκλησία για τους «ομοεθνείς» τους, προκειμένου να αποσπάσουν τους σλαβόφωνους πληθυσμούς της Μακεδονίας από την ελληνική επιρροή. Το Πατριαρχείο, τους κήρυξε σχισματικούς το 1872, και η λεγόμενη Βουλγαρική Σχισμή σφράγισε την αρχή της μεγάλης σύγκρουσης για την ψυχή της Μακεδονίας. Από’ κει και πέρα, όλα ήταν αίμα. Οι κομιτατζήδες, ένοπλοι βούλγαροι πρακτορες, δολοφονούσαν Πατριαρχικούς, έκαιγαν σχολεία, εκτελούσαν ιερείς, κατέσφαζαν πληθυσμούς που δεν δήλωναν «εξαρχικοί». Το VMRO, η πιο αιμοσταγής συμμορία τους, έσφαξε Έλληνες δασκάλους, έκαιγε ελληνικά σχολεία και βίαζε κοπέλες που δεν δήλωναν “Εξαρχικοί”. Τον Οκτώβριο του 1904, οι κομιτατζήδες σκότωσαν τον Παύλο Μελά, όχι σε μάχη, αλλά με ενέδρα και δόλο, όπως αρμόζει στους δειλούς.
Σε αυτό το κλίμα τρόμου, ο Ελληνισμός αντιστάθηκε: δημιουργήθηκαν αντάρτικες ομάδες υπό Έλληνες καπεταναίους.
Η Μακεδονία ελευθερώθηκε το 1912-13 χάρη στον ελληνικό στρατό και στο αίμα εκείνων που δεν λύγισαν. Πολλοί από αυτούς ήταν σλαβόφωνοι Έλληνες που ποτέ δεν σκέφτηκαν να προδώσουν την Πίστη και την Πατρίδα.
Στον 21ο αιώνα, το πρόβλημα έχει νέα πρόσωπα αλλά την ίδια ψυχή του ψεύδους. Δεν είναι πια οι Βούλγαροι που απειλούν να αλλοιώσουν τη Μακεδονία , είναι οι Σκοπιανοί, αυτοί οι τεχνητοί κάτοικοι ενός κρατικού μορφώματος που στήθηκε πάνω σε ψευδοϊστορία, αλυτρωτισμό και ανύπαρκτη ταυτότητα. Στο όνομα ενός κατασκευασμένου «μακεδονισμού», οργανώνουν πανηγύρια με σημαίες και τραγούδια που δεν μιλούν απλώς για «πολιτισμό», αλλά για απελευθέρωση των «αλύτρωτων αδελφών» τους στη Φλώρινα, στην Έδεσσα, στο Πάικο. Δεν είναι πολιτιστικά δρώμενα· είναι ύπουλες πράξεις ψυχολογικής διείσδυσης, με χορηγίες του σκοπιανού κράτους, και με την ανοχή και υποστήριξη ελληνικών ΜΚΟ και ντόπιων μειοδοτών. Τραγουδούν για “Μακεντόνια” που φτάνει «μέχρι τη Σαλονίκη», κι έχουν το θράσος να καλούν και φιλοσκοπιανούς χορευτές με σημαίες του ήλιου της Βεργίνας πάνω σε κόκκινο φόντο, κλεμμένα σύμβολα από έναν λαό που δεν γνώρισαν ποτέ.
Οι σλαβόφωνοι Έλληνες ούτε έκρυψαν την ταυτότητά τους ούτε την αντάλλαξαν. Στα πανηγύρια τους, ακόμη κι όταν ακουστεί κάποια σλαβική λέξη, ο στίχος, δεν ζητάει σύνορα μέχρι τον Όλυμπο, ούτε φωνάζει για «Μακεντόνια». Χορεύουν με τη λεβεντιά των Μακεδονομάχων προγόνων τους, κρατώντας εικόνες αγίων και ελληνικές σημαίες.Η Μακεδονία γέμισε σπίτια όπου μιλούσαν σλαβικά, αλλά δίδασκαν ελληνικά κρυφά, έκρυβαν αντάρτες και σήκωναν τη γαλανόλευκη στο εικονοστάσι. Ο Ιωάννης Πρώιος, διώχθηκε από τους Βούλγαρους γιατί ήταν δάσκαλος. Ο Θεός, η Πατρίδα, η Οικογένεια, είναι τα τρία ιερά τους σύμβολα.
Εκεί ακριβώς ξεχωρίζει ο Έλληνας από τον ψευδο-Μακεδόνα. Στο ίδιο χωριό, δυο διαφορετικά πανηγύρια. Το ένα, τίμιο, παραδοσιακό, με ρίζες στον Πόντο και στη Μακεδονία, με ελληνική καρδιά κι ας τραγουδιέται στα σλαβικά. Το άλλο, σκοτεινό, με κραυγές «ανεξαρτησίας» και λόγια που ευνουχίζουν την Ιστορία, αρνούμενοι την ελληνικότητα της Μακεδονίας, με τη σημαία των Σκοπίων τυλιγμένη γύρω απ’ την κάλτσα.
Η ειρωνεία; Οι απόγονοι των κομιτατζήδων, που παλιά δήλωναν Βούλγαροι, τώρα το γύρισαν, δηλώνουν «Μακεντόνσκι», υιοθετώντας τη σκοπιανή μυθολογία περί «μακεδονικού έθνους» και «μακεδονικής γλώσσας». Μόνο που τα ψέματα δεν επιβιώνουν ες αεί… Και η ελληνική μνήμη, όταν ξυπνά, είναι πιο σκληρή απ’ το ατσάλι.
Δεν είμαστε όλοι το ίδιο. Άλλο ο σλαβόφωνος Έλληνας που αγάπησε τον τόπο και πολέμησε γι’ αυτόν. Κι άλλο ο σλαβόφωνος που γλείφει τα ξυπόλητα πόδια των Σκοπίων και παριστάνει τον «ντόπιο» με αλυτρωτικά τραγούδια και δάκρυα για το “Αιγαιατσκη Μακεντόνια”. Η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική, όχι επειδή το είπε μια Συμφωνία ή ένας χάρτης, αλλά επειδή το λέει η Ιστορία, τα κόκαλα των ηρώων και η συνείδηση των πραγματικών της παιδιών. Μπορεί κάποιοι να τραγουδούν στα σλάβικα αλλά προσεύχονται στα ελληνικά. Και πεθαίνουν στα ελληνικά. Εμείς οι Έλληνες, είτε μιλάμε καθαρά είτε με ντοπιολαλιά, έχουμε ρίζες. Κι αυτές οι ρίζες είναι ποτισμένες με το αίμα της Ορθοδοξίας, του Παύλου Μελά, του καπετάν Κώττα, του καπετάν Άγρα, των απλών χωρικών που ορκίστηκαν πίστη στην Ελλάδα, όχι στη Σόφια, ούτε στα Σκόπια.