Το πρωί της 11ης Οκτωβρίου του 1962 περίπου 2.500 καρδινάλιοι και άλλοι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι ακολούθησαν τον μεταφερόμενο επάνω σε φορητό θρόνο Πάπα Ιωάννη ΚΓ’ στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου, όπου άρχισε τις εργασίες της η Δευτέρα Οικουμενική Σύνοδος του Βατικανού (Λατινικά: Concilium Oecumenicum Vaticanum Secundum) ή «Β’ Βατικανή Σύνοδος», που ασχολήθηκε με τις σχέσεις μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και του συγχρόνου κόσμου. Ήταν η εικοστή πρώτη οικουμενική σύνοδος της Καθολικής Εκκλησίας και η δευτέρα που διεξήχθη στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό. Η σύνοδος, μέσω της Αγίας Έδρας, άνοιξε επίσημα υπό το ποντιφικάτο του Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄ στις 11 Οκτωβρίου 1962 και έκλεισε υπό τον Πάπα Παύλο ΣΤ΄ το 1965. Η Σύνοδος αναγγέλθηκε από τον Πάπα Ιωάννη ΚΓ’ στις 25 Ιανουαρίου 1959 και έτυχε τριετούς προετοιμασίας (1959-1962). Διήρκεσε τρία χρόνια (1962-1965), διαιρεμένα σε τέσσερις περιόδους.
Ο Πάπας Ιωάννης ΚΓ΄, ο οποίος εκάθισε στον παπικό θρόνο από το 1958 μέχρι τον θάνατό του το 1963, εξεκίνησε τις πολιτικές που άλλαξαν άρδην σχεδόν 2.000 χρόνια διδασκαλίας της Καθολικής Εκκλησίας : Πρώτον, ακύρωσε με βούλα του τις λέξεις «άπιστοι Εβραίοι» από τις προσευχές της Μεγάλης Παρασκευής. Στην συνέχεια, το Δεύτερο Συμβούλιο του Βατικανού που αυτός συνεκάλεσε, εξέδωσε το 1965 την Δήλωση – ορόσημο (με λιγότερες από 1.600 λέξεις), που απηύθυνε έκκληση για τον διάλογο Εβραίων – Καθολικών και απέρριψε το χριστιανικό «αρχαίον στίγμα» κατά των Εβραίων ως δολοφόνων του Κυρίου. Περισσότερες από δύο δεκαετίες νωρίτερα κατά την διάρκεια του Β’ Μεγάλου Πολέμου, ως Καρδινάλιος Angelo Roncalli, ο μετέπειτα Ιωάννης ΚΓ΄, εργάστηκε ενεργότατα για να διασώσει τους Εβραίους, χρησιμοποιώντας την θέση του ως παπικού νούντσιου στην Ελλάδα και Τουρκία για να καταρτίσει σωτήρια πλαστά έγγραφα για τους Εβραίους πρόσφυγες. «Πόσες μαρτυρίες για ψευδή βαπτίσματα έκανε στην Τουρκία υπέρ των Εβραίων! Ήταν ένας θαρραλέος άνθρωπος, ένας καλός επαρχιακός ιερέας, με μια τέτοια μεγάλη αίσθηση του χιούμορ – τόσο μεγάλη, όσο μεγάλη ήταν και η αγιότητά του», εδήλωσε ο νυν Πάπας Φραγκίσκος.
Στο Δεύτερο Συμβούλιο του Βατικανού εντός του Αγίου Πέτρου, εκτός από τους καθολικούς κληρικούς, βρέθηκαν και παρατηρητές άλλων Εκκλησιών. Απουσίαζαν όμως οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, πλην της Ρωσικής, η οποία συμφώνησε να στείλει παρατηρητές κατόπιν διαπραγμάτευσης κομμουνιστικής Μόσχας-Βατικανού. Στην εναρκτήρια ομιλία του ο Πάπας ετόνισε ότι κύριο αντικείμενο της Συνόδου είναι η…. διαφύλαξη των παρακαταθηκών του χριστιανικού δόγματος (!) και η ενότητα των Εκκλησιών. Η πρώτη περίοδος της Συνόδου έληξε στις 8 Δεκεμβρίου του 1962 και ο Ιωάννης ΚΓ’ συμπέρανε ότι… «οι αντίθετες απόψεις που διατυπώθηκαν έδειξαν ότι στην Εκκλησία υπάρχει κόσμος ελευθερίας!». Βεβαίως στο περιθώριο της Συνόδου δεν έλειψαν και πολυάριθμες «κατ’ ιδίαν» διαβουλεύσεις.
Επισημαίνεται ότι στις 9 Σεπτεμβρίου του 1963, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος απέρριψε ομόφωνα την αποστολή παρατηρητών στην Οικουμενική Σύνοδο του Βατικανού. Επιπλέον, η Ιερά Σύνοδος εζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση ματαίωση της Πανορθοδόξου Συνόδου της Ρόδου, που συνεκάλεσε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, με κύριο θέμα την «αποστολή παρατηρητών στο Βατικανό». Επισημαίνεται επίσης ότι, στις 7 Δεκεμβρίου του 1965 ο Παύλος ΣΤ’ μαζί με τον εκπρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, ήραν τα αναθέματα του 1054.
«Nostra aetate» (Λατινικά: «Στην εποχή μας») είναι η «Δήλωση για τη Σχέση της Εκκλησίας με μη χριστιανικές θρησκείες» του Δεύτερου Συμβουλίου του Βατικανού. Πέρασε με 2.221 ψήφους έναντι 88 των συγκεντρωθέντων επισκόπων, η δήλωση αυτή η οποία ψηφίστηκε στις 28 Οκτωβρίου του 1965, από τον Πάπα Παύλο VI. Το πρώτο πρσχέδιό της, με τίτλο «Decretum de Iudaeis» («Διάταγμα για τους Ιουδαίους»), ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 1961 με την επιμέλεια του διαπρύσιου οικουμενιστή Γερμανού Ιησουίτη Καρδιναλίου Augustin Bea. Το σχέδιο αυτό δεν οδηγήθηκε πουθενά, αφού ποτέ δεν υποβλήθηκε στο Συμβούλιο, το οποίον εξεκίνησε στις 11 Οκτωβρίου 1962.
Ουσιαστικά η θέληση του Ιωάννη του ΚΓ’ και η πολύπλευρη έως δόλια πειθώ του Καρδιναλίου Bea επέβαλαν εμμέσως την αποδοχή της Δήλωσης. Αυτή είχε προπαρασκευασθεί λεπτομερώς από την δομινικανή αδελφή, δόκτορα Rose Thering (1920–2006), μαχητική ακτιβίστρια κατά του αντισημιτισμού και καθηγήτρια του ιουδαιοκαθολικού διαλόγου στο ρωμαιοκαθολικό Πανεπιστήμιο του Seton Hall στο New Jersey. Αργότερα αυτή είπε για την Δήλωση :«…περιείχε 15 γραμμές στα Λατινικά, αλλά αυτές άλλαξαν τα πάντα!». Στα 1963, ο Bea είχε επίσης μυστικές συνομιλίες για την Διακήρυξη με τον ραβίνο Abraham Joshua Heschel, σπουδαίο θεολόγο, φιλόσοφο και καθηγητή του Ιουδαϊκού Μυστικισμού (καμπαλιστική κοσμοθέαση) στο «Ιουδαϊκό Θεολογικό Ιεροδιδασκαλείο της Αμερικής» («Jewish Theological Seminary of America») στην Νέα Υόρκη. Σημαντική για την απαρτίωση και επιτυχία της Δήλωσης ήταν επίσης η αφανής συνδρομή του ραβίνου Marc Tanenbaum, τότε Διευθυντή Διαθρησκειακών Υποθέσεων της «Αμερικανο-Εβραϊκής Επιτροπής» («American Jewish Committee-AJC»), καθώς και του Ιταλοεβραίου τραπεζίτη και διπλωμάτη της (λιλιπούτειας) Δημοκρατίας του Αγίου Μαρίνου Angelo Donati.
Στο τέταρτο μέρος της η εν λόγω Δήλωση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αναφέρεται στον δεσμό που συνδέει τους ανθρώπους της «Καινής Διαθήκης» (Χριστιανοί) με την «γενιά του Αβραάμ» (Ιουδαίοι). Αναφέρει ότι ακόμα κι αν μερικές ιουδαϊκές αρχές και εκείνοι που τις ακολούθησαν καλούσαν για το θάνατο του Ιησού, η ευθύνη για αυτό δεν μπορεί να τοποθετηθεί επί όλων αυτών των Εβραίων που ήσαν παρόντες εκείνη την στιγμή, ούτε μπορούν οι Εβραίοι στην εποχή μας να θεωρούνται ως ένοχοι, αποκρούοντας έτσι μιαν αδιάκριτη επιβάρυνση όλων των Ιουδαίων ως θεοκτόνων. Ακόμη αναφέρει σαφώς : «Δεν πρέπει να παρουσιάζονται οι Εβραίοι ως απορριφθέντες ή καταραμένοι από τον Θεό». Η Δήλωση επικρίνει επίσης όλες τις παρουσιάσεις του αντισημιτισμού που έγιναν οποτεδήποτε από οιονδήποτε.
Στα τέλη του 1974, με σκοπό να… συμπληρώσει τις επιπτώσεις και προεκτάσεις της Δήλωσης, η «Επιτροπή του Βατικανού για Διαθρησκειακές Σχέσεις με τους Ιουδαίους» εξέδωσε επιπλέον «Κατευθυντήριες γραμμές και Υποδείξεις για την Εφαρμογή της Συνοδικής Διακήρυξης Nostra Aetate». Σε ανάλογο πνεύμα ακολούθησαν από τον ίδιο οργανισμό το 1985 οι «Σημειώσεις για την σωστή παρουσίαση των Εβραίων και του Ιουδαϊσμού στην Διδασκαλία και στην Κατήχηση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας». Αυτές οι εξελίξεις παραλληλίσθηκαν επίσης και με συνοδευτικές δηλώσεις από τους ρωμαιοκαθολικούς επισκόπους των ΗΠΑ.
Την Κυριακή 27 Απριλίου 2014 διενεργήθηκε η τελετή «Αγιοποίησης» του Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄ και του Πάπα Ιωάννη Παύλου B΄. Σχετικά, το «Ιουδαϊκό Τηλεγραφικό Πρακτορείο» Jewish Telegraphic Agency (JTA)- ένα τεράστιο παγκόσμιο μη κερδοσκοπικό ιουδαϊκό πρακτορείο ειδήσεων- ανέφερε: «Είναι μια σύμπτωση, αλλά μια αξιοσημείωτη σύμπτωση ! Αυτοί οι δύο ποντίφικες μετά το Ολοκαύτωμα, έφεραν επανάσταση στις σχέσεις μεταξύ Καθολικών και Εβραίων, προώθησαν το διάλογο μεταξύ των θρησκειών και ενσωμάτωσαν τον σεβασμό για τους Εβραίους και τον Ιουδαϊσμό στο επίσημο Καθολικό δόγμα !». Μάλιστα η τελετή έλαβε χώρα, μιαν ημέρα πριν το Γιομ Χα Σοά – την ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος (επίσης μια άλλη διαδικαστική «σύμπτωση»).
Ο ραβίνος Gary Bretton – Granatoor, αντιπρόεδρος της «Παγκόσμιας Ένωσης Προοδευτικού Ιουδαϊσμού» («World Union for Progressive Judaism»), ο οποίος συμμετέχει παγίως στον «Ιουδαϊκό – Καθολικό διάλογο», ανέφερε χαρακτηριστικά : «Αυτοί οι δύο Πάπες όχι μόνον έχουν μετασχηματίσει την (καθολική) εκκλησία, αλλά δημιούργησαν ένα μεγαλύτερο αντίκτυπο στον έξω κόσμο και σε μας. Ως Εβραίος, η ζωή μου και η ασφάλεια και προστασία των Εβραίων, έχουν βελτιωθεί με τις ενέργειες αυτών των δύο ατόμων».
Κατά την τελετή, στην κυριολεκτικά κατάμεστη πλατεία του Αγίου Πέτρου, οι πιστοί που κατέκλυσαν τους δρόμους της Ρώμης και γύρω από το Βατικανό έφτασαν το ένα εκατομμύριο, ενώ δεκάδες εκατομμύρια την παρηκολούθησαν στην τηλεόραση σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι διεθνείς αντιπροσωπείες που παρευρέθησαν στην τελετή ξεπέρασαν τις 100, με παρόντες 34 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων. Παρέστησαν επίσης σημαίνοντες εκπρόσωποι των ιουδαϊκών κοινοτήτων και φορέων, όπως ο Διευθυντής Διεθνών Διαθρησκειακών Υποθέσεων της AJC ραβίνος David Rosen, ο Αρχιραβίνος της Ρώμης, Riccardo Di Segni και βέβαια ο προσωπικός στενός φίλος του νυν Πάπα Φραγκίσκου, ο Αργεντινός, δεδηλωμένος Σιωνιστής και «ιρανόφοβος» ραβίνος Abraham Skorka. Ο ικανότατος και πράγματι πολυπράγμων ραβίνος Skorka είναι βιοφυσικός και συγγραφέας, Διευθυντής του «Λατινοαμερικανικού Ραβινικού Ιεροδιδασκαλείου» («Seminario Rabínico Latinoamericano») στο Buenos Aires, ραβίνος της Ιουδαϊκής Κοινότητας Benei Tikva («Παιδιά της ελπίδας»), καθηγητής της βιβλικής και ραβινικής λογοτεχνίας (ταλμουδικά και μιδρασικά επεξηγητικά κείμενα) στο Seminario και επίτιμος καθηγητής του Εβραϊκού Νόμου («Χαλάχα») στο ιησουιτικό «Πανεπιστήμιο του Σωτήρος» («Universidad del Salvador»), στο Buenos Aires. Αυτός υλοποίησε με τον τότε ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο του Buenos Aires Jorge Mario Bergoglio, νυν Πάπα Φραγκίσκο, μια σειρά διαθρησκειακών συζητήσεων – διαλόγων, με ζητήματα όπως θεός, φονταμενταλισμός, αθεΐα, θάνατος, ολοκαύτωμα, ομοφυλοφιλία και καπιταλισμός. Οι συζητήσεις ελάμβαναν χώρα εναλλακτικά στην έδρα του Αρχιεπισκόπου και στην Ιουδαϊκή Κοινότητα Benei Tikva, δημοσιεύθηκαν δε σε ένα βιβλίο με τίτλο «Μεταξύ του Ουρανού και της Γης» («Sobre el Cielo y la Tierra» – Editorial Sudamericana, Buenos Aires 2010).
Σχετικά με την διαδραστική αλληλεπίδραση Καθολικισμού – Ιουδαϊσμού, ο ραβίνος Bretton – Granatoor, είπε πως η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να διασφαλιστεί ότι οι αλλαγές που επέφεραν οι δύο αγιοποιηθέντες Πάπες θα συντονίσουν τις επόμενες γενιές των απλών καθολικών – και όχι μόνον τις υψηλότερες τάξεις της Εκκλησίας. Ειδικότερα δε εδήλωσε με αξιοπρόσεκτη οξυδέρκεια : «Τα ανώτερα κλιμάκια έχουν κάνει σκληρή δουλειά, αλλά αυτό έχει σταλάξει κάτω στα στασίδια ; Για τον μέσο ιερέα και τον ενορίτη; Αυτή είναι η πρόκληση !».
Α. Κωνσταντίνου
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/allhlepidrash-papismou-kai-siwnismou#ixzz5WY1UOp7F