Ο νεαρός ποιητής Ευαγόρας Παλληκαρίδης δεν ήταν κάποιος ήρωας της μακρινής αρχαιότητας, κάποιος επιφανής στρατηγός μεγάλου πολέμου ή τέλος πάντων μια μακρινή φιγούρα άλλης εποχής. Ο Ευαγόρας ήταν ένας Έλληνας μαθητής, πιθανότατα όμοιος με εσένα που διαβάζεις σήμερα αυτές τις γραμμές. Η ομοιότητα του αυτή είναι που καθιστά την ιστορία του βαθιά συγκινητική και οικεία για όσους εξ ημών έχουμε επιλέξει στην ζωή μας τον δρόμο του Εθνικού Αγώνα.
Γεννήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1938 σε ένα χωριό της Πάφου στην Ελληνική αλλά κατεχόμενη από τους “συμμάχους” Βρετανούς, Κύπρο. Περνά όλες τις τάξεις του Δημοτικού σχολείου με άριστα. Είναι ένα παιδί χαμηλών τόνων, με αγάπη για τον αθλητισμό αλλά και ένα αναδυμένο πάθος για την ποίηση με την οποία γεμίζει σιγά-σίγα τα σχολικά του τετράδια. Η εφηβική του ηλικία σημαδεύεται ανεξίτηλα από το δημοψήφισμα του 1950, όταν οι Κύπριοι διακήρυξαν την μαζική επιθυμία τους για ένωση με την Ελλάδα.
Τρία χρόνια αργότερα η Κύπρος εξακολουθεί να βρίσκεται υπό τον αποικιακό ζυγό. Μάλιστα, οι Βρετανοί ετοιμάζονται να γιορτάσουν την στέψη της νέας βασίλισσας με φιέστες σε ολόκληρο το νησί. Στην περιοχή του Ευαγόρα έχει παραχωρηθεί το «Ιακώβιο Γυμναστήριο», όπου αθλούνταν όλα τα παιδιά της περιοχής, γι’ αυτό τον σκοπό και από μέρες πριν στολίζεται με βρετανικά σύμβολα και φωτογραφίες των της Ελισσάβετ. Το θέαμα εξοργίσει όλα τα Ελληνόπουλα της Πάφου. Παραμονή της στέψης, μαθητές και φοιτητές οργανώνουν διαδήλωση με αίτημα να υποσταλεί η βρετανική σημαία και να εκκενωθεί το γήπεδό τους από στρατιώτες και αστυνομικούς.
Ο 15χρονος, Ευαγόρας αναρριχάται στον ιστό, κατεβάζει και σκίζει την Βρετανική σημαία παραδίδοντας την στο πλήθος που φωνάζει συνθήματα εναντίων των κατακτητών! Ομάδες τούρκων σπεύδουν να ενισχύσουν την αστυνομία. Ο Ευαγόρας και οι συμμαθητές του συγκρούονται με το κοινό μέτωπο του εχθρού αναγκάζοντας τον διοικητή να διατάξει υποχώρηση για να μην εκτεθεί το στέμμα λόγω της ημέρας. Ο,τι είχε σχέση με τους εορτασμούς για την στέψη ισοπεδώνεται από τους νεαρούς αγωνιστές. Η Πάφος έγινε το μόνο μέρος όπου δεν γιορτάστηκε η στέψη. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και αφήνεται ελεύθερος λόγω της ηλικίας του αλλά στην εφηβική ψυχή του ήδη έχει ανάψει η φλόγα για λευτεριά!
Πλέον οργανώνεται μυστικά στην ΕΟΚΑ και μαζί με άλλους συμμαθητές τουακολουθούν καθημερινά οδηγίες από τον επικεφαλής του τοπικού πυρήνα. Δύο χρόνια αργότερα, τον Νοέμβριο του 1955, οι διαδηλώσεις έχουν πλέον λάβει εβδομαδιαία συχνότητα οι Κύπριοι μαθητές αντιμετωπίζουν Τούρκους και Βρετανούς σε οδομαχίες με μόνο όπλο τα κοντάρια των Ελληνικών σημαιών που κρατούσαν! Σε μια από αυτές τις συγκρούσεις ο Ευαγόρας σώζει έναν Συναγωνιστή του από τα χέρια της αστυνομίας γρονθοκοπώντας τα «όργανα της τάξεως». Τότε συλλαμβάνεται εκ νέου και αυτή την φορά οδηγείται στο δικαστήριο, με την κατηγορία της συμμετοχής σε παράνομη οχλαγωγία.
Η δίκη του ορίζεται για τις 6 Δεκεμβρίου και μια μέρα πριν η Ευαγόρας λαμβάνει εντολή να συναντήσει εκτάκτως τον τομεάρχη του στην ΕΟΚΑ ο οποίος τον ενημερώνει ότι υπάρχει η πληροφορία πως πρόκειται να οδηγηθεί στην φυλακή πάρα την προβλεπόμενη αθώωση του. Ο Ευαγόρας αντιδρά λέγοντας πως προτιμά τον κίνδυνο της άμεσης δράσης από τα κελιά και δηλώνει ότι είναι ήδη έτοιμος να συμμετάσχει στον ένοπλο αγώνα. Επιστρέφει στο σπίτι του όπου ανακοινώνει στον πατέρα του την απόφαση του να ανέβει στο βουνό ως αντάρτης και από εκεί πηγαίνει στην εκκλησία να αποχαιρετίσει την μητέρα του που προσευχόταν. Μέσω μιας συμμαθήτριας του αφήνει στην έδρα της τάξης του έναν φάκελο με αποχαιρετιστήριους, αλλά και προφητικούς, στίχουςπου ετοίμαζε πολλές μέρες νωρίτερα αποκαλύπτοντας τον λόγο της φυγής του:
Παλιοί συμμαθηταί,
Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γειά σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά. Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Έτσι, ο Ευαγόρας γίνεται πλέον μαχητής του ανταρτοπολέμου της ΕΟΚΑ για την Ένωση. Αγωνίζεται και ξεχωρίζει για την αυτοθυσία του αλλά και την σοβαρότητα του, Είναι λιγομίλητος αλλά πάντα θαρραλέος μπροστάρης, γι’ αυτό και γίνεται υπαρχηγός της αντάρτικης ομάδας. Η δράση του αυτή προκαλεί μάλιστα την επικήρυξη του από τους Άγγλους με το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 5000 λιρών!
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους δύο Συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από τη Λυσό. Ξαφνικά βρίσκονται αντιμέτωποι με βρετανική περίπολο η οποία κινούνταν βάσει πληροφοριών που είχε αποσπάσει από χρηματιζομένους προδότες. Οι υπόλοιποι καταφέρνουν να ξεφύγουν, όχι όμως και ο Ευαγόρας που συλλαμβάνεται με την κατηγορία της κατοχής και διακίνησης οπλισμού.
Οι «ανθρωπιστές» Βρετανοί τον υποβάλλουν σε βασανιστήρια. Αρνούνται επί πολλές μέρες στην οικογένεια του να τον δει. Ο αστυνομικός διευθυντής καλεί τον πατέρα του αγωνιστή και θέτει ως όρο επισκεπτηρίου να τον πείσει να καταδώσει τους Συναγωνιστές του! Τότε αυτός σηκώνεται όρθιος και απαντά περήφανα: «Υπό τοιαύτας συνθήκας, αρνούμαι να δω το παιδί μου!» και αποχωρεί.
Στις 25 Φεβρουαρίου, μετά από μια σύντομη δίκη-παρωδία καταδικάζεται σε θάνατο δι΄ απαγχονισμού. Ο ίδιος δεν αφήνει περιθώρια στους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν, αφού δεν δέχεται να αρνηθεί την συμμετοχή του στον αγώνα της ΕΟΚΑ: «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο…».
Ακολουθούν αλλεπάλληλα διαβήματα υπέρ του Ευαγόρα προς την βασίλισσα της Αγγλίας, την Βουλή των Κοινοτήτων και τα Ηνωμένα Έθνη. Όμως οι Βρετανοί απορρίπτουν κάθε πρόταση για αλλαγή στην ποινή. 12 Μαρτίου τον επισκέπτεται η οικογένεια του στις κεντρικές φυλακές όπου κρατούνταν. Ο Ευαγόρας γαλήνιος τους πληροφορεί, πως σε δύο μέρες θ’ ανέβει τα σκαλοπάτια της αγχόνης.
Αποχαιρετώντας τους, τους ζήτησε να μην λυπούνται λέγοντας: «Ορκίσθηκα να πεθάνω για την Πατρίδα μου κι ετήρησα τον όρκο μου». Ζητά να του φέρουν το σταυρό του και μέσα από τα πυκνά σύρματα του κελιού των μελλοθάνατων δίνει θάρρος στα αγαπημένα του πρόσωπα. Στο τελευταίο γράμμα του γράφει:
Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.
Την επόμενη το βράδυ εξομολογείται και μεταλαμβάνει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας μεταφέρει τα τελευταία του λόγια «Εύχομαι να είμαι ο τελευταίος. Τους χαιρετισμούς μου εις όλους, και εύχομαι σύντομα την ελευθερία της Κύπρου». Τα μεσάνυκτα, με το χαμόγελο στα χείλη, φορώντας το σταυρό του στο λαιμό, προχωράει απτόητος προς την αγχόνη. Όπως όλοι οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ πριν από αυτόν, αρνείται να του κλείσουν τα μάτια. Ήταν ο νεαρότερος αλλά και όπως ευχήθηκε ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Βρετανούς. Μετά από αυτόν η ιστορία πήρε μια άλλη τροπή…
Η Βρετανοί μπορεί να μην βρίσκονται πλέον σε ολόκληρη την Κύπρο, αλλά ο πόθος του Ευαγόρα και των Συναγωνιστών του παραμένει ανεκπλήρωτος. Τα παιδιά της ΕΟΚΑ δεν αγωνιστήκαν, φτάνοντας μέχρι την υπέρτατη θυσία, ούτε για την «δημοκρατία», ούτε για την «συνύπαρξη», ούτε για την «ανεξαρτησία». Το όνειρο της ελευθερίας που γέμιζε τα τετράδια του ρομαντικού μαθητή από την Πάφο ήταν η Ένωση με την μητέρα Ελλάδα και η πραγμάτωση του οράματος της γαλανόλευκης σε κάθε αλύτρωτη Πατρίδα. Για το ίδιο όραμα σήμερα αγωνιζόμαστε κι εμείς.
Μαθητές και φοιτητές, νέοι και νέες του Μετώπου Νεολαίας έχουμε δίπλα μας Ήρωες σαν τον Ευαγόρα σε κάθε μάχη που δίνουμε. Μας ενώνει το κοινό Αίμα αλλά και ο ίδιος όρκος προς την Πατρίδα. Τα δικά μας πρότυπα δεν κραδαίνουν σπασμένα μπουκάλια υπό την επήρεια ουσιών, δεν ηρωοποιούνται σε θρασύδειλους τσαμπουκάδες έξω από μπαρ. Τα δικά μας πρότυπα αν χρειαστεί κρατούν βαριά κοντάρια, φορούν μάσκες και παίρνουν ακόμα και τα όπλα, αλλά πάντα υψώνουν σύμβολα Εθνικά και φεύγουν από αυτόν τον κόσμο με βλέμμα περήφανο και καθαρό!