Ένα ποίημα για τον Επιτάφιο του Άγγελου Σικελιανού
Στ᾿ Ὅσιου Λουκᾶ τὸ Μοναστήρι (1935) Στ᾿ Ὅσιου Λουκᾶ τὸ μοναστήρι, ἀπ᾿ ὅσες γυναῖκες τοῦ Στειριοῦ συμμαζευτῆκαν τὸν Ἐπιτάφιο νὰ στολίσουν, κι ὅσες μοιρολογῆτρες ὥσμε τοῦ Μεγάλου Σαββάτου τὸ ξημέρωμα ἀγρυπνῆσαν, ποιὰ νὰ στοχάστη – ἔτσι γλυκὰ θρηνοῦσαν! – πώς, κάτου ἀπ᾿ τοὺς ἀνθούς, τ᾿ ὁλόαχνο σμάλτο τοῦ πεθαμένου τοῦ Ἄδωνη ἦταν σάρκα ποὺ πόνεσε βαθιά;